Sep 242016
 

14369978_1599871560316604_8523081580616055375_n

Η Αλεξάνδρα Ανδρούσου, μέλος της επιστημονικής επιτροπής του Υπουργείου Παιδείας για τα παιδιά των προσφύγων, η Αλεξάνδρα Βασιλείου, κοινωνική ψυχολόγος και η Βέρα Λάρδη, ηθοποιός, θεατρολόγος κι εκπαιδεύτρια ενηλίκων στο «Ντιβάνι της Κρίσης» την εκπομπή της Έφης Ζέρβα στο Πρώτο πρόγραμμα της ΕΡΤ. Τι σημαίνει για αυτά τα παιδιά το να πάνε σχολείο και γιατί πρέπει να πάνε.

Jan 122016
 

ppepoll

Η φίλη και συνάδελφος Julie Diamond έχει ασχοληθεί για πολλά χρόνια με το θέμα της ισχύος. Πρόσφατα κυκλοφόρησε και το καινούργιο της βιβλίο, ένα ‘εγχειρίδιο χρήσης’ της ισχύος.

Ενώ είναι σχετικά εύκολο να περιγραφούν αποτυχίες ηγεσίας και κατάχρηση ισχύος (καθώς και οι αιτίες τους και οι συσχετισμοί), είναι πολύ πιο δύσκολο να οριστεί η υγιής και αποτελεσματική χρήση ισχύος, καθώς και το πώς μπορεί αυτή να διδαχθεί, να μαθευτεί και να αναπτυχθεί.

Η Julie, μαζί με συναδέλφους ακαδημαϊκούς, συμβούλους και coaches έχει δημιουργήσει το site Power in the Public Eye όπου οι επισκέπτες της ιστοσελίδας μπορούν να ‘ψηφίσουν’ σχετικά με την συμπεριφορά των υποψήφιων για το χρίσμα του υποψηφίου προέδρου στις επερχόμενες εκλογές των Ηνωμένων Πολιτειών. Το ερώτημα που απαντούν οι επισκέπτες της σελίδας είναι ‘ποιος υποψήφιος/ποια υποψήφια κάνει την καλύτερη χρήση ισχύος;’.

Η ερώτηση απευθύνεται σε όλους κι όλες μας, όχι μόνο στους ψηφοφόρους των ΗΠΑ. Αν παρακολουθείς τις διαδικασίες ανάδειξης υποψηφίων για τις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ και θες να εκφράσεις τη γνώμη σου, κάνε ένα κλικ στο Power in the Public Eye και απάντησε τις ερωτήσεις. Θα συμβάλεις έτσι στην ερευνητική δουλειά μιας ομάδας αξιόλογων ανθρώπων.

Dec 272015
 

Με αφορμή ένα άρθρο του Shakil Choudhury η ευχή για τη χρονιά που έρχεται: να εξουδετερώσουμε τον εσωτερικό μας τρομοκράτη.

Γράφει ο Shakil Choudhury

Εμείς. Οι Άλλοι. Αυτό είναι στην καρδιά των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε… Οι ρίζες του τι μας κάνει ευάλωτους στη δυναμική Εμείς/Άλλοι είναι θαμμένοι βαθιά μέσα στην αρχιτεκτονική του εγκεφάλου … Η έρευνα δείχνει ότι ο εγκέφαλός μας καταγράφει συχνά εκείνους που θεωρούμε ότι είναι ξένοι περισσότερο ως αντικείμενα, παρά ως ανθρώπους. Μια τέτοια αντικειμενοποίηση είναι αυτό που εννοούμε όταν μιλάμε για «απανθρωποποίηση» των άλλων. Όταν θεωρούμε τους άλλους σαν αντικείμενα, γίνεται ευκολότερο να τους στιγματίσουμε, να τους πληγώσουμε, να τους τιμωρήσουμε, ακόμη και να σκοτώσουμε αυτούς που θεωρούμε ως απειλή. Όπως πολλές πτυχές του εαυτού μας, αυτό θεωρείται από τους ερευνητές ως ένας εξελικτικός μηχανισμός επιβίωσης ώστε να μπορέσουμε να υπερασπιστούμε τους εαυτούς μας, τα παιδιά και τα μέλη της φυλής μας σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης… Ο άνθρωπος είναι επίσης εξοπλισμένος με την ικανότητα να βιώσει οργή, που σύμφωνα με τον ειδικό στο τραύμα Peter Levine, είναι και η επιθυμία να σκοτώσει. Κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες τοξικότητας, η τάση μας να απανθρωποποιούμε σε συνδυασμό με την οργή και τον φόβο μπορεί να οδηγήσει σε ένα ευρύ φάσμα πιθανών αντιδράσεων, ενεργοποιώντας τον εσωτερικό μας υπερασπιστή, δημιουργώντας επαγρύπνηση, και ναι, ενεργοποιώντας ακόμη και τον εσωτερικό μας τρομοκράτη. Αυτό το ασυνείδητο δυναμικό βρίσκεται μέσα σε όλους μας, περιμένοντας τις κατάλληλες συνθήκες για να βγει… Ο εσωτερικός μας τρομοκράτης απανθρωποποιεί και με ανεπαίσθητους τρόπους. Συμπεριλαμβάνει την τάση μας να κατανοούμε τις μειονότητες μέσα από στερεότυπα, αφαιρώντας κάθε απόχρωση ή ατομικό χαρακτηριστικό… Όμως, η τάση για κάτι δεν σημαίνει αναγκαστικά και μοίρα προς αυτήν την κατεύθυνση… Υπάρχουν πράγματα που εξουδετερώνουν τον εσωτερικό μας τρομοκράτη. η ενσυναίσθηση. Η ενότητα. Η αγάπη. Η αίσθηση του ανήκειν. Το νόημα στη ζωή… Η έρευνα έχει δείξει ότι το ανήκειν είναι κεντρικός μοχλός στην ανθρώπινη συμπεριφορά, όπως βασική ανθρώπινη ανάγκη είναι η τροφή, το νερό, η στέγη… Χρειάζεται να απευθυνθούμε ο ένας στον άλλον, να ενεργοποιηθούμε για να δούμε την ανθρώπινη φύση μέσα σε όλους μας. Αυτό μπορεί να μας βοηθήσει όταν αναδύεται η εσωτερική τάση για τρομοκρατία και να μας επιτρέψει μια διαφορετική επιλογή.

 Posted by at 13:27  food for thought  Comments Off on H ευχή για τη χρονιά που έρχεται: να εξουδετερώσουμε τον εσωτερικό μας τρομοκράτη
Nov 282015
 

Ένα άρθρο της φίλης και συναδέλφου Julie Diamond γύρω από την εμπιστοσύνη, μεταφρασμένο στα ελληνικά. Αξίζει μια ανάγνωση!

trust

Πηγή: Julie Diamond blog

Πως να χτίσεις εμπιστοσύνη; Σπάσε την πρώτα.

της Julie Diamond, Ph.D.

Τον μήνα που μας πέρασε, έγινε στο Πόρτλαντ, Όρεγκον, το World Summit on Organizational Development. Ανάμεσα σε άλλα, απόλαυσα τη συμμετοχή μου σε μια παρουσίαση του Adam Kahane με θέμα «Ανάπτυξη Οργανισμών: τι απαιτείται για τη λύση των δυσκολότερων προβλημάτων του παρόντος».

Απόλαυσα την ομιλία του. Ήταν διορατική και πρακτική. Και αστεία. Μιλώντας για τη συνεργασία, ο Kahane ανάρτησε μια διαφάνεια που απαριθμούσε τις προϋποθέσεις για αποτελεσματική συνεργασία ανάμεσα σε διαφορετικούς, ακόμη και ανταγωνιστικούς ενδιαφερόμενους. Οι συνήθεις ύποπτοι ήταν παρόντες: κοινό όραμα, συμφωνία για τους στόχους, εμπιστοσύνη, κλπ. Και μετά τους κατέρριψε έναν-έναν. Η πραγματικότητα της συνεργασίας στον 21ο αιώνα είναι αυτή: να γνωρίζεις πώς να συγκρούεσαι, να μπορείς να εργάζεσαι χωρίς εμπιστοσύνη και να αποποιείσαι την πολυτέλεια των κοινών στόχων και οραμάτων.

Μετά ο Kahane είπε το ακόλουθο, μια φράση που έχω χρησιμοποιήσει πολλές φορές: η εμπιστοσύνη δεν είναι προϋπόθεση για τη συνεργασία, είναι το αποτέλεσμα. Το επαναλαμβάνω: η εμπιστοσύνη δεν είναι προϋπόθεση για τη συνεργασία, είναι το αποτέλεσμα.

Η υπόθεση ότι χρειάζεται να ξεκινήσουμε με εμπιστοσύνη δεν είναι μόνο αφελής, είναι και αδύνατη. Παρ’ όλα αυτά, το ακούω συνέχεια στη δουλειά μου με ομάδες και οργανισμούς. Όταν ρωτάω ποιο είναι το πρόβλημα, οι άνθρωποι συχνά λένε «δεν εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον» ή «χρειαζόμαστε περισσότερη εμπιστοσύνη σε αυτήν την ομάδα». Δεν καταλαβαίνω. Η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι αποτέλεσμα, όχι αιτία. Πως μπορεί να υπάρξει εμπιστοσύνη πριν  τη συνεργασία;

Όταν οι άνθρωποι μιλούν για τη συνεργασία με αυτόν τον τρόπο, δεν μιλάνε για το χτίσιμο συνεργασίας, αλλά για την εγγύηση της: «πρώτα δημιούργησε τις συνθήκες για την απόλυτη επιτυχία δείχνοντας ότι δεν θα με απογοητεύσεις, κι έτσι αποδεικνύοντας ότι είσαι 100% έμπιστος και τότε μπορούμε να δουλέψουμε μαζί, να συνεργαστούμε.»

Η ζωή δεν λειτουργεί έτσι. Δεν μπορεί να εναποθέτουμε την ικανότητα μας για δράση και επιτυχία στις πράξεις του άλλου. Δεν μπορούμε να μετριάσουμε το ρίσκο. Δεν μπορούμε να εγγυηθούμε την επιτυχία ως αποτέλεσμα. Ούτε στην εργασία, ούτε στις σχέσεις. Εμπλεκόμαστε με ανθρώπους με τους οποίους δεν έχουμε δοκιμαστεί. Δεσμευόμαστε, παντρευόμαστε, υπογράφουμε δάνεια και κάνουμε παιδιά με ανθρώπους που δεν έχουν δοκιμαστεί. Γιατί; Γιατί χρειάζεται πολύς χρόνος για να γνωρίσεις πραγματικά έναν άλλον άνθρωπο.  Και τι γίνεται με εμάς; Κι εμείς δεν έχουμε αποδειχθεί. Ούτε εμείς γνωρίζουμε τον εαυτό μας ολοκληρωτικά. Δεν ξέρουμε ποιοι θα είμαστε σε πέντε χρόνια. Η ζωή μας αλλάζει. Η απώλεια, το πένθος, οικονομικές και προσωπικές δυσκολίες αλλάζουν το αξιακό μας σύστημα και την οπτική μας για τη ζωή. Ακόμη και στην κάθε στιγμή δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα ειλικρινείς για τα κίνητρα και τα συναισθήματα μας. Έχουμε όρια, συγκρούσεις, εντάσεις, για τα οποία δεν γνωρίζουμε αρκετά.

Κι αυτό μας φέρνει στο δεύτερο πρόβλημα με την εμπιστοσύνη. Αν δεν κάνουμε αυτό το αντιληπτικό άλμα που περιγράφω και αν δεν δούμε ότι η εμπιστοσύνη χρειάζεται να κατακτηθεί, τότε έρχεται η δεύτερη παρανόηση για το πώς κατακτάται.

Πως κερδίζουμε την εμπιστοσύνη; Φυσικά, αποδεικνύοντας ότι είμαστε αξιόπιστοι. Αλλά πως είναι δυνατόν αυτό; Κανείς δεν είναι ολοκληρωτικά αξιόπιστος. Το ένοχο μυστικό της βιομηχανίας δισεκατομμυρίων για το χτίσιμο ‘εμπιστοσύνης και συνεργατικότητας’ είναι ότι η απόλυτη αξιοπιστία δεν είναι εφικτή. Θα απογοητεύσουμε ανθρώπους. Θα αποδειχθούμε αναξιόπιστοι. Όσο υπάρχουν κομμάτια του εαυτού μας για τα οποία δεν έχουμε επίγνωση, όσο μεγαλώνουμε ως άνθρωποι, θα έχουμε τυφλά σημεία. Θα λέμε ένα πράγμα, θα αισθανόμαστε άλλο και θα θα πράττουμε κάτι άλλο, χωρίς να έχουμε επίγνωση για αυτό.

  • Συμφωνούμε σε κάτι, παραβλέποντας την εξάντληση μας γιατί δεν θέλουμε να απογοητεύσουμε τους άλλους, αλλά δεν έχουμε την ενέργεια να ολοκληρώσουμε αυτό που αναλάβαμε.
  • Συμφωνούμε να βοηθήσουμε γιατί παρακινούμαστε από την ανάγκη μας να είμαστε χρήσιμοι, αλλά φορτωνόμαστε περισσότερα από όσα αντέχουμε και τα παρατάμε.
  • Στην απελπισία μας για αναγνώριση συμμετέχουμε σε μια ομάδα με υψηλό προφίλ, αλλά αισθανόμαστε έξω από τα νερά μας και δεν μπορούμε να εκτελέσουμε αυτά που αναλαμβάνουμε.
  • Πληγωνόμαστε από την απόρριψη μιας ιδέας μας και ασυνείδητα κωλυσιεργούμε και γινόμαστε δύσκολοι στη συνεργασία.

Σε κάθε δεδομένη στιγμή, υπάρχουν εκατομμύρια λόγοι που η συμπεριφορά μας  υπονομεύει την αξιοπιστία μας. Πως χτίζουμε λοιπόν εμπιστοσύνη; Ποιον εμπιστεύομαι, αν κανείς δεν είναι πλήρως αξιόπιστος; Εμπιστεύομαι τους ανθρώπους που κάνουν λάθη, που αποτυγχάνουν στους στόχους τους, που μπορούν να το παραδεχτούν, να ζητήσουν συγγνώμη και να είναι ειλικρινείς για τις ελλείψεις τους. Η εμπιστοσύνη δεν αναπτύσσεται με την αποφυγή λαθών, αλλά με τα λάθη και την επιδιόρθωση τους. Η εμπιστοσύνη δεν αναπτύσσεται με το να τηρείς τα λόγια σου, αλλά από το τι κάνεις όταν δεν τα τηρείς.

Σύμφωνα με την εμπειρία μου, η εμπιστοσύνη αναπτύσσεται με τα ακόλουθα:

1. Σταμάτα να μετράς την εμπιστοσύνη ως ‘όλα ή τίποτα’. Είμαι άξια εμπιστοσύνης για κάποια πράγματα, αλλά όχι για άλλα. Να γνωρίζεις για ποια πράγματα είσαι άξια εμπιστοσύνης και να το κάνεις γνωστό και στους άλλους. Συμφιλιώσου με το γεγονός ότι οι άνθρωποι είναι εγγενώς αναξιόπιστοι και μάθε να δουλεύεις με αυτό αντί να παριστάνεις ότι μπορεί να το αποτρέψεις.

2. Μάθε πώς να αναγνωρίζεις και να παραδέχεσαι τις ελλείψεις σου. Όσο περισσότερο γνωρίζουμε για τα όρια μας κι όσο περισσότερο μπορούμε να τα κουβεντιάζουμε με τους άλλους, τόσο πιο ενημερωμένοι και προετοιμασμένοι είναι όλοι. Η επιθυμία μας για τελειότητα μας κάνει να κρύβουμε τις ελλείψεις μας, κι αυτό μας κάνει αναξιόπιστους.

3. Μάθε την τέχνη της συγγνώμης. Οι άνθρωποι που δεν μπορούν να ζητήσουν συγγνώμη προστατεύουν τον εαυτό του εις βάρος της συνεργασίας. Η συγγνώμη δεν είναι μόνο παραδοχή λάθους. Η συγγνώμη χρειάζεται να περιλαμβάνει κατανόηση, να εκφράζει την ενσυναίσθηση για τη δυσφορία ή δυσκολία που βιώνει ο άλλος άνθρωπος εξ αιτίας των πράξεων σου. Αν δεν γνωρίζεις και δεν αισθάνεσαι πραγματικά τις συνέπειες των πράξεων σου, δεν ζητάς πραγματική συγγνώμη.

Θα απογοητεύσουμε ο ένας τον άλλον. Αλλά ό,τι συμβαίνει μετά από αυτό είναι αυτό που χτίζει εμπιστοσύνη. Αυτό που βάζει τα θεμέλια για την εμπιστοσύνη είναι η ειλικρινής συζήτηση ανάμεσα στους ανθρώπους για τους περιορισμούς και τα θέματα τους.

Το βιβλίο της Julie Power: A User’s Guide (Ισχύς: Οδηγός Χρήσης), θα εκδοθεί τον Μάρτιο του 2016.

Nov 142015
 

metanastes_52

(φωτογραφία  EUROKINISSI/Στέλιος Μισίνας)

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Ο ξένος μέσα μας

του Τάσου Τασκίρογλου

«Ο ξένος είναι μέσα μας. Και όταν τον αποφεύγουμε ή τον καταπολεμούμε, παλεύουμε ενάντια στο ασυνείδητό μας – αυτό το “αλλότριο” της ανέφικτης “προσωπικής μας επικράτειας”». Αυτό αναφέρει για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες η Τζούλια Κρίστεβα, παραθέτοντας ουσιαστικά τον Φρόιντ, ο οποίος, όπως λέει η μεγάλη Γαλλίδα ψυχαναλύτρια, δεν μιλάει για ξένους: «μας μαθαίνει να ανακαλύψουμε το ξένο μέσα μας. Είναι ίσως ο μόνος τρόπος για μην το καταδιώκουμε έξω».

Με αυτή την έννοια είμαστε όλοι ξένοι. Επιτομή της ανθρώπινης κατάστασης, περιστασιακά άρνηση ή επιβεβαίωσή της. Αντιφατικά όντα που αναζητούν διαρκώς ταυτότητα, που ψάχνουν εναγωνίως το «εμείς», που μαθαίνουν να το βρίσκουν στην ομοιότητα και να απορρίπτουν τη διαφορά.

Ομως είναι ακριβώς αυτή η διαφορά στο πρόσωπο του ξένου που αποδεικνύει τον πλούτο της ανθρώπινης ποικιλομορφίας και φανερώνει κατά την Κρίστεβα την «ανυπαρξία της κοινοτοπίας στον άνθρωπο». Κάθε ένας και ένα δακτυλικό αποτύπωμα, κάθε ένας και μια προσωπική ιστορία, μια νέα εκδοχή της ανθρώπινης περιπέτειας, ένα πρωτότυπο σενάριο.

Οι ξένοι προσφέρουν μια μοναδική ευκαιρία σ΄ εμάς τους (συγκυριακά) προνομιούχους, στους βολεμένους: να δούμε μια εκδοχή της δικής μας κατάστασης, να εκπαιδευτούμε να βλέπουμε τον κόσμο με τα μάτια των άλλων, να μάθουμε να μπαίνουμε στη θέση τους.

Προπαντός το τελευταίο. Ο ατομικισμός, ο εγωκεντρισμός και η περιχαράκωση που έχουν καλλιεργήσει οι συνθήκες του όψιμου καπιταλισμού δημιουργούν όχι μόνο την «Ευρώπη-φρούριο», αλλά και τον άνθρωπο-στρείδι. Κλειστό στο καβούκι του, φυλακισμένο στον περιοριστικό ορίζοντα των προσωπικών του εμπειριών και των ατομικών του συμφερόντων.

Τα μεγάλα φιλοσοφικά ρεύματα, μέχρι ενός ορισμένου βαθμού ο ιουδαϊσμός και ο χριστιανισμός, αλλά και η παράδοση του ουμανισμού στον Διαφωτισμό λειτούργησαν στο παρελθόν ως εκπαίδευση στην αποδοχή και ως ανάχωμα στην απόρριψη. Ο ίδιος ο Ιησούς εμφανίζεται ως «ξένος επί γης», ο οποίος ζητά την αποδοχή και την προσέγγιση. Αυτό δεν συνάδει με τον σημερινό φανατισμό των θρησκειών, με τους διαχωρισμούς, τις εντάσεις και τους αποκλεισμούς. Η διδασκαλία σήμερα δεν γίνεται στο όνομα της αλήθειας που, υποτίθεται, ότι εμπεριέχει ένα δόγμα, αλλά για να επιβεβαιώσει την ταυτότητα και να αποκλείσει την ετερότητα. Σ΄ αυτό το φως πρέπει να δούμε και τη θέση της διδασκαλίας των Θρησκευτικών, θέμα που επανήλθε για ακόμα μία φορά στην επικαιρότητα, βγάζοντας από τη μακαριότητα την κεφαλή της Εκκλησίας.

Η τραυματική εμπειρία του ναζισμού αποτελεί την επιτομή της προσπάθειας να επιβληθεί η ταυτότητα στην ετερότητα. Σ΄ αντίθεση με τη ρήση του Τερέντιου «Είμαι άνθρωπος, τίποτα από τ΄ ανθρώπινα δεν μου είναι ξένο», ο εθνικοσοσιαλισμός ενστερνίστηκε το δόγμα «Είμαι Γερμανός και κάθε τι άλλο μου είναι ξένο». Εξ ου και η τάση καθυπόταξης, εξόντωσης και εξαφάνισης κάθε ετερότητας: των αλλοεθνών, των ανάπηρων, των ομοφυλόφιλων, των Εβραίων, των κομμουνιστών κ.λπ..

Ο Φρόιντ μιλά για την προσπάθεια να προβάλουμε έξω από τον εαυτό μας αυτό που θεωρούμε μέσα μας επικίνδυνο και δυσάρεστο και να κατασκευάσουμε έναν ανησυχητικό «δαιμονικό σωσία». Ετσι, ο «άλλος» καταλήγει να είναι το (δικό μου) ασυνείδητο: ένας ξένος μέσα μου.

Apr 092015
 

christopoulos-krisi-coverPR-8ac37d3c

Ένα Πασχαλινό δώρο σήμερα από τον Δημήτρη Χριστόπουλο. Ο Δημήτρης Χριστόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστήμιου και Αντιπρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Διαβάζω στο στο site του Χρόνος (online περιοδικό με αφετηρία την Ελλάδα):

Η κρίση των δικαιωμάτων είναι παρακολούθημα της ευρύτερης κρίσης που βιώνει η ελληνική κοινωνία, ενταγμένη σε ένα ευρωπαϊκό πλαίσιο, το οποίο τη στιγμή των πρώτων μεγάλων οικονομικών τριγμών μετά τη νομισματική του ένωση έδειξε την αδυναμία του να λειτουργήσει ως πολιτική κοινότητα. Τα συμπτώματα στην Ελλάδα υπήρξαν και συνεχίζουν να είναι τα πιο ακραία. Μια κοινωνία στην οικονομική κατάσταση της ελληνικής σήμερα, ένα πολιτικό σύστημα με τα συμπτώματα της βαριάς ηθικής απαξίωσης του ελληνικού, μια δημόσια διοίκηση σε κατάσταση συναγερμού –κάποιοι θα λέγανε κατάρρευσης– δεν μπορεί παρά να οδηγούν και στην επισώρευση προβλημάτων στο κράτος δικαίου. Ωστόσο, δεν πρέπει να αποδοθούν όλα στη συγκυρία μετά το 2009: είναι η κρίση που επικάθεται σε μια δεδομένη ιστορική κληρονομιά και σε μια κυρίαρχη πολιτική κουλτούρα που εντείνει τις ανεπάρκειες στο χώρο των δικαιωμάτων. Στο βιβλίο αυτό, ο συγγραφέας τεκμηριώνει την κρίση των δικαιωμάτων μέσα από παραδείγματα της τρέχουσας επικαιρότητας με τη μέριμνα στρατηγικών για μια βιώσιμη υπέρβασή της.

Διάβασε το βιβλίο με ένα κλικ εδώ (μπορείς επίσης να το «κατεβάσεις» σε αρχείο pdf και να το εκτυπώσεις)

Σε συνεργασία με τις Εκδόσεις Νεφέλη

Mar 282015
 

 

pil

Πηγή: www.lifo.gr

«Μην κατηγορείτε την κατάθλιψη για την τραγωδία της Germanwings»

Κλινική ψυχολόγος γράφει στον Guardian για το στιγματισμό εκατομμυρίων ανθρώπων από τα ΜΜΕ 

Άρθρο με τίτλο «Μην κατηγορείτε την κατάθλιψη για την τραγωδία της Germanwings», φιλοξενεί στη στήλη με τις γνώμες, η εφημερίδα Guardian, λόγω των συνεχών αναφορών στην ασθένεια από την οποία εικάζεται ότι έπασχε ο 28χρονος πιλότος που έριξε το αεροπλάνο με τους 150 επιβαίνοντες στις γαλλικές Άλπεις, σκορπώντας το θάνατο.

Η αρθρογράφος Μασούμα Ραχίμ, κλινική ψυχολόγος, σημειώνει αρχικά ότι ελλείψει οποιασδήποτε τεχνικής βλάβης η προσοχή έχει στραφεί τώρα προς τον 28χρονο Lubitz, τον κυβερνήτη που φαίνεται να έχει προκαλέσει σκόπιμα τη συντριβή . Τα δημοσιεύματα αναφέρουν ότι ο 28χρονος είχε ιστορικό κατάθλιψης, κάτι που όπως είναι αναμενόμενο, οδηγεί σε ένα στιγματισμό των ατόμων που πάσχουν από την ασθένεια.

Η κατάθλιψη είναι μια από τις πιο κοινές από ψυχικές ασθένειες, και βιώνεται από το 20% περίπου των ενηλίκων. Χαρακτηρίζεται από αισθήματα ενοχής, απελπισίας και μειωμένο ενδιαφέρον για ευχάριστες δραστηριότητες, που μπορεί να επηρεάσει οποιονδήποτε, από τους χειρώνακτες μέχρι τους επικεφαλής των εταιρειών του FTSE. Πράγματι, πολλοί επιτυχημένοι άνθρωποι έχουν βιώσει κατάθλιψη – μεταξύ των οποίων και ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, ο Κάρολος Ντίκενς και ο Ανρί Ματίς – και δεν υπάρχει σχεδόν καμία ένδειξη ότι η κατάθλιψη αποτέλεσε κίνδυνο για τους άλλους, ως αποτέλεσμα της ασθένειάς τους. Αυτό ισχύει για όλο το φάσμα των προβλημάτων ψυχικής υγείας: η επιστημονική βιβλιογραφία είναι σαφής ότι οι άνθρωποι με σχιζοφρένεια, που έχουν κατά κόρον δαιμονοποιηθεί  και διασυρθεί από τον Τύπο, είναι πολύ πιο πιθανό να θιγούν από τους άλλους ή τον εαυτό τους παρά να ασκήσουν βία.

Είναι πλέον γνωστό ότι η αεροπορική εκπαίδευση του Lubitz διεκόπη για έξι μήνες, πιθανότατα επειδή ανάρρωνε από κατάθλιψη. Αυτό δεν είναι ένα ασυνήθιστο σενάριο σε κάθε κλάδο, ούτε κάτι που θα τον έκανε κατ’ ανάγκη ακατάλληλο για να πετάξει…Το να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ο τρόπος που λειτούργησε ήταν  η αυτόματη συνέπεια οποιουδήποτε ιστορικού ψυχικής νόσου θα ήταν ανεύθυνο και επιζήμιο….

…Η αλήθεια είναι ότι τα άτομα με κατάθλιψη είναι παντού γύρω μας – από τους  καθηγητές και τους δικηγόρους μας μέχρι τους υδραυλικοί μας και τους επαγγελματίες της υγείας… Μάλιστα οι γιατροί είναι πολύ πιο πιθανό να εμφανίσουν κατάθλιψη από ό, τι ο μέσος όρος του γενικού πληθυσμού. Έχοντας κατάθλιψη δεν σημαίνει απαραίτητα ότι είστε ακατάλληλοι για εργασία, αλλά, με βάση τα πρωτοσέλιδα σε πολλές από τις εφημερίδες σήμερα θα μπορούσε να σκεφθεί κανείς ότι έτσι είναι.

Ποτέ δεν θα κατανοήσουμε πλήρως γιατί ο Lubitz οδήγησε στη συντριβή την πτήση 4U9525. Παρ ‘όλα αυτά, η υπόθεση ότι η ψυχική υγεία του ήταν ο μοναδικός λόγος που πέθαναν  149 άνθρωποι δεν πρόκειται να μειώσει το στίγμα που συνδέεται με προβλήματα ψυχικής υγείας. Ο φόβος και οι διακρίσεις συνεχίζουν να αποθαρρύνουν τους ανθρώπους από τη γνωστοποίηση των προβλημάτων τους και από το να ζητούν βοήθεια από νωρίς. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν αυτή την τραγωδία για να διερευνήσουν την επίδραση του στρες και να τονίσουν την ανάγκη για μεγαλύτερη υποστήριξη. Αντ ‘αυτού κάποιοι επέλεξαν να διασύρουν τον Lubitz και, μαζί με αυτόν, τα εκατομμύρια που πάσχουν από την ίδια ασθένεια. Αυτή είναι η εύκολη επιλογή που στιγματίζει κι άλλο μια ομάδα πάνω στην οποία η κοινωνία έχει κάνει θαυμάσια τη δουλειά της δαιμονοποίησης.

Πηγή: theguardian

Mar 152015
 

Έχουμε μακρύ και δύσκολο δρόμο μπροστά μας.  Έχουμε να κουβεντιάσουμε, να καταλάβουμε, να σιωπήσουμε. Πόσοι και πόσες ακόμη θυσία στην ‘κανονικότητα’; Θα κυλήσουνε οι μέρες, θα καταπραΰνουμε την οργή, τη θλίψη. Αν δεν κάνουμε όμως ένα σοβαρό διάλογο στις οικογένειες μας, στις παρέες μας, στις κοινότητες μας, θα ξαναέρθει ο επόμενος θρήνος, η επόμενη αδικία, ο επόμενος θυμός.

Το άρθρο της Μαρίνας Δελάκη στο left.gr αιχμηρό. Στην καρδιά του θέματος. Υπάρχουν κι άλλες φωνές στο πεδίο, κι άλλες απόψεις, ιδέες, αντιλήψεις. Πρέπει να μπουν σε διάλογο. Η αναβολή του διαλόγου είναι κι αυτή ηθική αυτουργία. Δεν έχει σημασία αν ήταν αυτοκτονία ή δολοφονία. Το φονικό έγινε.

 

1567247525_01cdcc7f86

 

Πηγή: left.gr

Αυτός ο Βαγγέλης κάτι ήθελε να πει…

της Μαρίνας Δελάκη

Μια ολόκληρη κοινωνία, που όφειλε σήμερα να βυθιστεί στη σιωπή για να συνδιαλλαγεί με τα στοιχειώδη ανθρώπινα αντανακλαστικά που της απέμειναν, παραδίδει εισαγγελικά παραγγέλματα στον εαυτό της

Μια ολόκληρη κοινωνία σε πανικό καταθέτει στο Xρηματιστήριο Αξιών των social media, χωρίς αιδώ, το περίσσευμα της υποκρισίας που διαθέτει. Επιδιδόμενη σε ατέρμονες ηθικολογίες, με συναισθητικές εξάρσεις και μανιφέστα της σύγχυσης, έντρομη μην κληθεί σε αναγνώριση του θύτη στον καθρέφτη της, στη γεμάτη αναίδεια ψυχής της.

Μια ολόκληρη κοινωνία, που όφειλε σήμερα να βυθιστεί στη σιωπή για να συνδιαλλαγεί με τα στοιχειώδη ανθρώπινα αντανακλαστικά που της απέμειναν, παραδίδει εισαγγελικά παραγγέλματα στον εαυτό της, φροντίζοντας, ανεπιτυχώς, να αποφύγει να αναμετρηθεί με τον ιερέα, τον χωροφύλακα, τον επαρχιώτη, τον ομοφοβικό, τον δήμιο, τον νόθο επαναστάτη που εκτρέφει μέσα της.

Στοχοποιεί κι απαιτεί τη σύλληψη, εδώ και τώρα, των 2, 3, 40, 50,100 (όσοι κι αν είναι αυτοί, αρκεί να είναι μετρήσιμοι και με ονοματεπώνυμο) ενόχων για να αποφύγει την ηθική αυτουργία. Για να προλάβει να εκλείψει ο χρόνος και να μην αναγνωρίσει τη δική του οικογένεια, την «αγία ελληνική οικογένεια», εκτροφείο ψυχοπαθολογιών, που απορρίπτει με ενοχές -για να είμαστε και ακριβοδίκαιοι- τα δικά της παιδιά.

Τα παιδιά, που είναι διαφορετικά, είναι περισσότερο μελαψά, λιγότερο ψηλά, περισσότερο παχουλά, λιγότερο άνδρες, λιγότερο γυναίκες, φτωχά, αποτυχημένα, τα «…λιγότερο ή περισσότερο» παιδιά της. Όχι λιγότερο, όχι περισσότερο, «κανονικά». Υποταγή στην «κανονικότητα», που δεν ανατρέπει, δεν προκαλεί ρήξεις, δεν αμφισβητεί το κυρίαρχο, το κοινώς αποδεκτό αενάως διαπλεκόμενο σύστημα.

«Κανονικά» ώστε να μπορούν υποκρινόμενα να πείθουν και να διαιωνίζουν το μοντέλο. Δεν αρκεί να υποκρίνεσαι, πρέπει και να πείθεις. «Κανονικά», αρκεί να μη βρίσκονται στο ίδιο τραπέζι με τους πανταχόθεν ανατρεπτικά «επικίνδυνους» διαφορετικούς. Για να αισθάνονται τη δέουσα αμηχανία, φόβο, οργή, όταν συναλλάσσονται με τον διαφορετικό «Άλλο». Αυτόν που θα κατασπαράξουν, άλλοτε ήπια, με χιούμορ και «καθωσπρεπισμό» κι άλλοτε βίαια με θόρυβο και κρότο, για να τρομάξουν κι οι ίδιοι και να το βάλουν για μία ακόμη φορά στα πόδια.

Ένας κόσμος που σήμερα είναι «Όλοι Βαγγέληδες», αύριο θα προσμετρά τα «like» του ναρκισσισμού του με ευαρέσκεια (τραγική ειρωνεία, ένδειξη αποδοχής!) που για μία ακόμη φορά απόφυγε αυτό το υποκριτικό βλέμμα στον καθρέφτη του. Αυτό το βλέμμα που κανένας εισαγγελέας δεν θα εκδώσει ένταλμα σύλληψης.

Ας τελειώνουμε με την υποκρισία, τους θρήνους και τις φτηνές ιαχές θριάμβου του ετεροπροσδιορισμού. Και τώρα σιωπή… Αυτός ο Βαγγέλης κάτι ήθελε να πει…

Mar 012015
 

lake

Πηγή: Ενθέματα

Οι πέτρες του βυθού – ή, ένα ακόμα σχόλιο για το bullying

του Δημήτρη Παπανικολάου

Το αγόρι που εξαφανίστηκε

αποξήρανε τις λίμνες

και φάνηκαν οι αρχαίες πέτρες στο νερό

ενός λιθοβολισμού που αιώνες τώρα συνεχίζεται

Τέλλος Φίλης,  «Το αγόρι που εξαφανίστηκε»

Μετά τα κοινωνικά δίκτυα και την τηλεόραση, την εβδομάδα που πέρασε ασχολήθηκαν επιτέλους πιο συντονισμένα με το ζήτημα της εξαφάνισης του εικοσάχρονου Βαγγέλη Γιακουμάκη στα Γιάννενα, και η τοπική αστυνομία και η θεσμική ηγεσία της Σχολής του. Χαρακτηριστικό και των δύο επίσημων φορέων, είναι η διάθεσή τους να υποβαθμίσουν αυτό που φαίνεται να απασχολεί όλους τους υπόλοιπους: την πιθανότητα, δηλαδή, η εξαφάνιση του εικοσάχρονου να συνδέεται με το διαρκές, γνωστό σε όλους bullying, που ο συγκεκριμένος φοιτητής δεχόταν στο άμεσο περιβάλλον των σπουδών του, και που στο παρελθόν φαίνεται να είχε ομολογήσει και ως ένα βαθμό καταγγείλει. Οι ημιεπίσημες διαρροές από την αστυνομία προς τον τοπικό τύπο μάλιστα, αφού απέρριψαν τις κατηγορίες για την επίμονη λεκτική και σωματική βία θύμα της οποίας φαίνεται να έπεφτε για καιρό ο εικοσάχρονος ως «απλά πειράγματα» ή «υπερβολές»,  έδειξαν από την άλλη μια ιδιαίτερη επιμονή στην περιγραφή της λίμνης των Ιωαννίνων: τα πτώματα όσων πνίγονται εκεί, εξηγούσαν οι αστυνομικές πηγές σε τοπικό έντυπό, κάνουν ένα-δυο μήνες να βρεθούν· κάποτε και περισσότερο.

Όποιος έχει ασχοληθεί έστω και λίγο με το ζήτημα του bullying, εδώ δεν μπορεί παρά να δει την γκροτέσκα επανάληψη ενός έργου που παίζεται πάντα: Όταν μια ιστορία μακροχρόνιας λεκτικοκοινωνικοσωματικής βίας βγει ξαφνικά στην επιφάνεια των ήρεμων νερών μιας τοπικής κοινωνίας, το πρώτο αντανακλαστικό των φορέων που καλούνται να την αντιμετωπίσουν είναι να την ξανασπρώξουν γρήγορα προς τον βυθό. Κι αυτό συμβαίνει διότι, δυστυχώς, οι φορείς που καλούνται να διερευνήσουν κάθε τέτοια περίπτωση και να μιλήσουν/δράσουν επισήμως γι αυτήν (η αστυνομία, το σχολείο, οι φορείς που ελέγχουν τον χώρο όπου συμβαίνει), είναι εκείνοι που εξορισμού αδυνατούν να την κατανοήσουν. Κυρίως διότι στην εμπειρία και τη δυναμική του bullying βασίζεται και η δική τους συγκρότηση. Όταν θέλετε να μιλήσετε για το bullying, ξεκινήστε καλύτερα, από αυτή την αδυναμία. Από το πόσο δύσκολο είναι να το προβλέψει και να το διερευνήσει ένας διευθυντής αστυνομίας· ένας διοικητής στρατοπέδου· ένας σχολάρχης· ένας διοικητής «κέντρου κράτησης μεταναστών». Όχι, το πιο συχνό, γιατί είναι ανήθικοι οι συγκεκριμένοι άνθρωποι, αλλά διότι ρόλος τους είναι να προΐστανται φορέων διαχείρισης ακριβώς εκείνης της κουλτούρας που καθιστά κάποιες μορφές βίας και κυριαρχίας μη ορατές. Και σε δεύτερο χρόνο σκεφτείτε πόσο συνδέεται όλο αυτό με τη δική μου αδυναμία, τόσες γραμμές τώρα, να βρω μια ελληνική λέξη αντί να γράφω συνέχεια bullying και bullying· όχι γιατί δεν θέλω, αλλά γιατί η κουλτούρα που εκφράζεται με τη γλώσσα μου είναι μερικά πράγματα που δεν θέλει να τα συζητήσει σε βάθος, και προτιμά, κάθε φορά που ξεπηδάνε, να τα σπρώχνει ξανά κάτω από το χαλί.

Όσο κι αν τα αποτελέσματά του είναι ψυχολογικά και στη σφαίρα της ψυχολογίας μπορούν να αναζητηθούν και κάποιες από τις αιτίες του, εντούτοις η συγκρότηση, η μακροημέρευση, και η αναπαραγωγή του bullying είναι ζήτημα κοινωνικό. Πιάνει όλους μας, πιάνει την κουλτούρα μας, πιάνει βαθειά τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε έννοιες όπως ταυτότητα, δημόσια σφαίρα, συλλογικότητα, καταστατική διαφορά και συγκροτησιακή ετερότητα. Η δε αντιμετώπισή του, σε όλα τα επίπεδα, από το προσωπικό μέχρι το συλλογικό και το θεσμικό, είναι ζήτημα εντελώς πολιτικό. Ονομάζουμε bullying την επίμονη, επαναλαμβανόμενη, άσκηση βίας, λεκτικής ή/και σωματικής, η οποία βασίζεται συνήθως στη διαφορά. Προσέξτε αυτή την κομβικής σημασίας διαπλοκή «βία λεκτική ή/και σωματική», που τόσο πολύ αργούν να καταλάβουν οι θεσμοί (του νομοθέτη συμπεριλαμβανόμενου). Προσέξτε κι αυτό το εκτατικό «κάθε διαφορά»: κοινωνική, σωματική, εθνοτική, συμπεριφοράς, σεξουαλικότητας, φύλου κ.ο.κ. Προσέξτε, τέλος, πόσο το bullying συνδέει το ατομικό με το συλλογικό, και το δημόσιο με το ιδιωτικό. Κάπου εδώ και το πιο κρυφό του στοιχείο: μπορεί να φαίνεται στην επιφάνεια ότι το bullying είναι στρατηγική περιθωριοποίησης της διαφοράς. Κι όμως, τελικά, δεν είναι τόσο παιχνίδι αποκλεισμού (άλλωστε τα θύματα του στόχος είναι να παραμένουν όσο το δυνατόν μέσα στο πλαίσιο που τους εξασκεί βία). Είναι, κατά βάση, παιχνίδι κυριαρχίας, και μάλιστα παραδειγματικό. Εργαλείο, αλλά και σχολείο, επιβολής. Όσοι το νοιώσανε στο πετσί τους ξέρουν καλά γιατί μιλώ, γιατί θεωρώ την ξένη λέξη σημάδι έλλειψης και ανάγκη επιτακτική. Μα πιο πολύ αναγνωρίζουν την ευχή η εμπειρία του να φέρει, για όλους μας, μια συνειδητοποίηση όλο και πιο πολιτική.

Ο Δημήτρης Παπανικολάου διδάσκει νεοελληνική φιλολογία, θεωρία της λογοτεχνίας και σπουδές φύλου στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Feb 172015
 

an

(η αφίσα κυκλοφόρησε το 2003 κατά την Ευρωπαϊκή Σύνοδο της Θεσσαλονίκης)

Ένα άρθρο του κλινικού ψυχολόγου Bruce E. Levine που δημοσιεύτηκε στο alternet.org το 2012. Η μετάφραση είναι από το blog της ομάδας Δια-Τάραξη (αυτόνομη ομάδα του Δικτύου Κριτικής Ψυχολογίας)

Πηγή: Δια-Τάραξη

Πώς ο αντι-εξουσιασμός θεωρείται πρόβλημα ψυχικής υγείας

του Bruce E. Levine

Θα χορηγούσαμε φάρμακα στον Einstein; Πώς ο αντι-εξουσιασμός θεωρείται πρόβλημα ψυχικής υγείας. Πουλάμε όλο και περισσότερο φάρμακα που ουσιαστικά «θεραπεύουν» τους αντι-εξουσιαστές.

Στην καριέρα μου ως ψυχολόγος έχω μιλήσει με εκατοντάδες ανθρώπους, οι οποίοι προηγουμένως είχαν διαγνωστεί από άλλους επαγγελματίες με Εναντιωματική Προκλητική Διαταραχή Συμπεριφοράς, Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερ-κινητικότητας, Διαταραχή Άγχους και άλλες ψυχιατρικές διαταραχές, και μου έκαναν εντύπωση δύο πράγματα: το πόσοι από όσους έχουν διαγνωστεί είναι στην ουσία αντιεξουσιαστές και πόσο δεν είναι αυτοί οι ειδικοί που έχουν κάνει την διάγνωση.

Οι αντι-εξουσιαστές αμφισβητούν το αν μία αρχή είναι θεμιτή, πριν την πάρουν στα σοβαρά. Η εκτίμηση της νομιμότητας των αρχών περιλαμβάνει την εκτίμηση για το αν οι αρχές γνωρίζουν ή όχι στην πραγματικότητα αυτό, για το οποίο μιλούν, για το αν είναι ή όχι ειλικρινείς και αν ενδιαφέρονται για τους ανθρώπους που σέβονται την εξουσία τους. Και όταν οι αντι-εξουσιαστές εκτιμούν ότι μία εξουσία είναι παράνομη, αμφισβητούν και αντιστέκονται σε αυτήν την αρχή,  άλλοτε  επιθετικά και άλλοτε παθητικά-επιθετικά, μερικές φορές με σύνεση και μερικές όχι.

Μερικοί ακτιβιστές παραπονιούνται για το πόσο λίγοι αντι-εξουσιαστές υπάρχουν πλέον στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ένας λόγος θα μπορούσε να είναι ότι πολλοί φυσικοί αντι- εξουσιαστές τώρα πια παθολογικοποιούνται και τους χορηγείται αγωγή προτού αποκτήσουν πολιτική συνείδηση για τις πιο καταπιεστικές αρχές της κοινωνίας.

Γιατί οι Ειδικοί Ψυχικής Υγείας διαγιγνώσκουν τους Αντι-Εξουσιαστές με Ψυχική ασθένεια;

Το να αποκτήσει πρόσβαση σε Σχολή Μεταπτυχιακών ή στην ιατρική σχολή κάποιος και η κατάκτηση ενός διδακτορικού ή μεταπτυχιακού καθώς και το να γίνει ψυχολόγος ή ψυχίατρος σημαίνει ότι περνά μέσα από πολλά εμπόδια, τα οποία απαιτούν αρκετή συμπεριφοριστική και προσηλωμένη συμμόρφωση με τις αρχές, ακόμα και με αυτές, τις οποίες κάποιος δεν αποδέχεται. Η επιλογή και η κοινωνικοποίηση των ειδικών ψυχικής υγείας τείνουν να εξοντώνουν πολλούς αντι-εξουσιαστές. Τα πτυχία και τα διαπιστευτήρια αποτελούν κυρίως διακριτικές ενδείξεις της συμμόρφωσης. Εκείνοι που έχουν αποκτήσει εκτεταμένη εκπαίδευση έχουν ζήσει για πολλά χρόνια σε έναν κόσμο όπου συστηματικά συμβιβάζονται με τις απαιτήσεις των αρχών. Ως εκ τούτου για πολλούς κατόχους μεταπτυχιακού και διδακτορικού τίτλου, άνθρωποι διαφορετικοί από αυτούς που απορρίπτουν αυτή την προσήλωση και την συμπεριφοριστική συμμόρφωση, φαντάζουν σαν να είναι από άλλο κόσμο, έναν κόσμο παθογένειας. Έχω διαπιστώσει ότι οι περισσότεροι ψυχολόγοι, οι ψυχίατροι και άλλοι ειδικοί ψυχικής υγείας δεν είναι μόνο εξαιρετικά συμβιβασμένοι με τις αρχές αλλά και αγνοούν το βαθμό της υπακοής τους. Και μου έχει γίνει επίσης σαφές, ότι η αντι-εξουσιαστικότητα των ασθενών τους, δημιουργεί τεράστιο άγχος σε αυτούς τους ειδικούς και το άγχος τους, τους οδηγεί σε διαγνώσεις και θεραπείες.

Κατά τη διάρκεια του μεταπτυχιακού μου ανακάλυψα, ότι, το μόνο που χρειάστηκε για να με χαρακτηρίσουν ως «έχων προβλήματα με την εξουσία», ήταν το να μη γλύφω τον διευθυντή της κλινικής πρακτικής, του οποίου η προσωπικότητα ήταν ένας συνδυασμός Donald Trump, Newt Gingrich και Howard Cosell. Όταν μου είπαν κάποιοι διδάσκοντες ότι είχα κάποια θέματα με την εξουσία, μου δημιουργήθηκαν ανάμεικτα συναισθήματα για το ότι με χαρακτήρισαν έτσι. Από την μία πλευρά το βρήκα διασκεδαστικό επειδή έχοντας μεγαλώσει με παιδιά της εργατικής τάξης, κατά κάποιο τρόπο θεωρούνταν ότι έχω συμβιβαστεί με τις αρχές, αφού σε τελική ανάλυση έκανα τις εργασίες μου, διάβαζα και έπαιρνα καλούς βαθμούς. Ωστόσο, ενώ ο νέος μου χαρακτηρισμός ως «έχων προβλήματα με την εξουσία» με έκανε να χαμογελώ, επειδή τώρα θεωρούμουν το κακό αγόρι, με έκανε και να ανησυχώ σχετικά με τη φύση του επαγγέλματος που είχα επιλέξει. Συγκεκριμένα, εάν κάποιος σαν εμένα στιγματιζόταν ως «έχων θέματα με την εξουσία», πώς θα χαρακτήριζαν τα παιδιά, με τα οποία μεγάλωσα και που εστίαζαν την προσοχή και το ενδιαφέρον τους σε πολλά πράγματα εκτός από το σχολείο. Η απάντηση μου έγινε σύντομα σαφής.

Διαγνώσεις Ψυχικής Ασθένειας για τους αντι-εξουσιαστές

Ένα άρθρο του 2009 στους Psychiatric Times με τίτλο «ΔΕΠΥ και Αντιδραστική Διαταραχή Συμπεριφοράς: Αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις στην Διασπαστική Συμπεριφορά» αναφέρει ότι οι διασπαστικές διαταραχές, που περιλαμβάνουν την Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερ-κινητικότητας (ΔΕΠΥ) και την Αντιδραστική Διαταραχή Συμπεριφοράς (ΑΔΣ), αποτελούν τα πιο κοινά προβλήματα ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων. Η ΔΕΠΥ χαρακτηρίζεται από έλλειψη προσοχής και διάσπαση προσοχής, ασθενή αυτό-έλεγχο, παρορμητικότητα και υπερ-κινητικότητα. Η ΑΔΣ ορίζεται ως «ένα μοτίβο αρνητικής, εχθρικής και αντιδραστικής συμπεριφοράς χωρίς τις πιο σοβαρές παραβάσεις των δικαιωμάτων των άλλων που παρατηρούνται στην διαταραχή συμπεριφοράς», ενώ τα συμπτώματα της ΑΔΣ περιλαμβάνουν «συχνή αντίσταση ή άρνηση στον συμβιβασμό με τα αιτήματα των ενηλίκων ή τους κανόνες» και «συχνές εντάσεις με τους ενήλικες».

Ο Ψυχολόγος Russell Barkley, μία από τις επικρατέστερες αυθεντίες ψυχικής υγείας στη ΔΕΠΥ, υποστηρίζει ότι όσοι διαγιγνώσκονται με ΔΕΠΥ έχουν ελλείμματα σε ό,τι ο ίδιος αποκαλεί «κανονιστική συμπεριφορά», καθώς είναι λιγότερο αποκριτικοί σε κανόνες των καθιερωμένων αρχών και λιγότερο ευαίσθητοι σε θετικές ή αρνητικές συνέπειες των πράξεων τους. Η ΑΔΣστους νέους, σύμφωνα με τις επικρατούσες αρχές της ψυχικής υγείας, χαρακτηρίζεται επίσης από αυτά τα λεγόμενα ελλείμματα στην «κανονιστική συμπεριφορά» και για αυτό είναι εξαιρετικά συχνή η διπλή διάγνωση για ΔΕΠΥ και ΑΔΣ στους νέους.

Θέλουμε πράγματι να διαγνώσουμε και να θεραπεύσουμε όλους όσους έχουν ελλείμματα στην «κανονιστική συμπεριφορά»;

Ο Albert Einstein , στη νεανική του ηλικία, θα είχε πιθανότατα διαγνωστεί με ΔΕΠΥ και ίσως και με ΑΔΣ. Ο Albert δεν πρόσεχε τους δασκάλους του, απέτυχε δύο φορές στις εισαγωγικές εξετάσεις του κολλεγίου του και αντιμετώπιζε δυσκολία στο να παραμένει σε μία δουλειά. Ωστόσο, ο βιογράφος του Einstein ο Ronald Clark (Einstein: The Life and Times) υποστηρίζει ότι τα προβλήματα του Einstein δεν προέρχονταν από ελλείμματα προσοχής αλλά μάλλον από το μίσος του για την αυταρχική πρωσική πειθαρχία των σχολείων του. Ο Einstein είχε πει: «Οι δάσκαλοι στο δημοτικό σχολείο μου φαίνονταν σαν λοχίες και στο Γυμνάσιο οι δάσκαλοι ήταν σαν υπασπιστές.» Στην ηλικία των 13, ο Einstein διάβασε την δύσκολη «Κριτική του Καθαρού λόγου» του Καντ, επειδή τον ενδιέφερε. Ο Clark μας λέει επίσης, ότι ο Einstein αρνήθηκε να προετοιμαστεί για τις εισαγωγικές εξετάσεις του κολλεγίου του, λόγω αντίδρασης στον «αφόρητο» δρόμο του πατέρα του προς ένα πρακτικό επάγγελμα. Αφότου μπήκε στο κολέγιο, ένας καθηγητής είπε στον Einstein: «Έχεις ένα μειονέκτημα, κανείς δεν μπορεί να σου πει τίποτα». Τα κύρια χαρακτηριστικά του Einstein που ανησυχούσαν τις αρχές τόσο πολύ ήταν ακριβώς εκείνα που του επέτρεπαν να υπερέχει.

Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, ο Saul Alinsky, ο θρυλικός ιδρυτής και συγγραφέας του Reveille for Radicals and Rules for Radicals, θα είχε διαγνωστεί σίγουρα με μία ή περισσότερες Διαταραχές Διασπαστικής Συμπεριφοράς. Ανακαλώντας την παιδική του ηλικία, ο Alinsky είπε: «Ποτέ δεν σκέφτηκα να περπατήσω στο γρασίδι, μέχρι που είδα μία ταμπέλα να λέει ‘Μην πατάτε το γρασίδι’. Τότε θέλησα να το ποδοπατήσω». Ο Alinsky ανακαλεί επίσης μία φορά, όταν ήταν 10 ή 11 ετών και ο ραβίνος του τον δίδασκε στα Εβραϊκά: «Μία μέρα διάβασα τρεις σελίδες στη σειρά χωρίς λάθη στην προφορά, και ξαφνικά μία δεκάρα έπεσε πάνω στην Αγία Γραφή… Την επόμενη μέρα ο ραβίνος εμφανίστηκε και μου είπε να ξεκινήσω την ανάγνωση. Και δεν θα το έκανα: Απλώς στάθηκα εκεί σιωπηλός, αρνούμενος να διαβάσω. Με ρώτησε γιατί ήμουν τόσο ήσυχος και είπα ‘Αυτή τη φορά ή μία νικέλιο (είδος νομίσματος) ή τίποτα.’ Τράβηξε πίσω το χέρι του και με ένα χτύπημα με πέταξε στην άλλη άκρη του δωματίου.»

Πολλοί άνθρωποι με σοβαρό άγχος ή/και κατάθλιψη είναι επίσης αντι-εξουσιαστές. Συχνά ένα σημαντικό πρόβλημα στη ζωή τους, που τροφοδοτεί το άγχος τους ή/και την κατάθλιψη τους, είναι ο φόβος τους ότι η περιφρόνηση για τις αθέμιτες αρχές θα τους οδηγήσει σε οικονομική και κοινωνική περιθωριοποίηση, φοβούνται, όμως, ότι η συμμόρφωση με τέτοιες αθέμιτες αρχές θα τους προκαλέσει υπαρξιακό θάνατο.

Έχω περάσει αρκετό χρόνο με ανθρώπους που είχαν κάποια στιγμή στη ζωή τους σκέψεις και συμπεριφορές τόσο παράξενες, που ήταν εξαιρετικά τρομακτικές για τις οικογένειές τους και ακόμη και για τους ίδιους: είχαν διαγνωστεί με σχιζοφρένεια και άλλες ψυχώσεις, αλλά έχουν ανακάμψει πλήρως και εδώ και πολλά χρόνια ζουν μία παραγωγική ζωή. Σε αυτόν τον πληθυσμό δεν έχω συναντήσει ούτε ένα άτομο, το οποίο δεν θα θεωρούνταν κύριος αντι-εξουσιαστής. Αφού ανέκαμψαν, είχαν μάθει να διοχετεύουν την αντι-εξουσιαστικότητα τους σε πιο εποικοδομητικές πολιτικές σκοπιμότητες, συμπεριλαμβανομένης της μεταρρύθμισης της θεραπείας της ψυχικής υγείας.

Πολλοί αντι-εξουσιαστές που νωρίτερα στη ζωή τους είχαν διαγνωστεί με ψυχική ασθένεια μου εξηγούν  ότι από τη στιγμή που χαρακτηρίστηκαν με μία ψυχιατρική διάγνωση βρέθηκαν σε δίλημμα. Οι εξουσιαστές, εξ ορισμού, απαιτούν τυφλή υπακοή, και έτσι κάθε αντίσταση στη διάγνωση και τη θεραπεία τους δημιουργούσε τεράστιο άγχος στους αυταρχικούς επαγγελματίες υγείας. Και οι επαγγελματίες, βρισκόμενοι εκτός ελέγχου, τους χαρακτήρισαν ως «μη συμμορφούμενους με τη θεραπεία»” αύξησαν τη σοβαρότητα της διάγνωσής τους, και αύξησαν τα φάρμακά τους. Αυτό εξόργιζε τους αντι-εξουσιαστές, μερικές φορές τόσο πολύ που αντιδρούσαν με τρόπους που τους έκανε να φαίνονται ακόμα πιο τρομακτικοί στις οικογένειές τους.

Υπάρχουν αντι-εξουσιαστές που χρησιμοποιούν ψυχιατρικά φάρμακα για να τους βοηθήσουν λειτουργικά, όμως συχνά απορρίπτουν εξηγήσεις ψυχιατρικών αρχών για τις αιτίες που προκαλούν τις δυσλειτουργίες. Έτσι, για παράδειγμα, μπορεί να λαμβάνουν Adderall (μία αμφεταμίνη που χορηγείται για ΔΕΠΥ), αλλά ξέρουν ότι η ελλειμματική τους προσοχή δεν είναι αποτέλεσμα βιοχημικής εγκεφαλικής ανισορροπίας αλλά μάλλον οφείλεται σε μια βαρετή δουλειά. Παρομοίως, πολλοί αντι-εξουσιαστές σε εξαιρετικά αγχώδη περιβάλλοντα θα λάβουν κατά καιρούς συνταγογραφημένες βενζοδιαζεπίνες, όπως οι Xanax, ακόμη κι αν πιστεύουν ότι θα ήταν ασφαλέστερο να χρησιμοποιούν περιστασιακά μαριχουάνα, αλλά δεν μπορούν, λόγω των εξετάσεων αίματος για ουσίες στη δουλειά τους.

Σύμφωνα με την εμπειρία μου, πολλοί αντι-εξουσιαστές που χαρακτηρίζονται με ψυχιατρικές διαγνώσεις συνήθως δεν απορρίπτουν όλες τις αρχές, αλλά μόνο αυτές που θεωρούν αθέμιτες, και οι οποίες απλώς τυχαίνει να αποτελούν μεγάλο μέρος των αρχών της κοινωνίας.

Διατηρώντας το Κοινωνικό Status Quo

Οι Αμερικανοί κοινωνικοποιούνται ολοένα και περισσότερο για να εξισώσουν την απροσεξία, τον θυμό, το άγχος, και την μόνιμη απελπισία με μια ιατρική κατάσταση, και να αναζητήσουν ιατρική θεραπεία αντί για πολιτικά μέσα. Τι καλύτερος τρόπος για να διατηρηθεί το status quo, το να θεωρηθούν η απροσεξία, ο θυμός, το άγχος, η κατάθλιψη ως βιοχημικά προβλήματα ατόμων που είναι ψυχικά ασθενή, αντί για φυσιολογικές αντιδράσεις σε μία ολοένα και πιο αυταρχική κοινωνία;

Η πραγματικότητα είναι ότι η κατάθλιψη σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με κοινωνικές και οικονομικές δυσκολίες. Είναι πολύ πιο πιθανό να είναι κάποιος καταθλιπτικός, αν είναι άνεργος, υπο-απασχολούμενος, στη δημόσια πρόνοια, ή χρεωμένος (δες εδώ περισσότερα στοιχεία). Και τα παιδιά με ΔΕΠΥ δίνουν προσοχή όταν πληρώνονται, ή όταν μια δραστηριότητα είναι καινοτόμος, τους ενδιαφέρει, ή επιλέγεται από αυτούς (τεκμηριώνεται στο βιβλίο μου Commonsense Rebellion).

Στον σκοταδισμό, οι αυταρχικές μοναρχίες συνεργάζονταν με αυταρχικούς θρησκευτικούς θεσμούς. Όταν ο κόσμος βγήκε από αυτή την σκοτεινή εποχή και εισήχθη στον Διαφωτισμό, υπήρξε μια έκρηξη ενέργειας. Μεγάλο μέρος αυτής της αναζωογόνησης είχε να κάνει με το να τολμήσει κάποιος το σκεπτικισμό για τους αυταρχικούς και διεφθαρμένους θεσμούς και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στο μυαλό κάποιου. Τώρα βιώνουμε έναν άλλο σκοταδισμό, όπου μόνο τα θεσμικά όργανα έχουν αλλάξει. Οι Αμερικανοί χρειάζονται απεγνωσμένα αντι-εξουσιαστές να αμφισβητήσουν, να προκαλέσουν, και να αντισταθούν στις νέες παράνομες αρχές και να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στη δική τους κοινή λογική.

Σε κάθε γενιά θα υπάρχουν εξουσιαστές και αντι-εξουσιαστές. Ενώ είναι ασυνήθιστο στην ιστορία της Αμερικής οι αντι-εξουσιαστές να λάβουν ένα είδος αποτελεσματικής δράσης που να εμπνέει τους άλλους να επαναστατήσουν με επιτυχία, μία φορά στο τόσο ένας Tom Paine, Crazy Horse ή Malcolm X εμφανίζονται. Έτσι, οι εξουσιαστές περιθωριοποιούν οικονομικά όσους αντιδρούν στο σύστημα, ποινικοποιούν τον αντι-εξουσιασμό, ψυχοπαθολογικοποιούν τους αντι-εξουσιαστές, και πουλούν φάρμακα για την «θεραπεία» τους.

Μετάφραση: Μαρία Πολυκρέτη

Επιμέλεια Μετάφρασης: Αντωνία Κουνενάκη και Ομάδα Δια-Τάραξη

Feb 012015
 

14-burke

Η ιστορία του πόνου: από την προσευχή στα παυσίπονα

συνέντευξη της Τζοάνα Μπερκ στον Δημήτρη Παπανικολάου 

Πηγή: Ενθέματα

Η Joanna Bourke είναι μια από τις πιο γνωστές σύγχρονες ιστορικούς της Βρετανίας, συγγραφέας, μεταξύ άλλων, των σημαντικών βιβλίων An Intimate History of Killing, Fear: ACultural History, Rape: A History και What it Means to be Human. Την επόμενη Τρίτη θα βρίσκεται στην Αθήνα για μια συζήτηση στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών με θέμα το πρόσφατο βιβλίο της Η ιστορία του πόνου: από την προσευχή στα παυσίπονα (The Story ofPain: From Prayer to Painkillers, Oxford University Press, 2014). Με την αφορμή αυτή, τα Ενθέματα δημοσιεύουν μια συζήτηση μαζί της για την ιστορία της βίας και των συναισθημάτων, την πολιτική χρήση του πόνου και το ρόλο του δημόσιου διανοούμενου σήμερα.

Πώς αποφασίσατε να γράψετε ένα βιβλίο για την Ιστορία του πόνου; Ποιες ήταν οι καθοριστικές στιγμές στη διάρκεια της έρευνάς σας;

Το μεγαλύτερο μέρος του έργου μου ουσιαστικά συνδέεται με την πρόκληση πόνου. Έχω γράψει μελέτες για το πώς άνδρες (και μερικές γυναίκες) σκοτώνουν άλλους ανθρώπους σε καιρό πολέμου· τη γλώσσα που χρησιμοποιούν οι βιαστές για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους· τις θεωρίες που επιτρέπουν σε ορισμένους ανθρώπους να τοποθετηθούν εκτός του ανθρώπινου. Σε αυτό το βιβλίο ήθελα να ακουστούν πιο δυνατά οι πάσχοντες. Το βιβλίο μου για τον πόνο αντιπροσώπευε, με άλλα λόγια, μια αλλαγή της οπτικής γωνίας της αφήγησης: από τους δράστες στα θύματα και την οδύνη τους.

Η δεύτερη μεγάλη στιγμή ήταν όταν αποφάσισα να απορρίψω την καρτεσιανή διάκριση μεταξύ «πόνου» και «ψυχικής οδύνης». Φυσικά, η καρτεσιανή διάκριση ανάμεσα στο σώμα και το μυαλό ή την ψυχή είναι βαθιά ριζωμένη στον πολιτισμό μας και οι άνθρωποι σε κατάσταση πόνου συνήθως διακρίνουν μεταξύ σωματικού και ψυχικού πόνου (νιώθω σωματικό πόνο γιατί κάηκα φτιάχνοντας καφέ — υποφέρω ψυχολογικά επειδή τσακώθηκα με τον αγαπημένο μου). Παρ’ όλα αυτά, ο ψυχικός πόνος περιλαμβάνει πάντα σωματικές αντιδράσεις –νευροχημικές, μυικές, νευρικές και ούτω καθεξής– ενώ ο σωματικός πόνος δεν υπάρχει χωρίς ψυχική συνιστώσα. Το έγκαυμά μου με στεναχωρεί· η θλίψη μου βαραίνει το σώμα μου.

Η τελευταία σημαντική στιγμή ήταν η απόρριψη της ιδέας ότι ο πόνος είναι ιδιωτικός ή υποκειμενικός. Βεβαίως, ο πόνος είναι κάτι που ο καθένας μας εκλαμβάνει ως «δικό του». Όμως δεν υπάρχει ουσιαστικά ένας εντελώς ιδιωτικός πόνος. Εμπειρίες πόνου δεν προκύπτουν «φυσικά», αλλά πάντα σε διαπραγμάτευση με το κοινωνικό περιβάλλον. Από τη στιγμή της γέννησής τους, τα βρέφη μυούνται σε πολιτισμούς του πόνου. Καθώς ωριμάζουν, τα άτομα που είναι υπεύθυνα για την κοινωνικοποίησή τους δίνουν προσοχή σε ορισμένα δάκρυά τους και σε άλλα όχι· τους χτυπούν τα χέρια όταν τα φέρνουν κοντά στη φωτιά· κάποιες πληγές τις φιλάνε για να περάσουν, άλλες όχι· κάποιες μελανιές τις παραβλέπουν. Έχει διαφορά αν είσαι αγόρι ή κορίτσι. Έχει σημασία αν είσαι φτωχός. Οι άνθρωποι που πονούν μαθαίνουν είτε να υποφέρουν σιωπηλά (προσπαθώντας να είναι «καλοί ασθενείς»!) είτε να κάνουν σαματά. Ο πόνος, λοιπόν, δεν είναι ποτέ ιδιωτικός, αλλά συνδέεται πάντα με μια διαπραγμάτευση κοινωνική.

Πόσο έχει αλλάξει όχι μόνο η αντιμετώπιση του πόνου, αλλά και η ίδια η έννοια και η σημασία του πόνου από τον 18ο αιώνα μέχρι σήμερα;

Η πιο σημαντική αλλαγή βρίσκεται και στον υπότιτλο του βιβλίου μου: Από την προσευχή στα παυσίπονα. Πρόκειται για διαφορετικούς τρόπους αντιμετώπισης του πόνου, προφανώς.

Αλλά και η ίδια η γλώσσα που οι άνθρωποι χρησιμοποιούν για να επικοινωνήσουν τον πόνο τους, κι αυτή έχει αλλάξει. Οι αισθήσεις του σώματος και οι μεταφορές που χρησιμοποιούνται για να τις περιγράψουν, ποτέ δεν εμφανίζονται ξαφνικά, σαν να βγαίνουν από το μυαλό κάποιου, αλλά διαμορφώνονται σε αλληλεπίδραση με την κοινωνική πραγματικότητα, από την βρεφική ηλικία. Το σώμα δεν είναι ποτέ καθαρή ύλη: διαμορφώνεται διαρκώς μέσα σε κοινωνικούς, γνωσιακούς και μεταφορικούς κόσμους. Μια συνεχής κοινωνική διαδικασία αλληλεπίδρασης.

Μπορούμε να καταγράψουμε την εμφάνιση «νέων» μεταφορών που χρησιμοποιούνται για τον πόνο σε αυτούς τους αιώνες. Βλέπουμε καινούριες μεταφορές για τον πόνο βασισμένες στην βιομηχανοποίηση, τους σιδηροδρόμους, το ηλεκτρικό, την πολεμική τεχνολογία. Σιγά σιγά, ανάμεσα στον 18ο και τον 20ο αιώνα διακρίνουμε μια μεγάλη αλλαγή: ο πόνος, από κάτι που έπρεπε κανείς να υποστεί, αρχίζει όλο και περισσότερο να περιγράφεται σαν ένας εχθρός που πρέπει να καταπολεμηθεί και να ηττηθεί.

Όμως υπάρχουν και άλλες σημαντικές αλλαγές. Η έλευση των αναλγητικών και η πρόοδος της αναισθησιολογίας είναι σημαντικές. Παλιότερα, την εποχή που δεν υπήρχε η δυνατότητα να εξαλειφθεί με φαρμακευτικά μέσα ο οξύς πόνος, η αντοχή εκλαμβάνονταν ως αρετή. Από τη στιγμή που υπήρξε η δυνατότητα για αποτελεσματική ανακούφιση, η στωϊκή υπομονή του πόνου άρχισε να θεωρείται λιγότερο άξια επαίνου, και περισσότερο μια διαστροφή. Απογυμνωμένος από την μυστικιστική του αύρα και την παρουσία του σε βασικά θεολογικά κείμενα, ο πόνος αναδείχθηκε στο απόλυτο κακό, που, άνισα διαμοιρασμένος, μπορεί να ταλαιπωρεί το ίδιο τον ενάρετο και τον αμαρτωλό.

Στη διάρκεια αυτής της εποχής αλλάζει επίσης η σχέση γιατρού-ασθενή σε σχέση με τον πόνο. Στους τελευταίους δύο αιώνες ο πόνος έχει υποβιβαστεί ως στοιχείο της διάγνωσης. Κατά τη διάρκεια του 18ου και του 19ου αιώνα, οι γιατροί έδιναν αξία στις αφηγήσεις των ασθενών για τον πόνο τους ώστε να φθάσουν σε διάγνωση – ενώ ο πόνος θεωρούνταν επίσης αναπόφευκτο μέρος της θεραπείας. Οι γιατροί έσπρωχναν έτσι τους ανθρώπους να μιλήσουν για τη ζωή και για τους πόνους τους. Με τον καιρό όμως, οι αφηγήσεις του πόνου έχασαν κάθε σημασία, πέρα από τη βασική πληροφορία, εκφρασμένη από την κραυγή: «πονάει εδώ». Με άλλα λόγια, από το μέσο του 19ου αιώνα και εξής, οι αφηγήσεις πόνου μετατράπηκαν σε θόρυβο, που δεν είχε πια καμία αξία για τη διαδικασία της διάγνωσης. Για τους νοσοκομειακούς γιατρούς, η δυστυχία ενός ανθρώπου υποβιβαζόταν στα διαφορετικά της μέρη εντός του σώματος. Το παράπονο του ασθενούς δεν ήταν παρά ένα εμπόδιο προς την ολοκληρωτική «κατάκτηση του πόνου». Οι περίπλοκες και λεπτομερείς αφηγήσεις πόνου των ασθενών έγιναν έτσι σιγά σιγά πηγές ντροπής, και τους καθιστούσαν δυνάμει «κακούς ασθενείς».

Αυτό που έχουμε σήμερα στη διαδικασία της διάγνωσης, είναι η «οπτική αναλογική κλίμακα», η οποία αποτελείται από μια γραμμή, η μία άκρη της οποίας συμβολίζει το «όχι πόνος» και η άλλη το «χειρότερος πόνος που μπορείς κανείς να φανταστεί»: οι ασθενείς καλούνται να δείξουν το σημείο της γραμμής που εκφράζει καλύτερα το μέγεθος του πόνου τους. Και η πιο πρόσφατη εξέλιξη, το «άγιο δισκοπότηρο» της αντικειμενικής διάγνωσης και μέτρησης του πόνου είναι η απεικόνιση του εγκεφάλου (brain imaging). Αυτή η τεχνολογία βγάζει εντελώς από τη μέση την υποκειμενική έκφραση του ανθρώπου που πονάει. Ο ασθενής δεν χρειάζεται πια να μιλάει, δεν χρειάζεται ούτε καν να δείχνει. Το σώμα του μόνο πρέπει να μιλάει πια, να λέει τη δική του ιστορία, στη βάση των ενδείξεων που μπορεί να ανιχνεύσει η καινούρια τεχνολογία. Κάπως έτσι, το πολύπλοκο φαινόμενο του να πονάει κανείς, περιορίζεται σε μια μόνο του πλευρά της συνολικής εμπειρίας. Ο άνθρωπος-που-πονά, ουσιαστικά εξαφανίζεται: η συζήτηση στο προσκέφαλο του ασθενούς, η προσπάθεια να καταλάβει ο γιατρός τον πόνο του, αντικαθίσταται απο μια ακτινογραφία εγκεφάλου. Η άποψή μου είναι ότι πρέπει να ξανασκεφτούμε αυτή την εξέλιξη, και να της αντισταθούμε· αν πραγματικά θέλουμε να βοηθάμε ανθρώπους που πονούν, θεωρώ ότι πρέπει να ξαναγυρίσουμε σε μια ιατρική βασισμένη περισσότερο στην αφήγηση του ασθενούς.

Σήμερα, εν έτει 2015, μπορούν τα κράτη να προκαλούν ή να ανακουφίζουν τον πόνο, και με ποιο τρόπο;

Τα κράτη μπορούν να κάνουν πολλά για να ανακουφίσουν τον πόνο (και ήδη κάνουν πολλά που τον προκαλούν). Σε τελευταία ανάλυση, ο πόνος δεν είχε ποτέ τίποτε το δημοκρατικό. Το 1896, στη 15η επέτειο της πρώτης δημόσιας χορήγησης χειρουργικής αναισθησίας, ο ιατρός Σίλας Βίερ Μίτσελ απήγγειλε το διάσημο ποίημά του «Η Γένεση και ο Θάνατος του Πόνου» το οποίο περιελάμβανε τους εξής στίχους:

«Αυτόν [τον πόνο] κανείς με μοίρα ανθρώπινη δε θ’ αποφύγει:/ Μια αμείλικτη δημοκρατία οδύνης περιμένει / Δίπλα στο ράντζο του φτωχού, μέσα απ’ του πλούσιου την πύλη».

Δεν θα μπορούσε να λαθεύει περισσότερο. Ο πόνος είναι σύμφυτος με τις άνισες οικονομικές σχέσεις. Τα άτομα γεννιούνται σε κόσμους που δεν έφτιαξαν τα ίδια. Βολεύονται και συναινούν, αγωνίζονται και υποτάσσονται, στα περιβαλλοντικά και κοινωνικά πλαίσια στα οποία βρίσκονται, αλλά εκκινώντας πάντα από αφετηρίες που δεν έχουν διαλέξει. Τα άτομα σε γενικές γραμμές δεν διαλέγουν τον πόνο: οι δομικές ανισότητες ευνοούν την επιβολή του σε ορισμένες ομάδες σε σημαντικά μεγαλύτερο βαθμό από άλλες.

Οι φτωχοί, οι μειονότητες, οι εργαζόμενοι σε επικίνδυνα επαγγέλματα κ.λπ. είναι πολύ πιο πιθανό να υποφέρουν. Στα τέλη του 20ου και τις αρχές του 21ου αιώνα, οι ηλικιωμένοι, τα μικρά παιδιά, οι φτωχοί, οι χειρώνακτες εργάτες, καθώς και οι προερχόμενοι από εθνοτικές μειονότητες, συνεχίζουν να υφίστανται τις σοβαρές συνέπειες των προκαταλήψεων που τους θέλουν να παρουσιάζουν μεγαλύτερη αντοχή στον πόνο. Το αποτέλεσμα; Τους χορηγούνται συστηματικά λιγότερα παυσίπονα, και σε μεταγενέστερο στάδιο, από άλλες ομάδες του πληθυσμού που υποφέρουν.

Τα κράτη έχουν ένα σημαντικό ρόλο στη σφυρηλάτηση κοινωνιών με περισσότερη ισότητα από τις σημερινές που αφήνουν κάποιους να μαραζώνουν και συντρέχουν άλλους, που είναι ήδη πλούσιοι και τυχεροί.

Ποια μπορεί να είναι η δημόσια παρουσία του πόνου σε μια κοινωνία διακινδύνευσης και κρίσης;

Ο πόνος που αντιμετωπίζουμε όταν ζούμε μια ζωή διακινδύνευσης πρέπει να αντιμετωπίζεται όπως κάθε άλλος πόνος: με το να μιλάμε γι αυτό τον πόνο, και να δημιουργούμε κοινότητες αλληλεγγύης. Σε εποχές κρίσης είναι ακόμα πιο σημαντικό να ξεφύγουμε από το δυϊσμό ψυχολογικός πόνος vs. σωματικός πόνος – ακριβώς γιατί σε τέτοιες εποχές οι άνθρωποι βρίσκονται σε ένα καθεστώς πόνου που συνδέει πολύ ξεκάθαρα και τα δύο – και απαιτεί ο κάθε ένας να λαμβάνει περισσότερο υπόψιν του τον πόνο του άλλου.

Ας συνειδητοποιήσουμε ότι η δημοσιοποίηση του πόνου, η μεταμόρφωση δηλαδή του πόνου σε κάτι που συζητιέται και διαμορφώνει κοινότητα, είναι ένα σημαντικό πολιτικό βήμα. Ο πόνος είναι πάντα κάτι δημόσιο – το να τον θεωρούμε στοιχείο της ιδιωτικής σφαίρας είναι λάθος – και η συνειδητοποίηση αυτού είναι μια σημαντική πολιτική χειρονομία. Σκεφτείτε πόσο, κάθε λογής εξουσίες, μάς σπρώχνουν να πάσχουμε ιδιωτικά, και να μην εκφράζουμε τον πόνο μας δημόσια και συλλογικά.

Σχετική με όλα αυτά είναι και μια διάκριση που συνήθως κάνω στη δουλειά μου ανάμεσα σε άγχος και φόβο για τον πόνο. Κάθε λογής εξουσίες προτιμούν οι άνθρωποι να έχουν άγχος συνεχές για την πιθανότητα να πονέσουν. Ένα άγχος για τον πόνο που θα κάνει τους ανθρώπους να αποσύρονται διαρκώς στην σφαίρα του ιδιωτικού, να απομονώνονται. Είναι πολύ πιο απελευθερωτικό, αντί του άγχους, να μιλάει κανείς για τον φόβο του πόνου. Σε αντίθεση με το άγχος, ο φόβος είναι κάτι που μπορεί να προσδιοριστεί, να αναγνωρισθεί, να αναλυθεί, να μοιραστεί. Ο φόβος είναι δυνάμει δημόσιος και συγκεκριμένος, μια κοινωνία μπορεί να του αντισταθεί αν δράσει συλλογικά· αντίθετα το άγχος είναι άμορφο, ρευστό, παντού και πουθενά, ένα διαλυτικό συναίσθημα που είναι τοξικό ακριβώς γιατί δεν μπορεί να επικοινωνηθεί και να μοιραστεί.

Πώς θα περιγράφατε το ερευνητικό σας έργο ως σύνολο; Ποια είναι η ερώτηση που συνδέει τις διαφορετικές πλευρές των ερευνητικών σας ενδιαφερόντων;

Έχω περάσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου κρυφακούγοντας τις φωνές των γυναικών και των καταπιεσμένων, των μειονοτήτων και των κατατρεγμένων. Αλλά η έμφαση που έδινα ήταν συνήθως σε εκείνους τους ανθρώπους που προσπαθούν να πληγώσουν αυτές τις ομάδες των ανθρώπων – στο βιβλίο μου για τον πόνο αλλάζω οπτική γωνία, από το θύμα στον θύτη, όμως το ενδιαφέρον παραμένει το ίδιο. Όπως και σε όλη μου τη δουλειά, το ενδιαφέρον μου είναι κατά βάση στην καθημερινή οδύνη, σε αντίθεση με την «υψηλή πολιτική» ή την παραδοσιακή στρατιωτική ιστορία.

Αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό στο πλαίσιο ενός άλλου βιβλίου που εκδόθηκε φέτος με τίτλοWounding the World: How Military Violence and War Games Invade Our Lives (Virago, 2014). Αυτό είναι σαφώς μια πολεμική ενάντια στην στρατικοποίηση και φυσικά εξόργισε τους υπέρ της σρατιωτικοποίησης σχολιαστές.

Το βιβλίο που γράφω τώρα ασχολείται με την επιστήμη και την τέχνη του τραυματισμού άλλων ανθρώπων, δηλαδή τη σκοτεινή επιστήμη της βαλλιστικής, την επιστήμη της έρευνας, του σχεδιασμού, και της κατασκευής όπλων που αποσκοπεί στην πρόκληση των πιο εξουθενωτικών τραυμάτων σε άλλους ανθρώπους. Η ιστορία της βαλλιστικής επιστήμης έχει παραδοσιακά επικεντρωθεί σε τεχνολογίες και στρατηγικές. Υποστηρίζω ότι πρέπει να την δούμε εκ νέου λαμβάνοντας υπόψιν τη σωματικότητα, την τρωτότητα, και τα συναισθήματα.

Έχουν όμως τα συναισθήματα ιστορία; Ακόμη και αν οι άνθρωποι αντιδρούν διαφορετικά, και μιλούν γι’ αυτά με διαφορετικούς όρους, δεν έχουν ωστόσο τα ίδια συναισθήματα άσχετα από το χωροχρονικό πλαίσιο;

Τα συναισθήματα έχουν ιστορικότητα, ναι. Ισχυρίζομαι πως μια ανάλυση των δυναμικών διασυνδέσεων ανάμεσα στη γλώσσα, την κουλτούρα και το σώμα μπορεί να συνεισφέρει σε μια ιστορία της αίσθησης. Οι τρεις έννοιες της γλώσσας, της κουλτούρας και του σώματος είναι στενογραφημένοι όροι ιδιαίτερα πολύπλοκων φαινομένων. Εννοιολογικά, είναι χρήσιμο να τις σκεφτόμαστε σαν τρία νήματα που μπλέκονται κι αποτελούν μαζί ένα σχοινί. Καμία από τις τρεις δεν είναι διακριτή οντότητα: η κάθε μια υπάρχει σε σχέση με τις άλλες, και μια προσαρμογή της μιας αναπόφευκτα επηρεάζει και τις άλλες. Τα σώματα δεν είναι απλώς δοχεία αισθήσεων, αλλά εμπλέκονται ενεργά στις γλωσσικές διαδικασίες και τις κοινωνικές διαδράσεις που συναποτελούν αυτές τις αισθήσεις. Η γλώσσα εμπλέκεται σε έναν διάλογο με τα βιολογικά σώματα και τα κοινωνικά περιβάλλοντα. Και η κουλτούρα δεν «εγγράφει» απλώς τα κείμενά της πάνω σε ένα βιολογικό, προ-κοινωνικό σώμα, αλλά συμβάλλει στην κατασκευή των σωμάτων και των μεταφορικών συστημάτων. Με αυτόν τον τρόπο, αυτό το μοντέλο «γλώσσα, κουλτούρα, σώμα» είναι διαδραστικό, και το κάθε νήμα του διαπλέκεται με τα άλλα σε μια ενεργητική, δυναμική σχέση.

Αυτός ο τρόπος σκέψης για τα συναισθήματα και για τον τρόπο που επικοινωνούνταν στο παρελθόν προσφέρει ένα χρήσιμο θάμπωμα του δυϊσμού μυαλό/σώμα. Ανοίγει ένα χώρο εξερεύνησης των τρόπων με τους οποίους οι οδυνηρές αισθήσεις αλλάζουν-με-το-χρόνο. Οι εμπειρίες των ανθρώπων για το σώμα τους διαμορφώνονται από το περιβαλλοντικό πλαίσιο και τις πολιτισμικές διαδικασίες, περιλαμβανομένων της γλώσσας και της διαλέκτου, των σχέσεων εξουσίας, του φύλου, της τάξης και των πολιτισμικών προσδοκιών, και τέλος του βάρους και του νοήματος που αποδίδεται στις θρησκευτικές, επιστημονικές και άλλες γνώσεις.

Ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος ενός «δημόσιου διανοούμενου» στον σύγχρονο κόσμο;

Πιστεύω βαθιά στην ανάγκη για «δημόσιους διανοούμενους». Ο όρος «δημόσιος» αναφέρεται στα κοινά, στο κοινό καλό. Ο δημόσιος διανοούμενος είναι το άτομο που διευκολύνει την παραγωγή του κοινού καλού. Το «δημόσιο» δεν είναι μιντιακή αναφορά — ο «δημόσιος διανοούμενος» δεν είναι προϊόν ενημερωδιασκέδασης προς κατανάλωση. Ούτε είναι θέμα αριθμών (ένα είδος διασημότητας της οποίας η αξία μπορεί να εκτιμηθεί με τους λογιστικούς όρους της αγοράς και μέσω ενός διαγωνισμού μεταξύ των λεγόμενων «δημόσιων διανοούμενων» ως κυρίαρχων αρσενικών που μετρούν τα ακροατήρια και τα εγώ τους). Αντίθετα, το «δημόσιο» ορίζεται σύμφωνα με τους σκοπούς ή τις προθέσεις του διανοούμενου. Ο δημόσιος διανοούμενος εμπλέκεται σε αγώνες για το κοινό καλό. Με άλλα λόγια, ο ρόλος του διανοούμενου είναι ιδεολογικός: πρόκειται για πολιτική πρακτική. Η επιτέλεση αυτού του πολιτικού έργου είναι η συνεισφορά μας στην κοινωνία. Οι διανοούμενοι είναι άνθρωποι που δεν κοιτάζουν απλά «τη δουλειά τους».

Ίσως η χιλιοτραγουδισμένη αδυναμία της ιστορίας-ως-επιστήμης να είναι στην πραγματικότητα ένα από τα δυνατά της σημεία –τουλάχιστον για τον δημόσιο διανοούμενο. Το επάγγελμα του ιστορικού υπήρξε παραδοσιακά ανθεκτικό στις αφαιρέσεις. Ψάχνει ταυλικά της ανθρώπινης ύπαρξης –λέξεις, αντικείμενα, άλλα ίχνη που άφησαν οι άνθρωποι του παρελθόντος. Παρόλη την αποκήρυξη του ανθρωπισμού (στον οποίο έχω επιτεθεί κι εγώ στο What It Means to be Human), η ιστορία είναι μια βαθιά ανθρωπιστική ενασχόληση και, στον μετα-ανθρωπιστικό κόσμο, αυτή η ιδιότητα ενθαρρύνει τη στροφή στο συγκεκριμένο –χρονικό, γεωγραφικό, σχεσιακό. Οι ιστορικοί ως δημόσιοι διανοούμενοι αγωνίζονται ενάντια στην απλοϊκή τάση αντιμετώπισης των λαών του παρελθόντος ως «του άλλου» έναντι του οποίου «εμείς» (όποιοι κι αν είμαστε «εμείς») συγκροτούμε τους εαυτούς μας. Η απάλειψη της εκπληκτικής ποικιλίας της αισθητής ζωής κάνει τις ζωές όλων μας φτωχότερες. Όπως ισχυρίζομαι στο What It Means to be Human, το καθήκον των ιστορικών τον 21ο αιώνα είναι να αναδείξουν την «αναντικατάστατη ενικότητα» των λαών του παρελθόντος που πάλεψαν και υποτάχθηκαν σε δυνάμεις εντός και εκτός του ελέγχου τους. Οι αφηρημένες ιδέες, οι κατασκευασμένες «προσωπικότητες» και οι δηλώσεις υπέρ της τυπικής ισότητας όλων των ανθρώπων είναι ανεπαρκείς για την αντιμετώπιση των προβλημάτων κοινωνικής δικαιοσύνης.

Όλα αυτά δεν σημαίνουν πως αρνούμαι ότι, ως ιστορικοί, αφηγούμαστε τις ιστορίες των άλλων μέσα από κάποια απροσδιόριστα όρια. Με ενδιαφέρουν ιδιαιτέρως δύο πολύ διαφορετικά είδη ορίων. Το πρώτο είναι οικείο έδαφος για τους ιστορικούς: πρόκειται για τα όρια που τίθενται από συγκεκριμένα ιστορικά και τοπολογικά πλαίσια. Είναι το έδαφος που έχουμε εκπαιδευτεί να ανασκάπτουμε. Κάθε άνθρωπος γεννιέται σε έναν κόσμο που έχει διαμορφωθεί από πριν και από άλλους. Αντιστεκόμαστε, δημιουργούμε και αναδημιουργούμε –αλλά πάντα από αφετηρίες που δεν έχουμε διαλέξει εμείς. Οι αδικίες των προϋπαρχουσών ιεραρχιών με βάση το φύλο, το χρώμα του δέρματος, τον πλούτο, τη θρησκεία, τις σεξουαλικές προτιμήσεις, και άλλα χαρακτηριστικά είναι μερικές από τις αφετηρίες αυτές.

Το άλλο είδος ορίου είναι πιο φιλοσοφικό: πρόκειται για τις ιδιαιτερότητες των ατόμων, με όλες τους τις ανάγκες, τις επιθυμίες, τις συμμαχίες, τις συγκρούσεις τους, μια άπειρη ποικιλία ζωντανών πλασμάτων, που όμως εμείς μαντρώνουμε σε φαινομενικά διακριτές κατηγορίες –γυναίκα/άνδρας, Χριστιανός/Εβραίος, εργάτης/στέλεχος επιχείρησης, κ.ο.κ. Αυτή είναι μια περίπτωση που πιστεύω ότι μπορεί να βοηθήσει εμάς τους ιστορικούς η λωρίδα του Μέμπιους –υπενθυμίζοντάς μας τη ρευστότητα της ανθρώπινης ζώσας εμπειρίας, η οποία είναι πάντα σε κίνηση, καταφάσκει και αρνείται, υπονομεύει τις ταυτότητες και αμφισβητεί όλες τις αξιώσεις ομοιομορφίας. Επίσης υπονομεύει τις αποφάνσεις υπεροχής/κατωτερότητας που αναπόφευκτα ξεπηδούν κατά τη σύγκριση με άλλους κόσμους («διαφορετικούς σε σύγκριση με τι/ποιον;»). Μια τέτοια προσέγγιση επίσης εισάγει αστάθεια και απροσδιοριστία στις ιστορίες μας, χρησιμεύοντας και ως μια (ιδιαιτέρως αναγκαία) υπενθύμιση ότι αυτές δεν είναι οι δικές μας ζωές και ότι όλες μας οι γνώσεις είναι ενδεχομενικές.

Τη συνέντευξη πήρε ο Δημήτρης Παπανικολάου και τη μετάφρασαν ο Πάνος Γιαννικόπουλος και ο Δημήτρης Ιωάννου.

 

H Tζοάνα Μπερκ στην Αθήνα

Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου της Joanna Bourke, The Story of Pain: From Prayer to Painkillers, η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών (Ίδρυμα Ωνάση) διοργανώνει σχετική συζήτηση, την Τρίτη 3 Φεβρουαρίου, ώρα 19.00 στη Μικρή Σκηνή (Λεωφόρος Συγγρού 107-109).

Ομιλητές: Joanna Bourke, Πέπη Ρηγοπούλου (Πανεπιστήμιο Αθηνών), Αθηνά Αθανασίου (Πάντειο Πανεπιστήμιο), Ευάγγελος Παναγιωτάκος (γιατρός αναισθησιολόγος, εξειδικευμένος στον πόνο). Συντονισμός: Δημήτρης Παπανικολάου (Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης). Επιμέλεια: Δημήτρης Παπανικολάου, Αφροδίτη Παναγιωτάκου. Δελτία προτεραιότητας μοιράζονται μία ώρα πριν την έναρξη.

 

Jan 262015
 

walk your talk

Σήμερα έμαθα ότι έφυγε από τη ζωή η Μαρία Πίνιου-Καλλή. Γνωριστήκαμε το 1998 συνεπιβάτες σε μια ανεμοδαρμένη πτήση με ελικοφόρο στο Αιγαίο. Μου έκανε εντύπωση η αφοσίωση της στο έργο της, ο τρόπος της. Από τότε παρακολουθούσα το έργο της. Τελευταία φορά, την είδα πέρσι σε ημερίδα που οργάνωσε η Κοινωνική Υπηρεσία του Δήμου Μοσχάτου-Ταύρου. Παθιασμένη με τη δουλειά της, ενεργή όσο ποτέ. Στο άρθρο του TVXS που ακολουθεί μπορείς να διαβάσεις για τη ζωή της. Αφιέρωσε τη ζωή της στα ανθρώπινα δικαιώματα.

Απόψε είδα στο facebook ανάρτηση του φίλου δικηγόρου Βασίλη Παπαστεργίου. Με την άδεια του, το ποστάρω εδώ. Μια ιστορία από τη ζωή της που αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο τη συνέπεια λόγου και πράξης.

Γράφει ο Βασίλης Παπαστεργίου:

Θέλω να γράψω κάτι γι’ αυτόν τον άνθρωπο, που έτυχε να γνωρίσω λίγο καιρό πριν φύγει. Ήταν μάρτυρας σε μια δίκη που αφορούσε βασανιστήρια κατά προσφύγων από λιμενικούς. Η κ. Καλλή (την λέω κυρία κι ας έχει πεθάνει) είχε εξετάσει τα θύματα και κατέθετε με την ιδιότητα της ειδικού σε αυτά τα ζητήματα. Κάποια στιγμή ο συνήγορος υπεράσπισης, ένας πολύ επιθετικός συνήγορος, θέλησε να την προκαλέσει λέγοντάς της με ύφος “αν αυτά που λέτε ευσταθούν, τότε οι κατηγορούμενοι, αυτά τα τέρατα, αξίζουν τη θανατική καταδίκη….” Πριν προλάβει να ολοκληρώσει, η Μ. Καλλή τον διέκοψε λέγοντας περίπου τα εξής “για μένα αυτοί οι άνθρωποι, αν και βασανιστές, δεν είναι τέρατα. Η προσωπική μου εμπειρία με έκανε να κατανοήσω ότι ακόμα και καθημερινοί, κοντινοί μας άνθρωποι μπορούν υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις και λειτουργώντας σε ένα ορισμένο εξουσιαστικό πλαίσιο να λειτουργήσουν σαν βασανιστές και να κάνουν απεχθείς πράξεις. Όμως παραμένουν άνθρωποι, δεν είναι τέρατα. Και η θανατική καταδίκη είναι απαράδεκτη για τον πολιτισμό μας σε κάθε περίπτωση, κύριε συνήγορε“.  Ένα σύντομο (αλλά μάλλον ανώφελο) μάθημα. Αυτή ήταν η κυρία Καλλή, που τη λέω κυρία, παρ’ όλο που πάντα λέμε ότι όταν κάποιος ή κάποια πεθαίνει, παύει να είναι πλέον κύριος ή κυρία.

168105-mariapinioukalli2

Πέθανε η υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Μαρία Πίνιου-Καλλή

Έφυγε από τη ζωή τη Δευτέρα σε ηλικία 72 ετών η γιατρός, Μαρία Πίνιου-Καλλή, η γυναίκα που αφιέρωσε τη ζωή της για την υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τη θέση της προέδρου του Διεθνούς Συμβουλίου Κέντρων Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων, με συμβουλευτικό στάτους στα Ηνωμένα Έθνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση εκπροσωπώντας 200 οργανώσεις σε όλο τον κόσμο.

Γεννήθηκε στη Θάσο στις 6 Μαΐου 1943, αλλά μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη, όπου σπούδασε γιατρός, αποκτώντας ειδικότητα δερματολόγου. Η επταετία της Χούντας τη βρίσκει στη Γυάρο ως εξόριστη από το καθεστώς των συνταγματαρχών. Το 1989 ίδρυσε στην Αθήνα το Ιατρικό Κέντρο Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων. Το 1993, ως μέλος του προεδρείου του Διεθνούς Συμβουλίου Κέντρων Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων, εκπροσώπησε την Ελλάδα και τα Βαλκάνια.

Υπήρξε υποψήφια για Νόμπελ Ειρήνης, ενώ το 1993 ήταν υποψήφια για το βραβείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Γαλλικής Δημοκρατίας. Υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, persona non grata στο Ισραήλ. Παράλληλα, το 1993 κι ενώ τα Βαλκάνια φλέγονταν από τον εμφύλιο στην πρώην Γιουγκοσλαβία, η Μαρία Πίνιου-Καλλή προσκάλεσε γιατρούς από τις αντιμαχόμενες χώρες στην Ελλάδα και μαζί οργάνωσαν το Βαλκανικό Δίκτυο ενάντια στα βασανιστήρια και τον πόλεμο. Το Δίκτυο που υπάρχει μέχρι σήμερα και ασχολείται με την επανα-συμφιλίωση μεταξύ των κοινωνιών στα Βαλκάνια, προσπαθώντας να συσπειρώσει σε ένα οργανισμό ανθρώπους από διαφορετικούς εθνότητα που αντιμάχονται τον πόλεμο και τα βασανιστήρια.

Σε διεθνή συνάντηση που οργάνωσε στην Αθήνα δημιουργήθηκε το Δίκτυο Κέντρων Αποκατάσταση Θυμάτων Βασανιστηρίων της Μέσης Ανατολής και Β. Αφρικής, με έδρα στην Αθήνα, του οποίου διετέλεσε Γενική Γραμματέας. Από το 1998 έως το 2003 διετέλεσε ως η πρώτη εκλεγείσα πρόεδρος του Διεθνούς Συμβουλίου Κέντρων Αποκατάστασης Θυμάτων Βασανιστηρίων, με συμβουλευτικό στάτους στα Ηνωμένα Έθνη και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Συνελήφθη συνολικά πέντε φορές, στην προσπάθειά της να υπερασπιστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα.  Επισκέφτηκε τον Μαντέλα στη φυλακή και δεν δίστασε να πιάσει απο τον γιακά και να υψώσει τη φωνή της στον φίλο της, τον Γιασέρ Αραφάτ, όταν φυλάκισε ένα μέλος της διεθνούς οργάνωσης ενάντια στα βασανιστήρια, όπου ήταν πρόεδρος. Δυο φορές υπήρξε υποψήφια για την Επιτροπή της Διεθνούς Σύμβασης για την Κατάργηση των Βασανιστηρίων στα Ηνωμένα Έθνη.

Μιλούσε πέντε γλώσσες (αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, ρωσικά και ισπανικά) και δίδαξε στο New Jersey State University Rieutgers, ως επισκέπτης καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο των Φιλιππίνων και στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών με θέμα «Αντιμετώπιση διεθνών κρίσεων». Παράλληλα, υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Δικτύου ΜΕΣΟΓΕΙΟΣ SOS και της Οικολογικής Εταιρείας Ανακύκλωσης και συμμετείχε στην επιτροπή αντιρρησιών συνείδησης. Στις τελευταίες εκλογές ήταν συμπρόεδρος του κόμματος Πράσινοι Αλληλεγγύη.

Ήταν μητέρα δυο παιδιών, του Γιώργου Καλλή – Καθηγητή στο Ανεξάρτητο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης και της κτηνιάτρου Ίριδας Καλλή, που δραστηριοποιείται σε θέματα προστασίας περιβάλλοντος και δικαιωμάτων ζώων.

Η κηδεία της Μαρίας Πίνιου-Καλλή θα γίνει στο κοιμητήριο Ζωγράφου την Τετάρτη 28 Ιανουαρίου, στις 12:30.

Πηγή: TVXS

Jan 262015
 

deep-democracy-at-its-deepest-manifestation-refers-often-to-an-openness-towards-democracy-quote

Χθες ήταν η μέρα της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Τα αποτελέσματα άλλους χαροποίησαν, άλλους ανησύχησαν, άλλους προβλημάτισαν. Σήμερα, συνεχίζει ο αγώνας για βαθιά δημοκρατία. Να ξαναθυμηθούμε βαθιά ριζωμένες αξίες που χάθηκαν μέσα σε δεκαετίες διαπλοκής, ατομικισμού και απομόνωσης. Να επανασυνδεθούμε, να αξιοποιήσουμε τις εμπειρίες της τελευταίας πενταετίας που ανέδειξε η κρίση: την αλληλεγγύη, την έγνοια για το διπλανό και τη διπλανή μας, την αναγνώριση ότι εγώ είμαι και ο άλλος. Να μη δειλιάσουμε να αντιμετωπίσουμε τις διαφορές μας, να σχετιστούμε, να διαφωνήσουμε χωρίς να σβήσουμε τον άλλον απέναντι μας, να αντέξουμε την αποσταθεροποίηση που δημιουργεί η ποικιλομορφία μας, να μάθουμε να ακούμε, να εκφράζουμε και να μοιραζόμαστε. Να καταλάβουμε ότι η επιβίωση του καθενός και της καθεμιάς εξαρτάται από την επιβίωση όλων, να ζήσουμε μαζί με τους άλλους κι όχι εις βάρος τους. Μπορούμε;

Jan 102015
 

joesaccoonsatire500(το σκίτσο από τον Guardian: Joe Sacco: On Satire – a response to the Charlie Hebdo attacks)

Σε ρυθμούς Γαλλίας ζήσαμε τις τελευταίες μέρες. Ρατσιστικές ρητορικές, δίπλα-δίπλα με φωνές για την ελευθερία της έκφρασης, τις απειλές στον πολιτισμό της Δύσης και άλλα πολλά. Σε live stream οι ομηρίες και οι αστυνομικές επιχειρήσεις, τα κοινωνικά μέσα γεμάτα «je suis Charlie”.

Υπάρχουν ταυτόχρονες συζητήσεις που χρειάζεται να γίνουν. Για την ελευθερία της έκφρασης, για τα όρια (ή μη-όρια) της σάτιρας, για τη δαιμονοποίηση των Μουσουλμάνων από τη Δύση , για τις πολιτικές ένταξης κι ενσωμάτωσης μεταναστών, για τη στάση μας απέναντι στους πρόσφυγες και μετανάστες.

Η μια συζήτηση δεν αναιρεί την άλλη. Εδώ μερικά ενδιαφέροντα που γράφτηκαν τις προηγούμενες ημέρες:

Moral Clarity, του Adam Shatz – London Review of Books

Η επίθεση στο «Charlie Hebdo» και η αλά καρτ χρήση του Βολταίρου, του Κωστή Κορνέτη – online περιοδικό Χρόνος

Charlie Hebdo: This Attack Was Nothing To Do With Free Speech,  It Was About War, του Asghar Bukhari – από το medium.com

Charlie Hebdo: Paris attack brothers’ campaign of terror can be traced back to Algeria in 1954, του Robert Fisk –εφημερίδα Independent

Χρειάζεται προσοχή στη μεταφορά επιχειρημάτων από τη μια συζήτηση στην άλλη. Ο εξτρεμισμός δεν είναι μόνο θρησκευτικός (Χριστιανικός ή Μουσουλμανικός). Εξτρεμισμός είναι και η φτωχοποίηση, η κοινωνική περιθωριοποίηση, ο πόλεμος και η προσφυγιά. Παραμένει ένα κεντρικό ερώτημα: με ποιόν τρόπο χωράμε ο ένας στον κόσμο του άλλου; Αντέχουμε να κάνουμε αυτήν τη συζήτηση; Χρειάζεται να είναι διαρκής, ειλικρινής και με επίγνωση.

 Posted by at 08:53  food for thought  Comments Off on Με ποιόν τρόπο χωράμε ο ένας στον κόσμο του άλλου;