Feb 172015
 

an

(η αφίσα κυκλοφόρησε το 2003 κατά την Ευρωπαϊκή Σύνοδο της Θεσσαλονίκης)

Ένα άρθρο του κλινικού ψυχολόγου Bruce E. Levine που δημοσιεύτηκε στο alternet.org το 2012. Η μετάφραση είναι από το blog της ομάδας Δια-Τάραξη (αυτόνομη ομάδα του Δικτύου Κριτικής Ψυχολογίας)

Πηγή: Δια-Τάραξη

Πώς ο αντι-εξουσιασμός θεωρείται πρόβλημα ψυχικής υγείας

του Bruce E. Levine

Θα χορηγούσαμε φάρμακα στον Einstein; Πώς ο αντι-εξουσιασμός θεωρείται πρόβλημα ψυχικής υγείας. Πουλάμε όλο και περισσότερο φάρμακα που ουσιαστικά «θεραπεύουν» τους αντι-εξουσιαστές.

Στην καριέρα μου ως ψυχολόγος έχω μιλήσει με εκατοντάδες ανθρώπους, οι οποίοι προηγουμένως είχαν διαγνωστεί από άλλους επαγγελματίες με Εναντιωματική Προκλητική Διαταραχή Συμπεριφοράς, Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερ-κινητικότητας, Διαταραχή Άγχους και άλλες ψυχιατρικές διαταραχές, και μου έκαναν εντύπωση δύο πράγματα: το πόσοι από όσους έχουν διαγνωστεί είναι στην ουσία αντιεξουσιαστές και πόσο δεν είναι αυτοί οι ειδικοί που έχουν κάνει την διάγνωση.

Οι αντι-εξουσιαστές αμφισβητούν το αν μία αρχή είναι θεμιτή, πριν την πάρουν στα σοβαρά. Η εκτίμηση της νομιμότητας των αρχών περιλαμβάνει την εκτίμηση για το αν οι αρχές γνωρίζουν ή όχι στην πραγματικότητα αυτό, για το οποίο μιλούν, για το αν είναι ή όχι ειλικρινείς και αν ενδιαφέρονται για τους ανθρώπους που σέβονται την εξουσία τους. Και όταν οι αντι-εξουσιαστές εκτιμούν ότι μία εξουσία είναι παράνομη, αμφισβητούν και αντιστέκονται σε αυτήν την αρχή,  άλλοτε  επιθετικά και άλλοτε παθητικά-επιθετικά, μερικές φορές με σύνεση και μερικές όχι.

Μερικοί ακτιβιστές παραπονιούνται για το πόσο λίγοι αντι-εξουσιαστές υπάρχουν πλέον στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ένας λόγος θα μπορούσε να είναι ότι πολλοί φυσικοί αντι- εξουσιαστές τώρα πια παθολογικοποιούνται και τους χορηγείται αγωγή προτού αποκτήσουν πολιτική συνείδηση για τις πιο καταπιεστικές αρχές της κοινωνίας.

Γιατί οι Ειδικοί Ψυχικής Υγείας διαγιγνώσκουν τους Αντι-Εξουσιαστές με Ψυχική ασθένεια;

Το να αποκτήσει πρόσβαση σε Σχολή Μεταπτυχιακών ή στην ιατρική σχολή κάποιος και η κατάκτηση ενός διδακτορικού ή μεταπτυχιακού καθώς και το να γίνει ψυχολόγος ή ψυχίατρος σημαίνει ότι περνά μέσα από πολλά εμπόδια, τα οποία απαιτούν αρκετή συμπεριφοριστική και προσηλωμένη συμμόρφωση με τις αρχές, ακόμα και με αυτές, τις οποίες κάποιος δεν αποδέχεται. Η επιλογή και η κοινωνικοποίηση των ειδικών ψυχικής υγείας τείνουν να εξοντώνουν πολλούς αντι-εξουσιαστές. Τα πτυχία και τα διαπιστευτήρια αποτελούν κυρίως διακριτικές ενδείξεις της συμμόρφωσης. Εκείνοι που έχουν αποκτήσει εκτεταμένη εκπαίδευση έχουν ζήσει για πολλά χρόνια σε έναν κόσμο όπου συστηματικά συμβιβάζονται με τις απαιτήσεις των αρχών. Ως εκ τούτου για πολλούς κατόχους μεταπτυχιακού και διδακτορικού τίτλου, άνθρωποι διαφορετικοί από αυτούς που απορρίπτουν αυτή την προσήλωση και την συμπεριφοριστική συμμόρφωση, φαντάζουν σαν να είναι από άλλο κόσμο, έναν κόσμο παθογένειας. Έχω διαπιστώσει ότι οι περισσότεροι ψυχολόγοι, οι ψυχίατροι και άλλοι ειδικοί ψυχικής υγείας δεν είναι μόνο εξαιρετικά συμβιβασμένοι με τις αρχές αλλά και αγνοούν το βαθμό της υπακοής τους. Και μου έχει γίνει επίσης σαφές, ότι η αντι-εξουσιαστικότητα των ασθενών τους, δημιουργεί τεράστιο άγχος σε αυτούς τους ειδικούς και το άγχος τους, τους οδηγεί σε διαγνώσεις και θεραπείες.

Κατά τη διάρκεια του μεταπτυχιακού μου ανακάλυψα, ότι, το μόνο που χρειάστηκε για να με χαρακτηρίσουν ως «έχων προβλήματα με την εξουσία», ήταν το να μη γλύφω τον διευθυντή της κλινικής πρακτικής, του οποίου η προσωπικότητα ήταν ένας συνδυασμός Donald Trump, Newt Gingrich και Howard Cosell. Όταν μου είπαν κάποιοι διδάσκοντες ότι είχα κάποια θέματα με την εξουσία, μου δημιουργήθηκαν ανάμεικτα συναισθήματα για το ότι με χαρακτήρισαν έτσι. Από την μία πλευρά το βρήκα διασκεδαστικό επειδή έχοντας μεγαλώσει με παιδιά της εργατικής τάξης, κατά κάποιο τρόπο θεωρούνταν ότι έχω συμβιβαστεί με τις αρχές, αφού σε τελική ανάλυση έκανα τις εργασίες μου, διάβαζα και έπαιρνα καλούς βαθμούς. Ωστόσο, ενώ ο νέος μου χαρακτηρισμός ως «έχων προβλήματα με την εξουσία» με έκανε να χαμογελώ, επειδή τώρα θεωρούμουν το κακό αγόρι, με έκανε και να ανησυχώ σχετικά με τη φύση του επαγγέλματος που είχα επιλέξει. Συγκεκριμένα, εάν κάποιος σαν εμένα στιγματιζόταν ως «έχων θέματα με την εξουσία», πώς θα χαρακτήριζαν τα παιδιά, με τα οποία μεγάλωσα και που εστίαζαν την προσοχή και το ενδιαφέρον τους σε πολλά πράγματα εκτός από το σχολείο. Η απάντηση μου έγινε σύντομα σαφής.

Διαγνώσεις Ψυχικής Ασθένειας για τους αντι-εξουσιαστές

Ένα άρθρο του 2009 στους Psychiatric Times με τίτλο «ΔΕΠΥ και Αντιδραστική Διαταραχή Συμπεριφοράς: Αντιμετωπίζοντας τις προκλήσεις στην Διασπαστική Συμπεριφορά» αναφέρει ότι οι διασπαστικές διαταραχές, που περιλαμβάνουν την Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερ-κινητικότητας (ΔΕΠΥ) και την Αντιδραστική Διαταραχή Συμπεριφοράς (ΑΔΣ), αποτελούν τα πιο κοινά προβλήματα ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων. Η ΔΕΠΥ χαρακτηρίζεται από έλλειψη προσοχής και διάσπαση προσοχής, ασθενή αυτό-έλεγχο, παρορμητικότητα και υπερ-κινητικότητα. Η ΑΔΣ ορίζεται ως «ένα μοτίβο αρνητικής, εχθρικής και αντιδραστικής συμπεριφοράς χωρίς τις πιο σοβαρές παραβάσεις των δικαιωμάτων των άλλων που παρατηρούνται στην διαταραχή συμπεριφοράς», ενώ τα συμπτώματα της ΑΔΣ περιλαμβάνουν «συχνή αντίσταση ή άρνηση στον συμβιβασμό με τα αιτήματα των ενηλίκων ή τους κανόνες» και «συχνές εντάσεις με τους ενήλικες».

Ο Ψυχολόγος Russell Barkley, μία από τις επικρατέστερες αυθεντίες ψυχικής υγείας στη ΔΕΠΥ, υποστηρίζει ότι όσοι διαγιγνώσκονται με ΔΕΠΥ έχουν ελλείμματα σε ό,τι ο ίδιος αποκαλεί «κανονιστική συμπεριφορά», καθώς είναι λιγότερο αποκριτικοί σε κανόνες των καθιερωμένων αρχών και λιγότερο ευαίσθητοι σε θετικές ή αρνητικές συνέπειες των πράξεων τους. Η ΑΔΣστους νέους, σύμφωνα με τις επικρατούσες αρχές της ψυχικής υγείας, χαρακτηρίζεται επίσης από αυτά τα λεγόμενα ελλείμματα στην «κανονιστική συμπεριφορά» και για αυτό είναι εξαιρετικά συχνή η διπλή διάγνωση για ΔΕΠΥ και ΑΔΣ στους νέους.

Θέλουμε πράγματι να διαγνώσουμε και να θεραπεύσουμε όλους όσους έχουν ελλείμματα στην «κανονιστική συμπεριφορά»;

Ο Albert Einstein , στη νεανική του ηλικία, θα είχε πιθανότατα διαγνωστεί με ΔΕΠΥ και ίσως και με ΑΔΣ. Ο Albert δεν πρόσεχε τους δασκάλους του, απέτυχε δύο φορές στις εισαγωγικές εξετάσεις του κολλεγίου του και αντιμετώπιζε δυσκολία στο να παραμένει σε μία δουλειά. Ωστόσο, ο βιογράφος του Einstein ο Ronald Clark (Einstein: The Life and Times) υποστηρίζει ότι τα προβλήματα του Einstein δεν προέρχονταν από ελλείμματα προσοχής αλλά μάλλον από το μίσος του για την αυταρχική πρωσική πειθαρχία των σχολείων του. Ο Einstein είχε πει: «Οι δάσκαλοι στο δημοτικό σχολείο μου φαίνονταν σαν λοχίες και στο Γυμνάσιο οι δάσκαλοι ήταν σαν υπασπιστές.» Στην ηλικία των 13, ο Einstein διάβασε την δύσκολη «Κριτική του Καθαρού λόγου» του Καντ, επειδή τον ενδιέφερε. Ο Clark μας λέει επίσης, ότι ο Einstein αρνήθηκε να προετοιμαστεί για τις εισαγωγικές εξετάσεις του κολλεγίου του, λόγω αντίδρασης στον «αφόρητο» δρόμο του πατέρα του προς ένα πρακτικό επάγγελμα. Αφότου μπήκε στο κολέγιο, ένας καθηγητής είπε στον Einstein: «Έχεις ένα μειονέκτημα, κανείς δεν μπορεί να σου πει τίποτα». Τα κύρια χαρακτηριστικά του Einstein που ανησυχούσαν τις αρχές τόσο πολύ ήταν ακριβώς εκείνα που του επέτρεπαν να υπερέχει.

Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα, ο Saul Alinsky, ο θρυλικός ιδρυτής και συγγραφέας του Reveille for Radicals and Rules for Radicals, θα είχε διαγνωστεί σίγουρα με μία ή περισσότερες Διαταραχές Διασπαστικής Συμπεριφοράς. Ανακαλώντας την παιδική του ηλικία, ο Alinsky είπε: «Ποτέ δεν σκέφτηκα να περπατήσω στο γρασίδι, μέχρι που είδα μία ταμπέλα να λέει ‘Μην πατάτε το γρασίδι’. Τότε θέλησα να το ποδοπατήσω». Ο Alinsky ανακαλεί επίσης μία φορά, όταν ήταν 10 ή 11 ετών και ο ραβίνος του τον δίδασκε στα Εβραϊκά: «Μία μέρα διάβασα τρεις σελίδες στη σειρά χωρίς λάθη στην προφορά, και ξαφνικά μία δεκάρα έπεσε πάνω στην Αγία Γραφή… Την επόμενη μέρα ο ραβίνος εμφανίστηκε και μου είπε να ξεκινήσω την ανάγνωση. Και δεν θα το έκανα: Απλώς στάθηκα εκεί σιωπηλός, αρνούμενος να διαβάσω. Με ρώτησε γιατί ήμουν τόσο ήσυχος και είπα ‘Αυτή τη φορά ή μία νικέλιο (είδος νομίσματος) ή τίποτα.’ Τράβηξε πίσω το χέρι του και με ένα χτύπημα με πέταξε στην άλλη άκρη του δωματίου.»

Πολλοί άνθρωποι με σοβαρό άγχος ή/και κατάθλιψη είναι επίσης αντι-εξουσιαστές. Συχνά ένα σημαντικό πρόβλημα στη ζωή τους, που τροφοδοτεί το άγχος τους ή/και την κατάθλιψη τους, είναι ο φόβος τους ότι η περιφρόνηση για τις αθέμιτες αρχές θα τους οδηγήσει σε οικονομική και κοινωνική περιθωριοποίηση, φοβούνται, όμως, ότι η συμμόρφωση με τέτοιες αθέμιτες αρχές θα τους προκαλέσει υπαρξιακό θάνατο.

Έχω περάσει αρκετό χρόνο με ανθρώπους που είχαν κάποια στιγμή στη ζωή τους σκέψεις και συμπεριφορές τόσο παράξενες, που ήταν εξαιρετικά τρομακτικές για τις οικογένειές τους και ακόμη και για τους ίδιους: είχαν διαγνωστεί με σχιζοφρένεια και άλλες ψυχώσεις, αλλά έχουν ανακάμψει πλήρως και εδώ και πολλά χρόνια ζουν μία παραγωγική ζωή. Σε αυτόν τον πληθυσμό δεν έχω συναντήσει ούτε ένα άτομο, το οποίο δεν θα θεωρούνταν κύριος αντι-εξουσιαστής. Αφού ανέκαμψαν, είχαν μάθει να διοχετεύουν την αντι-εξουσιαστικότητα τους σε πιο εποικοδομητικές πολιτικές σκοπιμότητες, συμπεριλαμβανομένης της μεταρρύθμισης της θεραπείας της ψυχικής υγείας.

Πολλοί αντι-εξουσιαστές που νωρίτερα στη ζωή τους είχαν διαγνωστεί με ψυχική ασθένεια μου εξηγούν  ότι από τη στιγμή που χαρακτηρίστηκαν με μία ψυχιατρική διάγνωση βρέθηκαν σε δίλημμα. Οι εξουσιαστές, εξ ορισμού, απαιτούν τυφλή υπακοή, και έτσι κάθε αντίσταση στη διάγνωση και τη θεραπεία τους δημιουργούσε τεράστιο άγχος στους αυταρχικούς επαγγελματίες υγείας. Και οι επαγγελματίες, βρισκόμενοι εκτός ελέγχου, τους χαρακτήρισαν ως «μη συμμορφούμενους με τη θεραπεία»” αύξησαν τη σοβαρότητα της διάγνωσής τους, και αύξησαν τα φάρμακά τους. Αυτό εξόργιζε τους αντι-εξουσιαστές, μερικές φορές τόσο πολύ που αντιδρούσαν με τρόπους που τους έκανε να φαίνονται ακόμα πιο τρομακτικοί στις οικογένειές τους.

Υπάρχουν αντι-εξουσιαστές που χρησιμοποιούν ψυχιατρικά φάρμακα για να τους βοηθήσουν λειτουργικά, όμως συχνά απορρίπτουν εξηγήσεις ψυχιατρικών αρχών για τις αιτίες που προκαλούν τις δυσλειτουργίες. Έτσι, για παράδειγμα, μπορεί να λαμβάνουν Adderall (μία αμφεταμίνη που χορηγείται για ΔΕΠΥ), αλλά ξέρουν ότι η ελλειμματική τους προσοχή δεν είναι αποτέλεσμα βιοχημικής εγκεφαλικής ανισορροπίας αλλά μάλλον οφείλεται σε μια βαρετή δουλειά. Παρομοίως, πολλοί αντι-εξουσιαστές σε εξαιρετικά αγχώδη περιβάλλοντα θα λάβουν κατά καιρούς συνταγογραφημένες βενζοδιαζεπίνες, όπως οι Xanax, ακόμη κι αν πιστεύουν ότι θα ήταν ασφαλέστερο να χρησιμοποιούν περιστασιακά μαριχουάνα, αλλά δεν μπορούν, λόγω των εξετάσεων αίματος για ουσίες στη δουλειά τους.

Σύμφωνα με την εμπειρία μου, πολλοί αντι-εξουσιαστές που χαρακτηρίζονται με ψυχιατρικές διαγνώσεις συνήθως δεν απορρίπτουν όλες τις αρχές, αλλά μόνο αυτές που θεωρούν αθέμιτες, και οι οποίες απλώς τυχαίνει να αποτελούν μεγάλο μέρος των αρχών της κοινωνίας.

Διατηρώντας το Κοινωνικό Status Quo

Οι Αμερικανοί κοινωνικοποιούνται ολοένα και περισσότερο για να εξισώσουν την απροσεξία, τον θυμό, το άγχος, και την μόνιμη απελπισία με μια ιατρική κατάσταση, και να αναζητήσουν ιατρική θεραπεία αντί για πολιτικά μέσα. Τι καλύτερος τρόπος για να διατηρηθεί το status quo, το να θεωρηθούν η απροσεξία, ο θυμός, το άγχος, η κατάθλιψη ως βιοχημικά προβλήματα ατόμων που είναι ψυχικά ασθενή, αντί για φυσιολογικές αντιδράσεις σε μία ολοένα και πιο αυταρχική κοινωνία;

Η πραγματικότητα είναι ότι η κατάθλιψη σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με κοινωνικές και οικονομικές δυσκολίες. Είναι πολύ πιο πιθανό να είναι κάποιος καταθλιπτικός, αν είναι άνεργος, υπο-απασχολούμενος, στη δημόσια πρόνοια, ή χρεωμένος (δες εδώ περισσότερα στοιχεία). Και τα παιδιά με ΔΕΠΥ δίνουν προσοχή όταν πληρώνονται, ή όταν μια δραστηριότητα είναι καινοτόμος, τους ενδιαφέρει, ή επιλέγεται από αυτούς (τεκμηριώνεται στο βιβλίο μου Commonsense Rebellion).

Στον σκοταδισμό, οι αυταρχικές μοναρχίες συνεργάζονταν με αυταρχικούς θρησκευτικούς θεσμούς. Όταν ο κόσμος βγήκε από αυτή την σκοτεινή εποχή και εισήχθη στον Διαφωτισμό, υπήρξε μια έκρηξη ενέργειας. Μεγάλο μέρος αυτής της αναζωογόνησης είχε να κάνει με το να τολμήσει κάποιος το σκεπτικισμό για τους αυταρχικούς και διεφθαρμένους θεσμούς και να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στο μυαλό κάποιου. Τώρα βιώνουμε έναν άλλο σκοταδισμό, όπου μόνο τα θεσμικά όργανα έχουν αλλάξει. Οι Αμερικανοί χρειάζονται απεγνωσμένα αντι-εξουσιαστές να αμφισβητήσουν, να προκαλέσουν, και να αντισταθούν στις νέες παράνομες αρχές και να αποκαταστήσουν την εμπιστοσύνη στη δική τους κοινή λογική.

Σε κάθε γενιά θα υπάρχουν εξουσιαστές και αντι-εξουσιαστές. Ενώ είναι ασυνήθιστο στην ιστορία της Αμερικής οι αντι-εξουσιαστές να λάβουν ένα είδος αποτελεσματικής δράσης που να εμπνέει τους άλλους να επαναστατήσουν με επιτυχία, μία φορά στο τόσο ένας Tom Paine, Crazy Horse ή Malcolm X εμφανίζονται. Έτσι, οι εξουσιαστές περιθωριοποιούν οικονομικά όσους αντιδρούν στο σύστημα, ποινικοποιούν τον αντι-εξουσιασμό, ψυχοπαθολογικοποιούν τους αντι-εξουσιαστές, και πουλούν φάρμακα για την «θεραπεία» τους.

Μετάφραση: Μαρία Πολυκρέτη

Επιμέλεια Μετάφρασης: Αντωνία Κουνενάκη και Ομάδα Δια-Τάραξη

Oct 272014
 

nb

Πηγή: The Guardian

You’re powered by quantum mechanics. No, really…
For years biologists have been wary of applying the strange world of quantum mechanics, where particles can be in two places at once or connected over huge distances, to their own field. But it can help to explain some amazing natural phenomena we take for granted.

Every year, around about this time, thousands of European robins escape the oncoming harsh Scandinavian winter and head south to the warmer Mediterranean coasts. How they find their way unerringly on this 2,000-mile journey is one of the true wonders of the natural world. For unlike many other species of migratory birds, marine animals and even insects, they do not rely on landmarks, ocean currents, the position of the sun or a built-in star map. Instead, they are among a select group of animals that use a remarkable navigation sense – remarkable for two reasons. The first is that they are able to detect tiny variations in the direction of the Earth’s magnetic field – astonishing in itself, given that this magnetic field is 100 times weaker than even that of a measly fridge magnet. The second is that robins seem to be able to “see” the Earth’s magnetic field via a process that even Albert Einstein referred to as “spooky”. The birds’ in-built compass appears to make use of one of the strangest features of quantum mechanics.

Over the past few years, the European robin, and its quantum “sixth sense”, has emerged as the pin-up for a new field of research, one that brings together the wonderfully complex and messy living world and the counterintuitive, ethereal but strangely orderly world of atoms and elementary particles in a collision of disciplines that is as astonishing and unexpected as it is exciting. Welcome to the new science of quantum biology.

Most people have probably heard of quantum mechanics, even if they don’t really know what it is about. Certainly, the idea that it is a baffling and difficult scientific theory understood by just a tiny minority of smart physicists and chemists has become part of popular culture. Quantum mechanics describes a reality on the tiniest scales that is, famously, very weird indeed; a world in which particles can exist in two or more places at once, spread themselves out like ghostly waves, tunnel through impenetrable barriers and even possess instantaneous connections that stretch across vast distances.

But despite this bizarre description of the basic building blocks of the universe, quantum mechanics has been part of all our lives for a century. Its mathematical formulation was completed in the mid-1920s and has given us a remarkably complete account of the world of atoms and their even smaller constituents, the fundamental particles that make up our physical reality. For example, the ability of quantum mechanics to describe the way that electrons arrange themselves within atoms underpins the whole of chemistry, material science and electronics; and is at the very heart of most of the technological advances of the past half-century. Without the success of the equations of quantum mechanics in describing how electrons move through materials such as semiconductors we would not have developed the silicon transistor and, later, the microchip and the modern computer.

However, if quantum mechanics can so beautifully and accurately describe the behaviour of atoms with all their accompanying weirdness, then why aren’t all the objects we see around us, including us – which are after all only made up of these atoms – also able to be in two place at once, pass through impenetrable barriers or communicate instantaneously across space? One obvious difference is that the quantum rules apply to single particles or systems consisting of just a handful of atoms, whereas much larger objects consist of trillions of atoms bound together in mindboggling variety and complexity. Somehow, in ways we are only now beginning to understand, most of the quantum weirdness washes away ever more quickly the bigger the system is, until we end up with the everyday objects that obey the familiar rules of what physicists call the “classical world”. In fact, when we want to detect the delicate quantum effects in everyday-size objects we have to go to extraordinary lengths to do so – freezing them to within a whisker of absolute zero and performing experiments in near-perfect vacuums.

Quantum effects were certainly not expected to play any role inside the warm, wet and messy world of living cells, so most biologists have thus far ignored quantum mechanics completely, preferring their traditional ball-and-stick models of the molecular structures of life. Meanwhile, physicists have been reluctant to venture into the messy and complex world of the living cell; why should they when they can test their theories far more cleanly in the controlled environment of the lab where they at least feel they have a chance of understanding what is going on?

Yet, 70 years ago, the Austrian Nobel prize-winning physicist and quantum pioneer, Erwin Schrödinger, suggested in his famous book,What is Life?, that, deep down, some aspects of biology must be based on the rules and orderly world of quantum mechanics. His book inspired a generation of scientists, including the discoverers of the double-helix structure of DNA, Francis Crick and James Watson. Schrödinger proposed that there was something unique about life that distinguishes it from the rest of the non-living world. He suggested that, unlike inanimate matter, living organisms can somehow reach down to the quantum domain and utilise its strange properties in order to operate the extraordinary machinery within living cells.

Schrödinger’s argument was based on the paradoxical fact that the laws of classical physics, such as those of Newtonian mechanics and thermodynamics, are ultimately based on disorder. Consider a balloon. It is filled with trillions of molecules of air all moving entirely randomly, bumping into one another and the inside wall of the balloon. Each molecule is governed by orderly quantum laws, but when you add up the random motions of all the molecules and average them out, their individual quantum behaviour washes out and you are left with the gas laws that predict, for example, that the balloon will expand by a precise amount when heated. This is because heat energy makes the air molecules move a little bit faster, so that they bump into the walls of the balloon with a bit more force, pushing the walls outward a little bit further. Schrödinger called this kind of law “order from disorder” to reflect the fact that this apparent macroscopic regularity depends on random motion at the level of individual particles.

But what about life? Schrödinger pointed out that many of life’s properties, such as heredity, depend of molecules made of comparatively few particles – certainly too few to benefit from the order-from-disorder rules of thermodynamics. But life was clearly orderly. Where did this orderliness come from? Schrödinger suggested that life was based on a novel physical principle whereby its macroscopic order is a reflection of quantum-level order, rather than the molecular disorder that characterises the inanimate world. He called this new principle “order from order”. But was he right?

Up until a decade or so ago, most biologists would have said no. But as 21st-century biology probes the dynamics of ever-smaller systems – even individual atoms and molecules inside living cells – the signs of quantum mechanical behaviour in the building blocks of life are becoming increasingly apparent. Recent research indicates that some of life’s most fundamental processes do indeed depend on weirdness welling up from the quantum undercurrent of reality. Here are a few of the most exciting examples.

Enzymes are the workhorses of life. They speed up chemical reactions so that processes that would otherwise take thousands of years proceed in seconds inside living cells. Life would be impossible without them. But how they accelerate chemical reactions by such enormous factors, often more than a trillion-fold, has been an enigma. Experiments over the past few decades, however, have shown that enzymes make use of a remarkable trick called quantum tunnelling to accelerate biochemical reactions. Essentially, the enzyme encourages electrons and protons to vanish from one position in a biomolecule and instantly rematerialise in another, without passing through the gap in between – a kind of quantum teleportation.

And before you throw your hands up in incredulity, it should be stressed that quantum tunnelling is a very familiar process in the subatomic world and is responsible for such processes as radioactive decay of atoms and even the reason the sun shines (by turning hydrogen into helium through the process of nuclear fusion). Enzymes have made every single biomolecule in your cells and every cell of every living creature on the planet, so they are essential ingredients of life. And they dip into the quantum world to help keep us alive.

Another vital process in biology is of course photosynthesis. Indeed, many would argue that it is the most important biochemical reaction on the planet, responsible for turning light, air, water and a few minerals into grass, trees, grain, apples, forests and, ultimately, the rest of us who eat either the plants or the plant-eaters.

The initiating event is the capture of light energy by a chlorophyll molecule and its conversion into chemical energy that is harnessed to fix carbon dioxide and turn it into plant matter. The process whereby this light energy is transported through the cell has long been a puzzle because it can be so efficient – close to 100% and higher than any artificial energy transport process.

The first step in photosynthesis is the capture of a tiny packet of energy from sunlight that then has to hop through a forest of chlorophyll molecules to makes its way to a structure called the reaction centre where its energy is stored. The problem is understanding how the packet of energy appears to so unerringly find the quickest route through the forest. An ingenious experiment, first carried out in 2007 in Berkley, California, probed what was going on by firing short bursts of laser light at photosynthetic complexes. The research revealed that the energy packet was not hopping haphazardly about, but performing a neat quantum trick. Instead of behaving like a localised particle travelling along a single route, it behaves quantum mechanically, like a spread-out wave, and samples all possible routes at once to find the quickest way.

A third example of quantum trickery in biology – the one we introduced in our opening paragraph – is the mechanism by which birds and other animals make use of the Earth’s magnetic field for navigation. Studies of the European robin suggest that it has an internal chemical compass that utilises an astonishing quantum concept called entanglement, which Einstein dismissed as “spooky action at a distance”. This phenomenon describes how two separated particles can remain instantaneously connected via a weird quantum link. The current best guess is that this takes place inside a protein in the bird’s eye, where quantum entanglement makes a pair of electrons highly sensitive to the angle of orientation of the Earth’s magnetic field, allowing the bird to “see” which way it needs to fly.

All these quantum effects have come as a big surprise to most scientists who believed that the quantum laws only applied in the microscopic world. All delicate quantum behaviour was thought to be washed away very quickly in bigger objects, such as living cells, containing the turbulent motion of trillions of randomly moving particles. So how does life manage its quantum trickery? Recent research suggests that rather than avoiding molecular storms, life embraces them, rather like the captain of a ship who harnesses turbulent gusts and squalls to maintain his ship upright and on course.

Just as Schrödinger predicted, life seems to be balanced on the boundary between the sensible everyday world of the large and the weird and wonderful quantum world, a discovery that is opening up an exciting new field of 21st-century science.

Oct 212014
 

its-not-you

Πηγή: RSA – Action and Research Center

The Age of Awareness

Andreas Fossas

Coaching. Psychotherapy. Meditation. Spirituality. Self-improvement. Self-love. What do these seemingly different social movements have in common? There are over 10 different forms of coaching, each with countless associated techniques and exercises. There are over 500 different forms of psychotherapy, most with similar degrees of efficacy. There are over 20 forms of meditation and paths to the spiritual. Available self-improvement and self-love techniques are too numerous to list here. The supply of these services in the market has skyrocketed, which is a likely indicator that high demand from us, consumers, is also present. But what is driving the high demand for these services? What are we collectively seeking as a society, as individuals? What do we long for or hunger for? I may be able to provide a tentative answer to this question only because the longing is also present in me. And, at this level of depth, you and I are not so different. The answer to the question, I believe, is self-awareness. We long to know ourselves more deeply. But why? Well, there is reason to believe that we are beginning to recognize our deep need for it.

Longing to Actualize

While human beings (or perhaps, human brains) are stupendously complex, our basic needs can be boiled down to a small number. Abraham Maslow’s hierarchy of needs gives a good idea of what these might be. Here’s a 4-sentence introduction to Maslow’s pyramid (shown below): Basic needs are the building blocks of human motivation. Whatever we end up doing with our lives, our motivation for it can be distilled down to these basic needs. Lower needs must be fulfilled before higher needs are (e.g., professional success – part of the need for esteem – will not be on one’s radar if his or her personal security – part of the need for safety – is at severe risk). As we fulfil lower needs, the higher needs become relevant and we begin to long for them. From lower to higher, Maslow’s basic needs:

  1. Physiological needs (e.g., food, sex, warmth)
  2. Safety needs (e.g., order, stability, security)
  3. Belonging needs (e.g., friendship, family)
  4. Esteem needs (e.g., confidence, respect, achievement)
  5. Self-Actualization needs (e.g., creativity, morality, spontaneity, autonomy)
  6. Self-Transcendence needs (this last one may come as a surprise to some, but see here).

 

maslow-pyramid-2

Ironically, self-awareness is not on Maslow’s list, but it does seem to be a critical ingredient along the way – particularly in the transition from Esteem to Self-Actualization. And the need for self-actualization seems to have remained “dormant” or viewed as unnecessary at the societal level – until quite recently.

So I have 2 aims with this blog. The first is to suggest that we, adults in Western societies, are beginning to push against the ceiling of Abraham’s pyramid (self-actualization and, less saliently, self-transcendence). And our “pushing” is manifesting in a variety of wacky, unexpected, and seemingly incongruent ways. The second aim is to suggest that these ways are not so incongruent, after all.

The Right Ingredients

There are many flavours of ice cream, but whether you opt for chocolate or strawberry, all flavours work partly in service of our need for hunger. And while there are many forms of enhancing self-awareness (e.g., coaching, meditation, etc.), they are all in service of our need to self-actualize. Even the RSA’s recent call to arms, The Power to Create, seems to be in service of this emerging need for actualization. There is a very strong connection between actualization and self-awareness, as Maslow observed: [Prior to self-actualization, people] “often have not the slightest idea of what they are, of what they want, of what their own opinions are,” [but] self-actualizing individuals have “superior awareness of their own impulses, desires, opinions, and subjective reactions in general[1]”.

existential chicken
In other words, self-actualizing people seem to have explored their inner lives to a remarkable extent. This is not easy, and it has little to do with the external wilderness of politics, social norms, geography, current affairs, Ebola, etc. Self-awareness begins, well… here, right here, within. Indeed, coaches, mindfulness instructors, therapists, self-improvement gurus all direct a person’s attention inwards, to the self, to varying degrees and in a way that has rarely, if ever, been attempted by most of us. Slowly, however, more and more people seem to be noticing a personal longing for self-awareness. If pursuing personal coaching, therapy, or meditation seems like a selfish act to outside observers, it’s probably because it is a selfish act, but not in any conventional sense of the word. It is not about prioritizing one’s pleasures and interests over those of others, as is commonly understood by the term selfish, but rather it is about exploring the multiple sides of the self, both good and bad, light and dark, pleasant and unpleasant. Both forms require an inward turn, but of very different flavours. In sum, bringing a curious and investigative attitude to the self and its functioning seems a necessary step on the road to actualizing it.

While some claim that we are living in an age of loneliness, if perceived via a slightly different lens, loneliness may partly be fueling our inward turn toward the self. It’s true that globalization and the internet have led to the hyper-exposure of different people, cultures, and ideologies. The differences between us, humans, are now amplified like never before in our history. We are stranger to each other than we ever have been. Under these conditions of decreased physical isolation and increased psychological isolation, the longing for integration and connectedness seems like a natural response.

There is little solace to be found for such loneliness in a society that is increasingly diverse, unfamiliar, and virtual. But the sages, both those spiritual and philosophical, hinted that greater self-awareness paradoxically leads to a greater sense of connection. By discovering and connecting with deeper aspects of ourselves, we may find that the connection we seek has been there all along, even now. As the Buddha observed, “Nothing ever exists entirely alone; everything is in relation to everything else.” Self-awareness may be the ticket to recognizing this. There is reason to believe that we, collectively, are beginning to perceive our need to self-actualize.

Reaching Further

So why might all of this be happening now? Why are we collectively seeking these “higher” level needs now, at this point in history? While that topic lies beyond the scope of this brief blog, the simple answer is, well… simple: People may increasingly be recognizing their higher-level needs because we, as a society, are becoming more proficient in fulfilling the lower level needs of the populace: Physiological needs are met via access to food, property, and sex. Safety needs are met via sufficient employment and law enforcement. Belonging needs via pluralism, diversity tolerance, and social networking. Esteem via access to careers, study, professional preparation, etc. In this context, we seem to be doing a pretty good job (though in other contexts we’re clearly not). I am not implying that every individual in society is capable of addressing most of these basic needs even most of the time, sadly, but many individuals are, to varying degrees, able to do so. I am certainly not alone in suggesting that we, collectively, are at least getting something right (not perfect).

einstein

While this development sounds very promising to cheerleaders of growth like me, our human need to self-actualize is still far from being “the talk of the town.” It is not yet recognized, acknowledged, nor considered at any considerable degree in the public sphere. Nevertheless, it seems to be inching in that direction.

There is even more to this developmental story however. According to Maslow and a range of wise folk throughout history, the purpose of life is not just to actualize and perfect oneself, but to ultimately transcend oneself and connect deeply with all others. Interestingly, public consciousness is slowly beginning to flicker with signs of what seems like Maslow’s final and highest need – self-transcendence. The many books and texts being published on transcendence and spirituality in the modern age, such as Frederic Laloux’ Reinventing Organizations, neuroscientist Sam Harris’ Waking Up: A Guide to Spirituality without Religion, Einstein’s letter to a desolate father who had lost his son to polio (see image, or click here), and even the RSA’s upcoming spirituality report. Indeed, Jonathan Rowson, director of the RSA’s Social Brain Centre writes, “The spiritual injunction is principally an experiential one, namely to know oneself as fully as possible… recognise oneself as being part of a totality, or at least something bigger than oneself.” All of these voices hint at the human capacity to somehow see past or move beyond the personality and self-concept.

In closing, I’d like to highlight that a juicy, more controversial, but still highly valuable proposition in this blog is that self-actualization may not be an endpoint, but rather a prelude to something else. Framed differently, fulfilling our human potential in its entirety may culminate, naturally and inevitably, in something that may be captured by the term “spiritual” (and I do not mean religion). I am not implying that one needs to be self-actualized before he or she can walk a “spiritual path,” but perhaps it is necessary in order to reach the path’s end. Perhaps this one spiritual teacher nailed it, “You cannot transcend what you do not know. To go beyond yourself, you must know yourself.” The ancient Greeks would likely smile in agreement. And collectively we seem to be doing just that, taking small steps toward knowing ourselves. Bravo, I’d say.

Andres Fossas is a Senior Researcher at the RSA Social Brain Centre. He tweets @afossas0

[1] Maslow, A. H. (1954). Personality and motivation. Harlow, England: Longman1, 987.

May 302014
 

rewritten_headlines_12Πηγή: tvxs.gr

Εκπαιδευτικό σύστημα και αναγκαιότητα της μη σεξιστικής γλώσσας
Της Δήμητρας Κογκίδου

Γιατί ακούγεται προκλητικό ή υπερβολικό «η κοσμητόρισσα ή βουλεύτρια» και όχι «η μαγείρισσα ή χορεύτρια»; – Λαμβάνει υπόψη του το εκπαιδευτικό μας σύστημα την αναγκαιότητα της μη σεξιστικής γλώσσας;

Η χρήση μη σεξιστικής γλώσσας αποτελεί κομβικό στοιχείο της αντι-(ετερο)σεξιστικής εκπαίδευσης

Η εκπαίδευση, ως θεσμός, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαδικασία συγκρότησης των έμφυλων ταυτοτήτων μέσα από συγκεκριμένες εκπαιδευτικές πρακτικές. Ταυτόχρονα μπορεί να αποτελέσει ένα προνομιακό πεδίο προς την κατεύθυνση της άρσης του σεξισμού –σε συνεργασία και με άλλους θεσμούς- προς όφελος των ίδιων των παιδιών και γενικότερα της κοινωνίας. Για την αλλαγή της υπάρχουσας κατάστασης στην εκπαίδευση προκρίνεται ο Λόγος της αντι-(ετερο)σεξιστικής προσέγγισης. Κυρίαρχο στοιχείο αυτής της προσέγγισης είναι η ανάπτυξη των δομών ενός νέου σχολείου που αμφισβητεί τις άνισες σχέσεις εξουσίας των φύλων και ενός αντίστοιχου αναλυτικού προγράμματος. Στο πλαίσιο αυτό, η χρήση μη σεξιστικής γλώσσας αποτελεί κομβικό στοιχείο γιατί, όπως είναι γνωστό, η γλώσσα δεν είναι μόνον μέσον επικοινωνίας, αλλά και φορέας ιδεολογίας καθώς μέσα από τη γλώσσα αποτυπώνεται η ανισότητα της κοινωνικής σχέσης των φύλων.

Η χρήση μη σεξιστικής γλώσσας συνδέεται και με την πολιτική πράξη

Διευκρινίζεται ότι η χρήση μη σεξιστικής γλώσσας στον τομέα της εκπαίδευσης –αλλά και γενικά – δεν είναι από μόνη της ανατρεπτική, παρά μόνον εφόσον ασκηθεί μια συνολικότερη ανατρεπτική πρακτική της έμφυλης τάξης σε όλα τα επίπεδα. Επίσης, το θέμα της χρήσης μη σεξιστικής γλώσσας δεν τίθεται με όρους «πολιτικής ορθότητας» όπως συχνά κατανοείται. Κάθε φορά που αμφισβητούμε όρους και εκφράσεις που εμπεριέχουν διακρίσεις δίνουμε ταυτόχρονα και μια μάχη για όσα αναπαριστά και αναπαράγει στο επίπεδο των κοινωνικών σχέσεων, δίνουμε μια μάχη για το νόημα, καθώς δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με ζητήματα γλώσσας, αλλά και με τη σύνδεσή τους με την πολιτική πράξη.

Όταν ανέλαβα το 2008 την Κοσμητεία της Παιδαγωγικής Σχολής στο ΑΠΘ υπέγραφα ως Κοσμητόρισσα. Είχε προκαλέσει πολλές συζητήσεις, εντός και εκτός ΑΠΘ, η επιλογή μου αυτή, όπως και το να μη με προσφωνούν –όταν απαιτείται– ως «κυρία κοσμήτωρ» ή «η κοσμήτορας» ή ακόμα χειρότερα «ο κοσμήτορας» ή όπως χαριτολογώντας 2-3 φορές «Πυργοδέσποινα». Πολλοί και πολλές μου καταλόγισαν ότι κακοποιώ τη γλώσσα ή ότι δεν ευσταθεί γραμματικά –γεγονός που δεν ισχύει σύμφωνα με ειδικούς. Λιγότεροι/ες υπερασπίστηκαν την επιλογή μου και αρκετοί/ές «συμμορφώθηκαν» λόγω της θέσης μου στην εκπαιδευτική ηγεσία του πανεπιστημίου. Με τον καιρό άρχισε σιγά-σιγά να γίνεται αποδεκτό –όχι από όλους και όλες βέβαια – και να μη ξενίζει τόσο. Χαρακτηριστικό είναι ένα σχετικό συμβάν σε ημερίδα που μιλούσα και με προσφώνησαν στο αρσενικό: η συζήτηση τελείωσε όταν ένας φοιτητής μας έθεσε στο ακροατήριο το ερώτημα:

«Γιατί δεν μας ξενίζει η μαγείρισσα αλλά η κοσμητόρισσα;». Χαίρομαι που και η νυν Κοσμητόρισσα της Παιδαγωγικής εξακολουθεί τη παράδοση αυτή. Νομίζω ότι συμβάλλουμε έτσι στην αποδόμηση των κυρίαρχων στερεότυπων για τις σχέσεις των ανδρών και των γυναικών με τις ηγετικές θέσεις γενικά και ιδιαίτερα στην εκπαιδευτική ιεραρχία.

Υπάρχει καθυστέρηση στην γλωσσική αποτύπωση των θηλυκών επαγγελματικών ουσιαστικών και στο θηλυκό τύπο των αξιωμάτων. Γιατί, λοιπόν, ακούγεται προκλητικό ή υπερβολικό «η κοσμητόρισσα, η βουλεύτρια, η γιάτρισσα, η ζωγράφισσα, η δικηγορέσσα, η συγγράφισσα», ενώ ακούγεται κανονικό «η μαγείρισσα, η χορεύτρια, η βασίλισσα»; Σε έναν κόσμο που αλλάζει, γιατί στη γλώσσα οι γυναίκες να είναι αόρατες; Γιατί να μιλάμε για «μητρική» γλώσσα και «πατρικό» σπίτι; Στην Ελλάδα υπάρχει καθυστέρηση στην γλωσσική αποτύπωση των θηλυκών επαγγελματικών ουσιαστικών, ή γενικότερα των ουσιαστικών που δηλώνουν ιδιότητα, στο θηλυκό τύπο των αξιωμάτων παρά τη μικρή αύξηση του ποσοστού των γυναικών σε θέσης ηγεσίας σε πολλούς τομείς. Τις τελευταίες δεκαετίες επιχειρήθηκε μια καταγραφή των σχετικών γραμματικών προβλημάτων και διατυπώθηκαν κάποιες προτάσεις. Χρειάζεται όμως η συμβολή φεμινιστριών γλωσσολόγων για τη δημιουργία γλωσσικών προτύπων που θα αποτυπώνουν τη νέα πραγματικότητα. Βέβαια, οι προσπάθειες κατασκευής θηλυκού τύπου δεν αφορούν απλά και μόνον τη γραμματική.

Έχει παρατηρηθεί ότι πολύ συχνά και οι ίδιες οι γυναίκες διστάζουν ή αδιαφορούν να αποτυπώσουν στη γλώσσα τη νέα πραγματικότητα όταν αυτοπροσδιορίζονται και εμμένουν στη χρήση των αρσενικών γραμματικών τύπων. Είναι κατανοητή η επίδραση του “ηγεμονικού λόγου”, μόνο που αυτή η πρακτική διαιωνίζει και επιβεβαιώνει την αντίληψη του ανδρικού προσώπου της ηγεσίας –με τη μικρή συμμετοχή των γυναικών ως εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα.

Σεξισμός στη γλώσσα στο δημόσιο λόγο της εκπαίδευσης

Σεξισμός στη γλώσσα υπάρχει στο δημόσιο λόγο της εκπαίδευσης (δηλ. γλώσσα που δίνει το προβάδισμα στο αρσενικό έναντι του θηλυκού, που εμπεριέχει λέξεις και εκφράσεις που προσβάλλουν, υποβαθμίζουν, απαξιώνουν και αποκλείουν τις γυναίκες και γενικά εμπεριέχει το μήνυμα της ανισότητας των φύλων με πολλούς τρόπους – στη γραμματική, στη σύνταξη και στη σημασιολογία). Αυτό σημαίνει ότι σε μεγάλο τμήμα της γλώσσας μας οι γυναίκες αποκλείονται από το πεδίο των συμβολικών αναπαραστάσεων και τη συγκρότησή τους ή εμπεριέχονται στην οπτική γωνία της κυρίαρχης κοινωνικής ομάδας. Η χρήση σεξιστικής γλώσσας εμπεριέχει το μήνυμα της ανισότητας των φύλων, αντανακλά και νομιμοποιεί τις άνισες σχέσεις εξουσίας ανάμεσα στα φύλα με πολλούς τρόπους καθώς ενισχύει τη σεξιστική συμπεριφορά και οργάνωση, προωθεί και διαιωνίζει τα έμφυλα στερεότυπα. Βέβαια, όσα συμβαίνουν στο πλαίσιο της εκπαίδευσης, επηρεάζονται και από τους κυρίαρχους/ηγεμονικούς Λόγους που βρίσκονται εκτός σχολείου.

Παραδείγματα σεξισμού στη γλώσσα καταγράφονται στα σχολικά εγχειρίδια και σε όλο το παιδαγωγικό υλικό, στους στόχους του αναλυτικού προγράμματος, στις ανακοινώσεις -προσκλήσεις που απευθύνονται στους γονείς και στα μέλη του προσωπικού, στα επίσημα έγγραφα και στην αλληλογραφία, στις διάφορες δράσεις του σχολείου, στους επίσημους τίτλους, βαθμολόγια, υπεύθυνες δηλώσεις, στον προφορικό λόγο στη τάξη κ.ά.

Σεξισμός στη γλώσσα – Το παράδειγμα των σχολικών εγχειριδίων

Αναφέρω ενδεικτικά ορισμένα παραδείγματα γλωσσικού σεξισμού στα σχολικά εγχειρίδια της Ε’ και Στ’ τάξης του Δημοτικού:

Χρήση του αρσενικού γένους για να δηλώσει και τα δύο γένη – Όταν οι γυναίκες είναι αόρατες

«Τι λες τόση ώρα στους συμμαθητές σου;», «Βιβλίο για το δάσκαλο», «Πώς εκλέγεται ο υπεύθυνος κάθε ομάδας;», «Ο χριστιανός δεν μπορεί να κάνει διακρίσεις προς οποιονδήποτε όσο διαφορετικός κι αν είναι αυτός…»

Σχολιασμός:

Η χρήση του αρσενικού ως του επικρατέστερου γένους για να δηλωθούν άτομα και των δύο φύλων υποδηλώνει την κοινωνική ιεραρχία των φύλων. Η συνεχής χρήση του αρσενικού γένους για να δηλώσει και τα δύο φύλα έχει ως συνέπεια να αποσιωπάται η παρουσία και η συμβολή των γυναικών σε όλο σχεδόν το φάσμα της κοινωνικής ζωής.

Προσωποποίηση των επαγγελμάτων – Όταν τα επαγγέλματα έχουν φύλο

«Καμιά φορά στη δουλειά του ο αρχαιολόγος χρησιμοποιεί και αεροπλάνο», «Η αδελφή μου σπουδάζει μαία (μαμή)», «Ο χημικός αναλύει τη χημική ένωση στα στοιχεία της», «να καλέσουμε στο σχολείο να μιλήσει ο αγροτικός γιατρός, μια κοινωνική λειτουργός ή μια αδελφή νοσοκόμα»

Σχολιασμός:

Συχνά γίνεται η χρήση επαγγελματικών όρων ή τίτλων και ρόλων σε αρσενικό ή θηλυκό γένος, υποδηλώνοντας εμμέσως και το φύλο που κατά κανόνα το ασκεί. Επίσης, υπάρχουν επαγγελματικές ιδιότητες που- παρά το γεγονός ότι ασκούνται σήμερα και από γυναίκες- δεν έχουν αποκτήσει ακόμη θηλυκό γραμματικό γένος. Η χρήση κυρίως του αρσενικού γένους στις επαγγελματικές αναφορές υποδηλώνει ότι κατ’ εξοχήν οι άντρες νομιμοποιούνται να έχουν επαγγελματικό ρόλο, ενώ, παράλληλα οριοθετεί σαφώς και διαχωρίζει τα επαγγέλματα που αφορούν αποκλειστικά γυναίκες.

Χρήση των λέξεων άνθρωπος, παιδί

«Σήμερα ο άνθρωπος παίζει πολλούς ρόλους, επειδή συμμετέχει σε πολλές ομάδες. Ο δάσκαλος π.χ. μπορεί να παίζει το ρόλο του διευθυντή του σχολείου, του δασκάλου μέσα στην τάξη, του πατέρα, του προέδρου σ’ ένα σύλλογο (πολιτιστικό, αθλητικό, συνδικαλιστικό) ίσως και του ιεροψάλτη», «Όλοι οι άνθρωποι στη γη έχουν τις ίδιες ανάγκες», «Αντιμετώπιζε πολλές δυσκολίες ο πρωτόγονος άνθρωπος για να ζήσει» (λεζάντα εικόνας στην οποία απεικονίζεται ένας πρωτόγονος άντρας»

Σχολιασμός:

Υπάρχουν λέξεις και εκφράσεις στις οποίες η χρήση του αρσενικού ως του επικρατέστερου γένους για να δηλωθούν άτομα και των δύο φύλων δημιουργεί, επιπλέον, και μια ασάφεια σε σχέση με το φύλο στο οποίο αναφέρεται. (Π. χ. Τα δικαιώματα του ανθρώπου. Έχω τρία παιδιά και ένα κορίτσι). Υπάρχουν λέξεις και εκφράσεις στις οποίες η χρήση της λέξης άνθρωπος δημιουργεί αβεβαιότητα ή αμφισημία καθώς αναφέρεται άλλοτε στο ανθρώπινο είδος και άλλοτε στον ενήλικα άνδρα.

Με τη χρήση των λέξεων άνθρωπος –άνθρωποι και παιδί-παιδιά περιμένουμε ότι θα περιλαμβάνονται και τα δύο φύλα. Η προσεκτική εξέταση των κειμένων καθώς και οι εικόνες που συνοδεύουν το κείμενο μας κάνουν να αντιληφθούμε ότι όταν οι συγγραφείς χρησιμοποιούν τις λέξεις αυτές συχνά εννοούν μόνο τον άντρα ή το αγόρι.

Πρόταξη του αρσενικού ονόματος στα ζεύγη – Όταν οι άνδρες προηγούνται

«Άντρες, γυναίκες, παιδιά», «Στον παππού ή τη γιαγιά», «Θεοί και θεές», «Κάθε άντρας και κάθε γυναίκα», «Ο πατέρας σου και η μητέρα σου»

Σχολιασμός:

Συνήθως προηγείται ο αρσενικός τύπος του θηλυκού – εκτός συγκεκριμένων περιπτώσεων όπου συναντάται το αντίστροφο (π. χ γυναικόπαιδα, κυρίες και κύριοι, η νύφη και ο γαμπρός). Στις περιπτώσεις αυτές η γυναίκα προτάσσεται λόγω της σχέσης της με έναν άντρα ή λόγω της λόγω της δήλωσης της αδυναμίας εξ αιτίας του φύλου της. «ξεμπούκαραν γυναικόπαιδα και άντρες» «Χήρες και ορφανά»

Χρήση των υποκοριστικών

«Καημενούλα, Ειρήνη», «Ειρήνη, Ρηνάκι, Ρηνούλα, Ρηνιώ»

Σχολιασμός:

Η χρήση υποκοριστικών γίνεται κυρίως σε κορίτσια και γυναίκες. Μπορεί να θεωρηθεί δείγμα σεξιστικής γλώσσας, αφού κατά αυτόν τον τρόπο μειώνεται η συνεισφορά των γυναικών και λανθάνει το μήνυμα ενός υποδεέστερου ρόλου.

Χρήση των αντωνυμιών και επιθέτων

«υπέροχος, υπεράνθρωπος, υπερφυσικός, υπερβολικός, υπερώριμος, υπερτροφικός, υπέρλαμπρος»

«Πάρα πολύ όμορφη», «χρυσοχέρα», «δόλια», «είναι άντρες ορμητικοί και γενναίοι, ακατάβλητοι και άτρομοι», «θριαμβευτής» «μορφωμένος» «σπουδαίος»

Σχολιασμός:

Παρατηρείται συνεχής χρήση της αρσενικής αντωνυμίας και ιδιαίτερα της κτητικής με αποτέλεσμα να φαίνεται ότι ο κόσμος ανήκει αποκλειστικά σε άντρες. Η χρήση των επιθέτων ενισχύει τα έμφυλα στερεότυπα (π.χ. για τις γυναίκες υπάρχει πληθώρα επιθέτων που αφορούν στην εξωτερική τους εμφάνιση, ενώ για τους άντρες που τονίζουν την γενναιότητα, το θάρρος κ.ά)

Σημασιολογικά στερεότυπα

• Συχνά τα παράγωγα της λέξης άνδρας (π. χ. ανδρείος, παλικάρι, λεβέντης, άντρακλας, ανδραγάθημα ) έχουν θετική σημασία, ενώ τα παράγωγα της λέξης γυναίκα (π. χ. γυναικόπαιδα, γυναικουλίστικο, γυναικοδουλειά) έχουν αρνητική σημασία.
• Υπάρχουν λέξεις ή φράσεις που περιέχουν τη λέξη ”άνδρας” και αποσιωπούν τη συνεισφορά των γυναικών (Π. χ. Ανδραγάθημα, επανδρώνεται).
• Υπάρχουν λέξεις ή φράσεις που περιέχουν τη λέξη ”πατέρας” και αποσιωπούν τη συνεισφορά των γυναικών. (Π. χ. Η γη των πατέρων μας. Το πατρικό μου σπίτι. Οι προπάτορές μας).
• Υπάρχουν λέξεις ή φράσεις που αποκτούν διαφορετική σημασία ανάλογα με το φύλο στο οποίο απευθύνονται. (Π.χ. Νοικοκύρης\ νοικοκυρά).
• Υπάρχουν λέξεις ή φράσεις επαινούν τα γυναικεία επιτεύγματα με όρους που αποδίδονται, κατά κανόνα, στους άνδρες (π. χ. αντράκι, γυναίκα παλικάρι) ή υποτιμούν ή εξευτελίζουν τους άνδρες με όρους που αποδίδονται, κατά κανόνα, στις γυναίκες και στους ομοφυλόφιλους.
• Υπάρχουν λέξεις ή φράσεις που αναπαράγουν στερεότυπες αντιλήψεις για το ρόλο των γυναικών και των ανδρών (π.χ Το καλάθι της νοικοκυράς, κουτσομπόλα, ωραίο φύλο, χρυσοχέρα).
• Υπάρχουν όροι που υποτιμούν και εξευτελίζουν τους άνδρες ή τις γυναίκες.
• Υπάρχουν παροιμίες και ευχές που αναπαράγουν στερεότυπες αντιλήψεις για το ρόλο των γυναικών και των ανδρών. (π.χ. Και με ένα γιό! Δώδεκα γυναίκες, δεκατέσσερις κουβέντες) και στις οποίες δεν γίνεται χρήση του αρσενικού τύπου ως κανόνα.
• Συχνά σε τίτλους και χαιρετισμούς οι γυναίκες παρουσιάζονται ως εξαρτώμενες από τους άνδρες και όχι ως αυτόνομες προσωπικότητες ή δεν αντιμετωπίζονται ισότιμα με τους άνδρες. (π.χ. Ο κύριος Παπαδόπουλος και η σύζυγός του. Ο γιατρός και η γυναίκα του. Η νύφη των Γριβαίων).

Ενδεικτικά αναφέρονται:

«ανδραγαθίες», «Ήταν το παλικάρι της γειτονιάς και ο καλύτερος σύντροφος για τα κάλαντα», «Σαν έφυγε ο αφέντης», «Καημενούλα, Ειρήνη», «Κακομοίρα», «Χαριτωμένη νύμφη Καλυψώ», «Μα πλήθος γυναικούλες, γερόντοι και παιδιά», «παλικάρι», «δόλια», «νοικοκυραίους»

Σχολιασμός:

Η χρήση των σημασιολογικών στερεότυπων αντανακλά τη διαφορετική κοινωνική θέση των ανδρών και των γυναικών στην κοινωνία και τις άνισες σχέσεις εξουσίας. Έτσι, τα παράγωγα της λέξης «γυναίκα» έχουν αρνητική σημασία, ενώ τα παράγωγα της λέξης «άνδρας» θετική.

Σεξισμός στη γλώσσα στον τομέα της εκπαίδευσης – Δεν αναγνωρίζεται επίσημα ως θέμα

Όσον αφορά στην αντιμετώπιση του γλωσσικού σεξισμού από τους επίσημους φορείς στην Ελλάδα –γενικά και ειδικότερα στον τομέα της εκπαίδευσης- δεν έχει υπάρξει ως τώρα όχι μόνον καμία συστηματική πρωτοβουλία για την προσαρμογή της γλώσσας στα σύγχρονα κοινωνικοπολιτισμικά δεδομένα, αλλά ούτε καν αναγνώριση του ζητήματος. Ήδη από το 1990 είχε εκδοθεί Σύσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία καλούσε “τις κυβερνήσεις των κρατών μελών να προωθήσουν τη χρήση ενός λεξιλογίου που να αντικατοπτρίζει την αρχή της ισότητας της γυναίκας και του άνδρα.” (Συμβούλιο της Ευρώπης, 1991). Η σύσταση αυτή αγνοήθηκε από όλους τους επίσημους θεσμούς. Δυστυχώς το φαινόμενο του σεξισμού στη γλώσσα περνάει συχνά απαρατήρητο στην Ελλάδα, όχι πάντα από κακή πρόθεση, αλλά γιατί δεν αναγνωρίζεται καν καθώς συμβαίνει πολύ συχνά και θεωρείται αυτονόητο μέσα σε ένα κόσμο βαθιά διχοτομημένο ως προς το φύλο.

Η κοινωνική, επαγγελματική και ηθική ευθύνη των εκπαιδευτικών στο ζήτημα της μη σεξιστικής γλώσσας

Το γεγονός ότι δεν υπάρχει αντιμετώπιση του γλωσσικού σεξισμού από τους επίσημους φορείς στην Ελλάδα –και ειδικότερα στον τομέα της εκπαίδευσης- δεν σημαίνει ότι εμείς οι εκπαιδευτικοί δεν έχουμε κοινωνική, επαγγελματική και ηθική ευθύνη, τόσο σε συλλογικό επίπεδο να προωθήσουμε κανονιστικές παρεμβάσεις στη γλώσσα με στόχο την επανασημασιοδότηση του γλωσσικού συστήματος και την αλλαγή των έμφυλων αναπαραστάσεων και μέσω της γλωσσικής διεπίδρασης, όσο και σε ατομικό επίπεδο. Οι εκπαιδευτικοί, ιδιαίτερα της προσχολικής / πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης -περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον/η επαγγελματία-, κατά τη γνώμη μου, οφείλουν να χρησιμοποιούν μια γλώσσα που να αντανακλά την αναγνώριση της ισότητας ανδρών/γυναικών, καθώς η γλώσσα, εκτός των άλλων λειτουργιών της, αποτελεί και συγκροτησιακό παράγοντα της κοινωνικής πραγματικότητας.

Δεν θα αναφερθώ εδώ στη σχέση γλώσσας και φύλου και στις διαφορετικές κοινωνιογλωσσολογικές/ φεμινιστικές προσεγγίσεις της και στις συνέπειές τους. Απλά θέλω να υποσημειώσω ότι μέσα από τους μηχανισμούς της γλώσσας και της γλωσσικής διεπίδρασης συχνά αποτυπώνεται η ανισότητα της κοινωνικής σχέσης των φύλων, η οποία αντανακλά τη σεξιστική ιδεολογία. Η γλώσσα μας είναι διαποτισμένη από την ιδεολογία της ανισότητας των φύλων ‘’Επικρατέστερο είναι το γένος του κυρίαρχου –επικρατέστερου φύλου’’. Για παράδειγμα, τα αγόρια και τα κορίτσια ‘’διδάσκονται’’ διαφορετικές μορφές επικοινωνίας μέσα από τα σχολικά εγχειρίδια και αποκτούν διαφορετικές εμπειρίες με δύο τρόπους: με τον τρόπο που διδάσκονται να χρησιμοποιούν τη γλώσσα και τον τρόπο με τον οποίο η γλώσσα τα μεταχειρίζεται (ο ρόλος των γυναικών στη κοινωνική ιεραρχία αντανακλάται με την χρήση περισσότερων εκφράσεων δισταγμού, ευγένειας και ερωτηματικών προτάσεων για να κάνουν δηλώσεις ή προτάσεις, ένα στυλ λόγου που είναι περισσότερο φορτισμένο συναισθηματικά, από το γεγονός ότι διακόπτονται συχνά ή τα σχόλιά τους αγνοούνται, από τη σχέση εξάρτησής τους από τον άνδρα, από την τάση να θεωρείται το αρσενικό η νόρμα κ.α). Επίσης, οι μορφές επικοινωνίας στο σχολείο όχι μόνο αντανακλούν τις αντιλήψεις για τα φύλα αλλά συμβάλλουν και στη συγκρότηση των έμφυλων ταυτοτήτων.

Η εξοικείωση στη χρήση μη σεξιστικής γλώσσας δεν είναι δύσκολο εγχείρημα, συναντά, όμως, αρκετές αντιστάσεις. Ενδεχόμενα, όταν αρχίσετε να τη χρησιμοποιείται στο σχολείο να υπάρξουν ορισμένα αρνητικά σχόλια και αντιδράσεις. Ίσως η αλλαγή θα προκύψει σταδιακά και θα πρέπει να αρχίσει με όρους που χρησιμοποιούνται συχνά και είναι περισσότερο αποδεκτοί. Πάντως στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης στο Α.Π.Θ., από την έναρξη της λειτουργίας του το 1986, γίνεται προσπάθεια χρήσης μη σεξιστικής γλώσσας –παράλληλα με τη θεσμοθέτηση της αντισεξιστικής εκπαίδευσης. Η μη σεξιστική χρήση της γλώσσας γίνεται και από την Κοσμητεία της Παιδαγωγικής.

Υπάρχουν ορισμένες κατευθυντήριες οδηγίες τις οποίες μπορούν να ακολουθούν όσα άτομα πιστεύουν στην αναγκαιότητα της χρήσης μη σεξιστικής γλώσσας που να αντανακλά τη νέα κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα και την ισότητα ανδρών – γυναικών. Π.χ. μη κάνεις χρήση του αρσενικού γένους για να δηλωθούν άτομα και των δύο φύλων, μη χρησιμοποιείς επαγγελματικούς όρους μόνο με θηλυκές ή αρσενικές καταλήξεις, μη χρησιμοποιείς λέξεις / εκφράσεις που υποτιμούν ή εξευτελίζουν τις γυναίκες και τους άνδρες και αναπαράγουν στερεότυπες αντιλήψεις για τους ρόλους των φύλων, μη χρησιμοποιείς με ασύμμετρο τρόπο τίτλους, προσφωνήσεις και χαιρετισμούς ανδρών / γυναικών /παιδιών, απαιτείται προσοχή στη χρήση λέξεων και φράσεων που εμπεριέχουν τη λέξη «άνδρας» και στη χρήση της λέξης «άνθρωπος» κ.ά.

Με τη χρήση σεξιστικής γλώσσας συμβάλλουμε στην αναπαραγωγή της έμφυλης ασυμμετρίας και δεν συμβάλουμε στην αλλαγή της γλώσσας μέσω της χρήσης της. Αυτό προϋποθέτει ότι η ανάδειξη των εκφάνσεων του γλωσσικού σεξισμού και, γενικότερα, των ιδεολογικών μηχανισμών της γλώσσας, καθώς και των τρόπων αντιμετώπισής του, η εξοικείωση στη χρήση μη σεξιστικού λόγου πρέπει να είναι τμήμα της εκπαίδευσης/μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών.

* Η Δήμητρα Κογκίδου, είναι καθηγήτρια στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΑΠΘ

May 142014
 

born-child-homophobia

Το φαινόμενο του ομοφοβικού και τρανσφοβικού εκφοβισμού δεν είναι καινούργιο στην Ελλάδα. Η αυξημένη ευαισθητοποίηση γύρω από το θέμα έχει φέρει μεγαλύτερη αναγνώριση, καταγραφή, άρα και ανάγκη για αντιμετώπιση. Η ημιμάθεια γύρω από αυτά τα θέματα μπορεί να γίνει επικίνδυνη, παραμένει όμως ζωντανή η ανάγκη να στηρίξουμε τις απόπειρες εμβάθυνσης του διαλόγου ανάμεσα σε όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Η κοινότητα χρειάζεται στήριξη για να κάνει αυτές τις ‘δύσκολες’ κουβέντες.

Όσο αφορά το θέμα του περιστατικού με την τρανς μαθήτρια σε σχολείο της Αθήνας, στο οποίο αναφέρεται στο άρθρο της η Δήμητρα Κογκίδου, ο ρόλος του Γραφείου Αγωγή Υγείας, ειδικότερα της υπεύθυνης του γραφείου Μαίρης Χιόνη και η συνεργασία μας, καθώς και η συνεργασία με τους επιστημονικούς συνεργάτες του Συνηγόρου του Πολίτη (Κύκλος Ισότητας των Φύλων και Κύκλος Δικαιωμάτων του Παιδιού) είναι από τα αισιόδοξα πράγματα των καιρών,

Όπως σημειώνει και η Δήμητρα Κογκίδου σε σχόλιο της μετά την ανάρτηση του άρθρου:

Να σημειώσω ότι στην υπόθεση της τρανς μαθήτριας πολύ θετικό ρόλο έπαιξε και το Γραφείο Αγωγής Υγείας στην Αθήνα. Η παρέμβασή του επικεντρώνεται:

α) στις θετικές δράσεις που σχεδιάστηκαν και υλοποιήθηκαν από το Γραφείο Αγωγής Υγείας της Διεύθυνσης Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης Α΄ Αθήνας για μαθητές/τριες και εκπαιδευτικούς, το προηγούμενο σχολικό έτος , στο σχολικό συγκρότημα φοίτησης της μαθήτριας (όχι μόνο στο νυχτερινό Γυμνάσιο που φοιτούσε αλλά και στο συστεγαζόμενο Λύκειο) , μετά από υπόδειξη του Συνηγόρου του Πολίτη (Κύκλος Ισότητας των Φύλων), σε συνεργασία με την ομάδα Ομοφοβία στην Εκπαίδευση και ειδικό

β) στην εξαιρετική συνεργασία και τον σεβασμό μεταξύ των εμπλεκόμενων

γ) στο ότι ακολουθήθηκε όλη η δεοντολογία που αφορά σε παρεμβάσεις από φορείς εκτός σχολικής κοινότητας με άδεια από το ΥΠΑΙΘ και είναι η πρώτη φορά, από όσο γνωρίζω, που εκπονήθηκε τέτοιου περιεχομένου παρέμβαση σε εθνικό επίπεδο σε ελληνικό σχολείο.

δ) στο ότι υπήρξε βελτίωση του σχολικού κλίματος παρά τις αντίξοες συνθήκες που είχαν μακροχρόνια διαμορφωθεί με αποτέλεσμα η μαθήτρια να ολοκληρώσει τη φοίτησή της στο νυχτερινό γυμνάσιο μετά από πολλά χρόνια

ε) στο ότι κατά το τρέχον σχολικό έτος το θέμα της φοίτησης της μαθήτριας στο Λύκειο είναι ανοικτό και σε πρώτη φάση έχει γίνει, πάλι μετά από όλη τη δεοντολογία, παρέμβαση στους/στις εκπαιδευτικούς σε συνεργασία με τον Συνήγορο του Πολίτη (Κύκλος Δικαιωμάτων του Παιδιού) και ειδικό.

Ομοφοβικός και τρανσφοβικός εκφοβισμός στην εκπαίδευση
Της Δήμητρας Κογκίδου

Το φαινόμενο του ομοφοβικού και τρανσφοβικού εκφοβισμού δεν συνιστά καινοτομία των ημερών. Το ότι σχετικά πρόσφατα άρχισε να συζητιέται στην Ελλάδα οφείλεται στο γεγονός ότι σήμερα υπάρχει αυξημένη ευαισθητοποίηση απέναντι σε ορισμένες μορφές εκφοβισμού που παλαιότερα είτε δεν καταγράφονταν τόσο έντονα στο δημόσιο λόγο, είτε δεν αναγνωρίζονταν ως τέτοιες.

Δυστυχώς τα περισσότερα περιστατικά ομοφοβικού και τρανσφοβικού εκφοβισμού στην εκπαίδευση συχνά δεν γίνονται αντιληπτά ως τέτοια –πλην ακραίων περιπτώσεων που δημιουργούν έντονα φαινόμενα διάρρηξης των σχολικών κανόνων –και έτσι δεν δίνεται η δυνατότητα για σχεδιασμό συστηματικής δράσης τόσο στο επίπεδο της πρόληψης, όσο και της αντιμετώπισης. Σ’ αυτό συντελεί και η σχετική δυσκολία ορισμένων εκπαιδευτικών να αναγνωρίσουν και να ορίσουν ποιες συγκεκριμένες συμπεριφορές συγκροτούν ομοφοβικό εκφοβισμό καθώς ο σεξισμός έχει διαποτίσει την πρακτική των καθημερινών έμφυλων σχέσεών μας.

Ακόμα, όμως, και στις περιπτώσεις που τα περιστατικά ομοφοβικού και τρανσφοβικού εκφοβισμού γίνονται αντιληπτά, το σχολείο ως θεσμός –με εξαίρεση ορισμένους εκπαιδευτικούς- φαίνεται να μην ενδιαφέρεται και τόσο πολύ για το ζήτημα και δε φαίνεται ικανό –ή/και πρόθυμο- να καταπολεμήσει το φαινόμενο με την υιοθέτηση μιας αντι-ετερο-σεξιστικής πολιτικής. Με τη λογική αυτή, δίνει το μήνυμα σε μαθητές και σε μαθήτριες ότι αυτού του είδους η συμπεριφορά είναι λίγο-πολύ αποδεκτή. Γενικά φαινόμενο του ομοφοβικού και τρανσφοβικού εκφοβισμού είναι ένα παραμελημένο ζήτημα στην εκπαιδευτική ατζέντα που μέχρι τώρα καλύπτεται από σιωπή και αμηχανία.

Ένα παράδειγμα τρανσφοβικού εκφοβισμού

Μια από τις λίγες περιπτώσεις τρανσφοβικού εκφοβισμού που έγιναν ορατές λόγω της σοβαρότητάς της ήταν της Α., μιας τρανς μαθήτριας σε ένα νυχτερινό σχολείο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Αθήνα. Παρά τις καταγγελίες του Σωματείου Υποστήριξης Διεμφυλικών μαζί με την ομάδα «Ομοφοβία στην Εκπαίδευση», την προσφυγή στο Συνήγορο του Πολίτη που στο πόρισμά του είχε δώσει θετικές κατευθυντήριες οδηγίες για τη διευθέτηση του θέματος και τη διαμεσολάβησή του στο σχολείο, η μαθήτρια συνέχισε να δέχεται σοβαρότατες παρενοχλήσεις λόγω της ταυτότητας φύλου της και εκφοβισμό από το Διευθυντή του Λυκείου.

Παράλληλα, η μοναδική καθηγήτρια που υπoστήριξε την τρανς μαθήτρια στις ακραίες τρανσφοβικές διακρίσεις που υπέστη, πέρασε από ΕΔΕ και τέθηκε σε αργία (υπήρξε καταγγελία της Β΄ΕΛΜΕ Αθήνας για τη δίωξη της καθηγήτριας). Να σημειώσουμε σχετικά με το χειρισμό της υπόθεσης αυτής το θετικό ρόλο του Συνήγορου του Πολίτη, τόσο για τις προτάσεις του για το σεβασμό της ταυτότητας φύλου των τρανς ανθρώπων στο σχολικό περιβάλλον, όσο και για τις καλές πρακτικές που ακολούθησε κατά τη διαδικασία διαμεσολάβησης, σε αντίθεση με την αδιαφορία ή καλλίτερα την άρνηση της πολιτείας –μέσω του αρμόδιου υπουργείου -να ασχοληθεί με τις διακρίσεις που αντιμετωπίζουν γενικότερα οι lgbtq μαθητές και μαθήτριες.

Το σχολείο οφείλει να διασφαλίζει ότι κανένα παιδί δεν θα υποστεί διάκριση ή/και παρενόχληση και εκφοβισμό εξαιτίας του σεξουαλικού προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου του.

Όταν αναφερόμαστε στον ομοφοβικό και τρανσφοβικό εκφοβισμό στην εκπαίδευση δεν θα πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε ως ένα φαινόμενο που συμβαίνει ανεξάρτητα και ερήμην της πραγματικότητας του κόσμου των ενηλίκων που προσλαμβάνουν τα παιδιά και οι έφηβοι. Ας μη ξεχνάμε ότι αυτά που συμβαίνουν στο πλαίσιο της εκπαίδευσης, επηρεάζονται από τους κυρίαρχους Λόγους περί ετεροσεξουαλικότητας και ομοφοβίας που βρίσκονται στη δημόσια σφαίρα της μαζικής κουλτούρας, της πολιτικής και της πολιτείας. Ούτε, επίσης, να τον αντιμετωπίζουμε ως ένα φαινόμενο που είναι ανεξάρτητο από το είδος της εκπαίδευσης που παρέχουμε στα παιδιά. Για παράδειγμα, σπανίζουν οι βιωματικές μέθοδοι και η συστηματική διαμόρφωση ενός κλίματος στην τάξη που θα συμβάλλει στην ανάπτυξη μιας αίσθησης συλλογικότητας έτσι ώστε τα παιδιά να νοιώσουν ότι ανήκουν σε μια ομάδα και να παρεμποδισθούν ή να ακυρωθούν οποιεσδήποτε διαδικασίες περιθωριοποίησης, στιγματισμού και εκφοβισμού.

Πάντως, ανεξάρτητα από το αν οι παράγοντες που παράγουν ή επηρεάζουν το φαινόμενο του ομοφοβικού και τρανσφοβικού εκφοβισμού βρίσκονται μέσα ή έξω από την εκπαίδευση, το σχολείο οφείλει να διασφαλίζει ότι κανένα παιδί δεν θα υποστεί διάκριση ή/και παρενόχληση και εκφοβισμό εξαιτίας του σεξουαλικού προσανατολισμού ή της ταυτότητας φύλου του. Εμπειρίες παρενόχλησης ή/και διακρίσεων, εμπειρίες ή φόβος για ομοφοβικό ή τρανσφοβικό εκφοβισμό, μπορεί να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στους LGBTQ νέους και νέες, τόσο σε προσωπικό επίπεδο, όσο και στο εκπαιδευτικό τους μέλλον και στις επαγγελματικές επιλογές. Οι εμπειρίες αυτές δεν προέρχονται μόνον από τους συμμαθητές /τριες αλλά και από τα άλλα μέλη του σχολείου –εκπαιδευτικούς και γονείς. Η απώλεια της αυτοπεποίθησης, η απομόνωση, ζητήματα τακτικής φοίτησης, η έλλειψη κινήτρων ή /και συγκέντρωσης είναι μερικές από τις επιπτώσεις που μπορεί να οδηγήσουν σε μειωμένη εκπαιδευτική επιτυχία ή σε εγκατάλειψη του σχολείου.

Μπορούμε να κάνουμε πολλά στην εκπαίδευση, τόσο στο επίπεδο της πρόληψης, όσο και της αντιμετώπισης, αρκεί να υπάρχουν μακρόχρονες και σωστά σχεδιασμένες παρεμβάσεις που να στηρίζονται στην κατάλληλη παιδαγωγική τεχνογνωσία. Το επισημαίνω αυτό γιατί είναι σημαντικό να γνωρίζουμε τα αίτια που οδηγούν κάποια παιδιά στη χρήση βίας που προέρχεται από την ομοφοβία.

Το σχολείο ως πολιτισμικό πλαίσιο κατασκευής έμφυλων και σεξουαλικών ταυτοτήτων

Καθώς το φύλο και η σεξουαλικότητα δεν είναι δεδομένα και αυτονόητα, το σχολείο ως θεσμός αποτελεί ένα από τα κυρίαρχα πολιτισμικά πλαίσια μέσα στο οποίο δομούνται οι έμφυλες και σεξουαλικές ταυτότητες των μαθητών/μαθητριών. Αυτό γίνεται με πολλούς τρόπους –μέσω των αναλυτικών προγραμμάτων, της οργάνωσης και διοίκησης, του παιδαγωγικού υλικού, του κρυφού αναλυτικού προγράμματος κ.ά. Δυνητικά θα μπορούσε να είναι ένα πλαίσιο όπου διαμορφώνονται και διακινούνται πολλαπλές μορφές θηλυκότητας και ανδρισμού –αλλά δεν είναι έτσι –καθώς έχει καταγραφεί ότι ένας μεγάλος αριθμός εκπαιδευτικών πρακτικών, από εκείνες που θεωρούνται ‘αυτονόητες’ μέσα στο εκπαιδευτικό σύστημα, ενισχύουν τα έμφυλα στερεότυπα. Το σχολείο, παρά τη συνήθη ρητορική για ελεύθερη και ολόπλευρη ανάπτυξη της υποκειμενικότητας των μαθητών/τριών, περιορίζει μαθητές και μαθήτριες σε ένα ασφυκτικό πλαίσιο, με Λόγους σεξιστικούς και ομοφοβικούς, γεγονός που έχει σοβαρές επιπτώσεις σε πολλά επίπεδα. Στην πράξη, εφαρμόζεται διαφορετική πολιτική όταν κινδυνεύουν να παραβιαστούν οι κανόνες της ετεροσεξιστικής μας κοινωνίας.

Η εκπαίδευση αποτελεί, επίσης, χώρο μέσα στον οποίο ασκούνται πρακτικές σεξουαλικότητας, αν και συχνά δεν αναγνωρίζονται ως τέτοιες. Υπάρχουν χαρακτηριστικές αναφορές σε διάφορες έρευνες για το πως η ιδεολογία της ετεροσεξουαλικότητας εμπλέκεται καθημερινά σε ποικίλες σχολικές πρακτικές. Για παράδειγμα, όταν προτρέπουμε ένα μικρό αγόρι να μην κλαίει γιατί «οι άνδρες δεν κλαίνε» ή να γίνει «αληθινός» άνδρας, η προτροπή αυτή εντάσσεται μέσα σε ένα ετεροσεξουαλικό αυτονόητο που το σχολείο επικυρώνει και παρουσιάζει ως αδιαμφισβήτητο κοινωνικό και ηθικό κανόνα. Η ετεροσεξουαλικότητα είναι παρούσα παντού, εκλαμβάνεται ως δεδομένη και «φυσική» και αυτό της δίνει εξουσία.

Συγκρότηση του ανδρισμού: Ετεροσεξουαλικότητα, ομοφοβία και μισογυνισμός

Αυτός ο Λόγος περί ετεροσεξουαλικότητας μέσα στον οποίο τα αγόρια συγκροτούν τους ανδρισμούς τους είναι άμεσα συνδεδεμένος με Λόγους περί ομοφοβίας και μισογυνισμού. Η συγκρότηση της ταυτότητας –σεξουαλικής και έμφυλης- των παιδιών γίνεται μέσω της διαφοράς και του αποκλεισμού. Ειδικά τα αγόρια συγκροτούν τον ανδρισμό τους μέσα από ένα σύστημα στιγματισμού, το οποίο περιπολεί και αστυνομεύει κάθε τι το «μη-ανδρικό» και διαπαιδαγωγεί στον ανδρισμό με την απειλή της ομοφοβίας Έτσι, ο ηγεμονικός ανδρισμός –πάντα ετεροσεξουαλικός -βασίζει τη συγκρότησή του στον αποκλεισμό του «Άλλου» που σε αυτή την περίπτωση είναι η ομοφυλοφιλία η οποία καταλήγει να θεωρείται συνώνυμο μιας θηλυκής ταυτότητας. Οι ετεροσεξουαλικές, λοιπόν, μορφές ανδρισμού θεωρούνται ως οι μόνες «κανονικές» και υγιείς, ενώ οι υπόλοιπες αυτόματα θεωρούνται «αποκλίνουσες».

Αν μια συμπεριφορά θεωρηθεί ότι αποκλίνει από την ετεροσεξουαλικότητα, τότε ενεργοποιείται αρνητική προδιάθεση, συχνά προκαλείται φόβος ή/και αηδία, συναισθήματα που μπορεί να οδηγήσουν στη βία, με συνέπεια υποκείμενα με διαφορετική ταυτότητα φύλου, ή σεξουαλικό προσανατολισμό ή και με ‘θηλυπρεπή’ συμπεριφορά σύμφωνα με τα στερεότυπα για τους έμφυλους ρόλους, να υφίστανται παρενόχληση ή και διάφορες μορφές βίας. Για παράδειγμα, η σωματική οικειότητα μεταξύ των αγοριών, όπως φιλιά και εναγκαλισμοί σε μια συνάντηση, είναι κάτι που αποφεύγεται εξαιτίας της ομοφοβίας και του φόβου θηλυπρέπειας.

Επίσης, άμεση είναι η διασύνδεση ομοφοβίας και μισογυνισμού. Είναι μειωτικό για ένα αγόρι να το αποκαλέσουν ‘κορίτσι’. Από τις χειρότερες βρισιές είναι αργότερα να αποκαλέσεις έναν άνδρα «γυναικούλα» ή κάτι παρεμφερές. Αντίθετα αποτελεί θετικό το να αποκαλέσεις μια γυναίκα «αντράκι» ή ‘’παληκάρι’’ γιατί οι ανδρικές αξίες είναι ιεραρχικά ανώτερες. Ο ηγεμονικός ανδρισμός συνδέεται με την ομοφοβία καθώς τα περισσότερα από τα χαρακτηριστικά τα οποία αποδίδονται στους άνδρες ομοφυλόφιλους αναφέρονται στις γυναίκες. Η ομοφοβία, λοιπόν, αποτελεί μέσο παγίωσης της σεξουαλικότητας και του φύλου, μέσω της συκοφάντησης της θηλυκότητας και του συσχετισμού της με την ομοφυλοφιλία. Για να χαρακτηρισθεί ομοφυλοφοβικά ένα αγόρι σε «αδερφή» ή gay αρκεί να υπερβαίνει συγκεκριμένες αξιώσεις με βάση τα έμφυλα στερεότυπα σε θέματα γλώσσας, ένδυσης, συμπεριφοράς. Π.χ, ένας ήσυχος μαθητής ή ένας μαθητής που κλαίει, ή δεν του αρέσει να παλεύει ή να παίζει ποδόσφαιρο, ή κάνει παρέα και με κορίτσια μπορεί να στιγματιστεί.

Ο ηγεμονικός ανδρισμός επιβάλει ταυτότητες στους «Άλλους» και τους φέρνει σε εξαιρετικά δυσχερή θέση στοχοποιώντας τους

Η ετεροσεξουαλικότητα, ο μισογυνισμός και η ομοφοβία δρουν στο πλαίσιο του σχολείου αφήνοντάς ελάχιστα περιθώρια αντίδρασης στους περισσότερους μαθητές, μαθήτριες και στους εκπαιδευτικούς. Ένα πολύ συχνό παράδειγμα είναι ο ομοφοβικός λεκτικός εκφοβισμός μεταξύ μαθητών «Αν το κάνεις, θα σε γ… !». Ένας μαθητής επιχειρεί να εκφοβίσει έναν άλλο στιγματίζοντάς τον, μέσω της υποταγής του σε παθητικό/θηλυπρεπή άνδρα, δηλαδή με τη μετατροπή του σε μη-άνδρα. Ο ηγεμονικός ανδρισμός –που είναι οπωσδήποτε ετεροσεξουαλικός –έχει την εξουσία και επιβάλει ταυτότητες στους Άλλους. Ο ανδρισμός δεν αποτελεί ένα αυτονόητο, αντίθετα πρέπει συνεχώς να διεκδικείται, να κατακτάται και να αποδεικνύεται -για παράδειγμα και μέσα από την ετεροσεξιστική παρενόχληση και τον ομοφοβικό και τρανσφοβικό εκφοβισμό.

Αυτό έχει ιδιαίτερες επιπτώσεις στη σχολική ζωή των μαθητών και μαθητριών που δεν επιθυμούν την απόκτηση των κυρίαρχων ανδρικών ή γυναικείων ταυτοτήτων ή έχουν διαφορετικό σεξουαλικό προσανατολισμό ή ταυτότητα φύλου. Όσα αγόρια δεν έχουν μια έμφυλη «ταυτότητα» υπερ-ανδρισμού στιγματίζονται και μέσα από ομοφοβικά σχόλια γίνεται προσπάθεια συμμόρφωσης στα πρότυπα του ανδρισμού και της ετεροσεξουαλικότητας. θα πρέπει να τονιστεί εδώ ότι δεν ταυτίζονται όλα τα αγόρια με αυτές τις ηγεμονικές εκφάνσεις ανδρισμού και συνεπώς δε θα πρέπει να θεωρηθούν ως μια ομοιογενή ομάδα.

Οι ετεροσεξουαλικές προσδοκίες φέρνουν μαθητές και μαθήτριες με διαφορετικούς σεξουαλικούς προσανατολισμούς σε εξαιρετικά δυσχερή θέση. Αγόρια και κορίτσια που φαίνονται ή είναι αβέβαια για την ταυτότητα φύλου τους γίνονται στόχος ομοφοβικών επιθέσεων. Καθώς ο ανδρισμός έχει μεγαλύτερη αξία στην κοινωνία, τα αγόρια που φαίνεται να παραβαίνουν τις κανονικότητες για το φύλο τους και να υπονομεύουν το κεντρικό αξίωμα του ανδρισμού, δηλαδή την ετεροσεξουαλικότητα, στιγματίζονται περισσότερο.

Μια αντι–ετερο-σεξιστική πολιτική θα συμβάλει στη μείωση της ομοφοβίας και της τρανσφοβίας στο χώρο της εκπαίδευσης αλλά και γενικότερα στην κοινωνία

Η βία, γενικά, στο χώρο του σχολείου φαίνεται ότι συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τους όρους συγκρότησης της ανδρικής ταυτότητας. Είναι σημαντικό, λοιπόν, ο παράγοντας φύλο να παίξει κεντρικό ρόλο, τόσο στη γενικότερη ενταξιακή πολιτική στην εκπαίδευση, όσο και στο σχεδιασμό στρατηγικών για την καταπολέμησης του εκφοβισμού στο πλαίσιο των οποίων πρέπει ρητά να περιλαμβάνεται ο σεξουαλικός προσανατολισμός, η ταυτότητα φύλου και η έκφραση φύλου. Τα παραπάνω πρέπει να είναι τμήμα της εκπαίδευσης /μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών ώστε να μπορούν να συζητούν και να χειρίζονται τα θέματα αυτά. Παράλληλα θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι όλοι οι εμπλεκόμενοι με το θέμα φορείς θα έχουν την κατάλληλη τεχνογνωσία, τους πόρους και τις αρμοδιότητες ώστε να διασφαλιστεί η παροχή της κατάλληλης υποστήριξης και προστασίας στα παιδιά σε όλη τη διαδικασία. Στο επίπεδο αυτό είναι χρήσιμο να λάβουμε υπόψη καλές πρακτικές άλλων χωρών που έχουν αξιολογηθεί θετικά στην καταπολέμηση του ομοφοβικού και τρανσφοβικού εκφοβισμού.

Κρίνεται απαραίτητο να γίνει συστηματική και πολυεπίπεδη προσπάθεια για τη δημιουργία ενός κλίματος μη ανεκτικού στην ετεροσεξιστική παρενόχληση και στον ομοφοβικό και τρανσφοβικό εκφοβισμό στην εκπαίδευση. Εκτιμώ ότι υπάρχουν πολλά εμπόδια και περιορισμοί. Οι δυσκολίες αυτής της πολιτικής δεν πηγάζουν μόνον από αυτά που συμβαίνουν στο πλαίσιο της εκπαίδευσης, αλλά επηρεάζονται και από τους κυρίαρχους/ηγεμονικούς Λόγους. Παρά ταύτα, το σχολείο μπορεί να αποτελέσει ένα προνομιακό πεδίο παρέμβασης προς την κατεύθυνση της έμφυλης συμμετρίας και της άρσης του ετεροσεξισμού –σε συνεργασία και με άλλους θεσμούς – προς όφελος των ίδιων των υποκειμένων και γενικότερα της κοινωνίας – αρκεί να υπάρχει πολιτική βούληση για μια αντι–ετερο-σεξιστική εκπαίδευση, γιατί τεχνογνωσία υπάρχει. Η εφαρμογή της θα συμβάλει στη μείωση της ομοφοβίας και της τρανσφοβίας –στο χώρο της εκπαίδευσης αλλά και γενικότερα στην κοινωνία. Επισημαίνεται ότι απαραίτητο στοιχείο στη πορεία αυτή και ζήτημα άμεσης προτεραιότητας είναι η προώθηση μιας νέας αντίληψης για τον ανδρισμό – θέμα που συνδέεται άμεσα με τον ομοφοβικό και τρανσφοβικό εκφοβισμό και την ετεροσεξιστική παρενόχληση..

* Δήμητρα Κογκίδου, καθηγήτρια στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης στο ΑΠΘ

Πηγή: tvxs.gr

Apr 222014
 

big-tuxedo

H Julie Diamond γράφει για την ηγεσία και τους ρόλους. Αναφέρεται στο ρόλο ως ‘δημόσια περιουσία’ ως ένα ένα αρχέτυπο του οποίου η ισχύς εκτείνεται πέρα από το άτομο που βρίσκεται στο ρόλο.

Πηγή: A User’s Guide to Power

The Fight Club of Leadership

by Julie Diamond

Remember the movie, Big? Tom Hanks plays a twelve year old boy who wishes he were big a wish granting game in an arcade only to wake up the next morning in the body of a 30 year old. He’s still a twelve year old, but living in an adult body.

It makes for great comedy, like the scene above at the company party where he encounters pickled baby ears of corn and caviar (which he spits out, and then wipes his tongue with a napkin). Like all comedy, it works because it captures something we recognize about ourselves. We laugh at his antics, and also at the uncomfortable truth that we often feel that we are just impersonators. The roles we play feel bigger than our capacity to perform them.

This is one of the least talked about parts of leadership: not feeling up to it. Whether we’re leaders or parents, teachers or doctors, when others look to us for answers, it’s a human reflex to project an image of competence and security. We train ourselves to hide the feelings of incompetence and fraudulence. One of the reasons I started this blog was to explore what happens on the inside. What struggles do leaders have? What are the pressures, not just the perks, of leadership?

A new book by Ben Horowitz looks at this, in a surprisingly candid and refreshing way. The Hard Thing about Hard Things, compiling Horowitz’s posts from his blog over the years, captures what Tom Hank’s shows in the movie: the inner doubt and insecurity we feel when we take on a big role.

By far the most difficult skill I learned as CEO was the ability to manage my own psychology. Organizational design, process design, metrics, hiring, and firing were all relatively straightforward skills to master compared with keeping my mind in check.

And Horowitz confirms what I see as well: Hardly any leadership literature talks about it. Jokingly, he calls it the Fight Club of Management:

Over the years, I’ve spoken to hundreds of CEOs, all with the same experience. Nonetheless, very few people talk about it and I have never read anything on the topic. It’s like the fight club of management: the first rule of the CEO psychological meltdown is don’t talk about the psychological meltdown.

Why is it a secret? Why do we keep our meltdowns, struggles and doubts to ourselves?

I’ve talked about this a lot (here and here). There are many reasons to share our struggles. Horowitz says that by sharing his struggles, his team got more engaged, and was able to help problem-solve and work through the issues. The opposite of what he had thought.

A role is public property; it’s an archetype whose power extends beyond the individual in the role. It’s meant to be shared, and having limits, discussing them, sharing your concerns allows that public role to be just that, public. People join in; they’re meant to. When we overly identify with the role, and forget the human side to it, we keep others in their complementary roles as well: All-knowing teachers diminish students’ sense of intelligence, overly dominant bosses keep subordinates from engaging fully and taking ownership of their work, and over-protective parents inhibit their children from developing independence and the ability to handle adversity.

And it’s a two-way street. Leaders hide their insecurities, and followers want heroes. We don’t want to know about the private doubts, infallibility, and imperfection. We don’t want to see ourselves up there, some poor schlub bumbling and stumbling. We want heroes.

But heroes are human, too. Look at our superheroes. They have very human alter-egos for whom we also cheer loudly. We’re happy that underneath the latex and muscles there is someone who fumbles in conversation, who wears glasses and pocket protectors and is picked on by the school bullies. Even the Greek gods reflected this paradox. They were venerated for their superhuman abilities and strengths, while at the same time driven by jealousy, vengeance, and insatiable appetites. They were saviors and victims, all without contradiction.

But the most important reason to put the dualism aside is that if we think that leadership is some special trait, some special class of human, then by definition, we think regular people can’t be leaders. And that is not just wrong, but a tremendous loss.

Feb 282014
 

si ergasia

Τι σχέση έχουν οι ρόλοι θύτη, θύματος και σωτήρα με την ισχύ και την ευαλωτότητα; Αυτό το ερώτημα διαπραγματεύεται η συνάδελφος process worker Σοφία Ηλία στη διπλωματική εργασία της, ολοκληρώνοντας την εκπαίδευση της στο Process Work Institute, του Portland, Oregon. Αξιοποιώντας προσωπικά βιώματα και εμπειρίες κάνει μια φαινομενολογική διερεύνηση των τριών ρόλων (θύτης, θύμα, σωτήρας), όπως αυτοί αναδύονται στη συνδιαλλαγή ανάμεσα στους ανθρώπους. Εξερευνά τις εσωτερικές διεργασίες του κάθε ρόλου και το πώς ο καθένας βιώνει την ισχύ και την ευαλωτότητα. Αξίζει μια ανάγνωση!

Ένα κλικ εδώ, για να διαβάσεις την εργασία σε αρχείο pdf.

Feb 212014
 

el

Πηγή: antiphono.wordpress.com

Αλήτες, ρουφιάνοι, ΜΚΟ

του Κωστή Παπαϊωάννου

Μεγάλος ο σάλος από τις καταγγελλόμενες απάτες της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης (ΜΚΟ) «Διεθνές Κέντρο Αποναρκοθέτησης». Ευλόγως, γιατί «είναι πολλά τα λεφτά» και η επικερδής, όπως φαίνεται, δράση της συνδέεται με μια συγκεκριμένη περίοδο και μια λογική διακυβέρνησης. Καλώς γίνεται ο έλεγχος, έστω και τώρα. Καλώς να γίνει, επιτέλους, έλεγχος και στα υπόλοιπα αντίστοιχα κρατικοδίαιτα μορφώματα. Δικαιούμαι όμως κι εγώ, καχύποπτος ων μετά από 30 χρόνια δράσης σε οργανώσεις για τα δικαιώματα του ανθρώπου, να κάνω μερικές σκέψεις για τον τρόπο δημοσιογραφικής παρουσίασης και πολιτικής εκμετάλλευσης του θέματος.

Εξηγούμαι: ήταν τοις πάσι γνωστό πως η διοίκηση καλλιεργούσε προνομιακή σχέση με ορισμένες ΜΚΟ υλοποίησης προγραμμάτων. Θυμίζω δήλωση παλαιότερου υφυπουργού Εξωτερικών: «τα προγράμματα διεθνούς αναπτυξιακής συνεργασίας που υλοποιούνται από τις ΜΚΟ αποτελούν μέρος της διπλωματίας και ουσιαστικό εργαλείο της εξωτερικής πολιτικής». Ήταν επίσης τοις πάσι γνωστό ότι κάποια «Μη Κυβερνητικά» γραφεία διαχείρισης προγραμμάτων σιτίζονταν στη δεκαετία του 1990 στα υπόγεια του Υπουργείου Εξωτερικών και, τα ίδια ή καινούρια, μετακόμισαν στη δεκαετία του 2000 αλλού, όπως στο Υπουργείο Πολιτισμού.

Κι αφού όλα αυτά ήταν «ψίθυρος στα στενά της πόλης», το πραγματικό θέμα είναι η ανυπαρξία ή συνενοχή των ελεγκτικών μηχανισμών και η μακροχρόνια αδράνεια της δικαιοσύνης. Αυτή η αμεριμνησία των μηχανισμών ελέγχου επέτρεψε να γιγαντωθεί η ροή πολιτικού χρήματος. Πύκνωσαν τα εκσυγχρονισμένα πελατειακά δίκτυα με τους ημέτερους που άνοιγαν «μη κυβερνητικά μαγαζιά» με προσωποπαγή χαρακτήρα και ανύπαρκτες αρχές χορηγικής χρηματοδότησης. Επί της ουσίας, τμήματα του πολιτικού προσωπικού και της κομματικοκρατικής γραφειοκρατίας έβρισκαν για πολλά χρόνια πιο αποτελεσματική φόρμουλα το πρόθεμα «Μη Κυβερνητικός» για τους εταίρους τους. Παράλληλα εμφανίστηκαν οργανώσεις-σφραγίδες, πλυντήρια εκκλησιαστικά και μοναστηριακά, προσωπικά Μη Κυβερνητικά καταστήματα μεγαλοεπιχειρηματιών (κατ’ ουσίαν γραφεία δημοσίων σχέσεων με δωρεάν τηλεοπτική προβολή).

Ως εδώ όλα γνωστά. Όμως, ακόμα κι εγώ που ποτέ δεν συμπάθησα τον όρο ΜΚΟ (προτιμώ να μιλώ για μη κερδοσκοπικές οργανώσεις και κινήσεις πολιτών), οργίζομαι με την γενικευμένη προσπάθεια απαξίωσης των «περίφημων» ή των «λεγόμενων» ΜΚΟ, όπως συχνά τις αποκαλούν μερικοί δημοσιογράφοι. Γιατί θέτοντας συλλήβδην στον ίδιο παρονομαστή όλες τις οργανώσεις αδικούν τις πραγματικές κινήσεις ενεργών πολιτών που δρουν με τρόπο εξόχως πολιτικό, τηρούν καταστατικές αρχές, λογοδοτούν. Ο τρέχων δημοσιογραφικός και πολιτικός λόγος απειλεί να πάρει αμπάριζα τους πάντες: περιβαλλοντικές κινήσεις σε επίπεδο γειτονιάς, εθελοντές γιατρούς στα κοινωνικά ιατρεία, δίκτυα αλληλεγγύης, ομάδες πολιτών των ακριτικών νησιών που σπεύδουν να προστατεύσουν θαλασσοπνιγμένους μετανάστες, συλλογικότητες αλληλοβοήθειας.

Τι δουλειά έχουν όλοι αυτοί με το μέρος του πολιτικού προσωπικού που κατασκεύασε ή ανέχτηκε μια πλατφόρμα αδιαφανούς απορρόφησης κρατικών πόρων και επηρεασμού της κοινής γνώμης; Αυτό το πλέγμα αδιαφάνειας ποτέ δεν περιλάμβανε τις πραγματικά ανεξάρτητες οργανώσεις πολιτών και η αποκάλυψή του δεν πρέπει να οδηγήσει στη σπίλωσή τους. Με μια κουβέντα, άλλα τα «προτζεκτάδικα» με παντελή έλλειψη εθελοντικής βάσης και δημοκρατικού ελέγχου, πλήρη εξάρτηση από κρατικούς πόρους και αδιαφάνεια κι άλλες οι συλλογικές κινήσεις που τροφοδοτούνται από το υστέρημα χρόνου και ενέργειας κάποιων λίγων αλλά εύψυχων.

Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, έχει σημασία να προστατεύσουμε την ίδια την έννοια της ουσιαστικής συμμετοχής. Η απαξίωση γενικεύεται: οργανώσεις και κινήσεις πολιτών, ομάδες αλληλεγγύης, Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, φορείς, σωματεία αντιμετωπίζονται συλλήβδην ως ύποπτων προθέσεων. Την καχυποψία αυτή καλλιεργούν οι πλέον απαξιωμένοι εκπρόσωποι του πολιτικού και (μεγαλο)δημοσιογραφικού προσωπικού. Εκμεταλλεύονται κυνικά θεωρίες συνωμοσίας που φύονται Δεξιά κι Αριστερά, προφητείες περί μαγαζιών του Σόρος, σκοτεινών φορέων της Νέας Τάξης και κύκλων που απεργάζονται τον αφελληνισμό.

Ας τους θυμίσουμε μόνο πως όσο ανόητη και ανιστόρητη είναι η γενίκευση «Αλήτες ρουφιάνοι δημοσιογράφοι», όσο βλακωδώς φασιστική είναι η γενίκευση «Αλήτες προδότες πολιτικοί», τόσο αυθαίρετη και ψευδής είναι η συλλήβδην απαξίωση των εθελοντικών οργανώσεων. Στο κάτω κάτω, τα σκάνδαλα της «Αποναρκοθέτησης ΜΚΟ-ΑΕ» είναι έργο δικό τους, όχι δικό μας. Οι κατηγορούμενοι είναι φίλοι δικοί τους, όχι δικοί μας.

Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών

Feb 192014
 

rb

(φωτογραφία: Κωνσταντίνος Τσακαλίδης/FosPhotos)

Πηγή: tvxs.gr

Λαμβάνει υπόψη του το εκπαιδευτικό μας σύστημα την οικογενειακή ποικιλομορφία;

Σύγχρονες μορφές οικογενειακής οργάνωσης: ένα ιδεατό σενάριο

Μία άσκηση στο βιβλίο των μαθηματικών της ΣΤ’ τάξης

«Οι δυο μπαμπάδες του Κωστή πηγαίνουν σε ένα κατάστημα για να αγοράζουν ένα παιχνίδι που κοστίζει 50 ευρώ. Ο καταστηματάρχης τους κάνει έκπτωση 20%. Πόσα χρήματα θα πρέπει να πληρώσουν οι μπαμπάδες του Κωστή;».

Είναι μια από τις ασκήσεις στο βιβλίο των μαθηματικών της ΣΤ’ τάξης του Δημοτικού. Μια από τις κατευθυντήριες οδηγίες του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου για τη συγγραφή των νέων σχολικών εγχειριδίων ήταν ότι θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η βιωμένη εμπειρία όλων των οικογενειών και το γεγονός ότι η οικογένεια μετασχηματίζεται και επαναπροσδιορίζεται διαρκώς στο χώρο και στο χρόνο. Κατά συνέπεια, στα νέα εγχειρίδια καλό θα είναι να συμπεριληφθούν όλοι οι τύποι των σύγχρονων οικογενειών, καθώς και οι ατομικές και οικογενειακές διαδρομές στη διάρκεια του κύκλου ζωής. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα σε αρκετά από τα νέα βιβλία όλων των μαθημάτων να υπάρχουν οικογένειες του ενός ατόμου, μονογονεϊκές οικογένειες, ανασυγκροτημένες οικογένειες ή οικογένειες μωσαϊκό (οι οποίες προκύπτουν από διαζύγιο και νέο γάμο), οικογένειες με άτομα του ίδιου φύλου – με ή χωρίς παιδιά – σύντροφοι ετερόφυλοι που συμβιώνουν ή είναι παντρεμένοι – με ή χωρίς παιδιά -, σύντροφοι που ζουν μαζί ή χωριστά, οικογένειες από διαφορετικό εθνικό, θρησκευτικό ή άλλο πλαίσιο (με εμπειρίες μετακίνησης λόγω μετανάστευσης ή διωγμών), διαπολιτισμικές οικογένειες, παιδιά που μεγαλώνουν σε ιδρύματα ή σε ανάδοχες οικογένειες κ.ά. Πάντως, αριθμητικά κυριαρχεί το παντρεμένο ζευγάρι με παιδιά που είναι το κυρίαρχο μοντέλο οικογενειακής οργάνωσης.

Η αντιπρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου: «Τα σχολικά εγχειρίδια δεν θα εγκρίνονται αν δεν καταγράφουν τους σύγχρονους τρόπους οργάνωσης και λειτουργίας των οικογενειών».

Η αντιπρόεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου σε ένα πρόσφατο άρθρο της σε εκπαιδευτικό περιοδικό έγραψε: «Τα βιβλία που υπάρχουν σήμερα έχουν γενικά λιγότερα στερεότυπα από τα παλιά, παρ’ όλα αυτά, όμως, όλα τα νέα βιβλία δεν καταγράφουν ικανοποιητικά τους σύγχρονους τρόπους οργάνωσης και λειτουργίας των οικογενειών. Στον προγραμματισμό μας είναι η θέσπιση πιο αυστηρών προδιαγραφών για την έκδοση εκπαιδευτικού υλικού έτσι ώστε στο μέλλον να μην εγκρίνεται αν δεν εμπεριέχει την οικογενειακή ποικιλομορφία. Με το μέτρο αυτό θέλουμε να στείλουμε και ένα μήνυμα στην ελληνική κοινωνία. Πρωτίστως, όμως, εκτιμούμε ότι θα λειτουργήσει καταξιωτικά για τα μέλη των μη συμβατικών μορφών οικογενειακής οργάνωσης, θα συμβάλλει στη μείωση των διακρίσεων, στη μεγαλύτερη αποδοχή τους ως θεμιτής επιλογής και στην ανάδειξη και των θετικών τους όψεων. Ταυτόχρονα, η μείωση του κοινωνικού στίγματος θα στρέψει σταδιακά την προσοχή μας από τη δομή της οικογένειας στη λειτουργικότητά τους. Τέλος, η προσπάθειά μας αυτή θα ενταχθεί στην ανάπτυξη και διάδοση κατευθυντήριων οδηγιών για τη μείωση του σεξισμού και άλλων μορφών διακρίσεων στο εκπαιδευτικό υλικό.»

Η διευθύντρια ενός μεγάλου εκδοτικού οίκου: «Πριν από 10 χρόνια ιδρύσαμε τη σειρά: «Μεγαλώνοντας σε μονογονεϊκή οικογένεια» και πέρσι «Μεγαλώνοντας σε οικογένειες ουράνιο τόξο».

Η διευθύντρια ενός μεγάλου εκδοτικού οίκου που εξειδικεύεται στη παιδική λογοτεχνία τονίζει: «Προς το παρόν, τα περισσότερα παιδικά βιβλία δεν αντικατοπτρίζουν την οικογενειακή ζωή πολλών παιδιών. Όταν ένα βιβλίο μιλά για τις διακοπές το καλοκαίρι, η εικονογράφηση συχνά περιλαμβάνει τη μαμά, τον μπαμπά και το παιδί ή τα παιδιά, περιθωριοποιώντας όλους τους άλλους τύπους οικογενειών». Και προσθέτει: «Εμείς επιλέγουμε να εκδώσουμε βιβλία και οπτικοακουστικό υλικό που δίνει τη δυνατότητα έκθεσης και εξοικείωσης των παιδιών, ιδιαίτερα της προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας, με υλικό για όλες τις μορφές οικογενειακής οργάνωσης, προσέχοντας να μη προχωρούμε σε γενικεύσεις και αξιολογικές κρίσεις με μοναδικό κριτήριο τη δομή της οικογένειας και να καλλιεργούμε ταυτόχρονα το σεβασμό στην οικογενειακή ποικιλομορφία. Πριν από 10 χρόνια ιδρύσαμε τη σειρά: «Μεγαλώνοντας σε μονογονεϊκή οικογένεια» και πέρσι τη σειρά «Μεγαλώνοντας σε οικογένειες ουράνιο τόξο». Πρόσφατα βγήκαν δύο βιβλία μας όπου παιδιά μεγαλώνουν σε οικογένειες με ομόφυλα άτομα και πήγαν πολύ καλά. Ετοιμάζονται άλλα δύο γιατί εκτιμούμε ότι στην τρέχουσα συγκυρία όπου η αναγνώριση του συμφώνου συμβίωσης για τα ομόφυλα άτομα συναντά εμπόδια διαφόρων ειδών και αντιστάσεις, είναι σημαντικό για τα παιδιά που μεγαλώνουν στις οικογένειες αυτές να βλέπουν τις οικογένειές τους να απεικονίζονται στα παραμύθια όπως όλες οι άλλες, να βλέπουν ότι μερικές μαμάδες ερωτεύονται άλλες μαμάδες, μερικοί μπαμπάδες ερωτεύονται άλλους μπαμπάδες και ζουν μαζί και αυτό είναι ΟΚ. Είναι σημαντικό για τα παιδιά αυτά –αλλά και για όλα τα παιδιά – να γίνει κατανοητό ότι οι γονείς τους είναι ζευγάρια σαν όλα τα άλλα, δηλ. άνθρωποι που ερωτεύθηκαν και ζουν μαζί, ότι οι οικογένειές τους είναι σαν όλες τις άλλες οικογένειες, που παρά τις διαφορές που έχουν στη δομή τους, έχουν πολλές κοινές λειτουργίες και πολλά κοινά προβλήματα στην καθημερινότητα, αλλά αντιμετωπίζουν και πρόσθετες δυσκολίες εξαιτίας του διαφορετικού βαθμού αποδοχής τους, τόσο στο επίπεδο της κοινής γνώμης, όσο και στην αντιμετώπισή τους μέσω της κοινωνικής πολιτικής. Νομίζουμε ότι με αυτόν τον τρόπο συμβάλουμε στην άρση ορισμένων εμποδίων για την αποδοχή τους που προέρχονται από την ομοφοβία, την ύπαρξη προκαταλήψεων και την έλλειψη ανάλογων προτύπων.»

Το ΚΕ.ΜΕ.ΤΕ και το ΙΠΕΜ: Δημιουργία λίστας με λογοτεχνικά βιβλία για παιδιά και εφήβους που στηρίζονται στις σύγχρονες αντιλήψεις για την οικογενειακή ζωή.

Το ΚΕ.ΜΕ.ΤΕ. (Kέντρο Μελετών και Τεκμηρίωσης της ΟΛΜΕ) και το ΙΠΕΜ (Ινστιτούτο Παιδαγωγικών και Ερευνητικών Μελετών της ΔΟΕ) αποφάσισαν τη σύσταση μιας κοινής επιτροπής, που σε συνεργασία με αντίστοιχες άλλων οργανισμών ή οργανώσεων, θα μελετούν τα λογοτεχνικά βιβλία για παιδιά και εφήβους και θα συνιστούν σε γονείς, εκπαιδευτικούς, σχολικές και δημόσιες βιβλιοθήκες αυτά που προωθούν το ζήτημα της οικογενειακής ποικιλομορφίας και τις σύγχρονες αντιλήψεις για την οικογενειακή ζωή. Επίσης, στο πλαίσιο ενός Ευρωπαϊκού προγράμματος που συμμετέχουν, διοργανώνουν σε συνεργασία με το τμήμα Ψυχολογίας και την Παιδαγωγική Σχολή μια σχετική σειρά σεμιναρίων για εκπαιδευτικούς σε κάθε περιφέρεια. Σε αυτά παρουσιάζεται ο «Οδηγός για την Οικογενειακή Ποικιλομορφία» για εκπαιδευτικούς και με βιωματικές μεθόδους αποκτούν την κατάλληλη τεχνογνωσία, τις δεξιότητες και τα μέσα ώστε να χειριστούν τα ζητήματα αυτά στο σχολείο.

Ανάπτυξη πρωτοβουλιών από πολλούς εκπαιδευτικούς για την εισαγωγή θεμάτων που έχουν σχέση με όλες τις οικογένειες σε πολλές περιοχές του αναλυτικού προγράμματος.

Πολλοί εκπαιδευτικοί -σε ατομικό επίπεδο- έχουν αναπτύξει στρατηγικές για την αντιμετώπιση του ελλείμματος που υπάρχει ακόμα σε ορισμένα εγχειρίδια στον τομέα αυτό και ενθαρρύνουν μαθητές/τριες στον εντοπισμό του φαινομένου και στην κριτική αντιμετώπισή του. Επιπρόσθετα, όπου κρίνεται αναγκαίο, εκπαιδευτικοί κατασκευάζουν ή επιλέγουν πρόσθετο κατάλληλο υλικό για τη διδασκαλία και το αναρτούν στις τράπεζες υλικού για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση ώστε να είναι διαθέσιμο και σε άλλους/ες. Οι εκπαιδευτικοί μας έχουν αναπτύξει αξιοσημείωτη δραστηριότητα στον τομέα αυτό. Την προηγούμενη βδομάδα το πρώτο βραβείο παιδικής λογοτεχνίας δόθηκε σε ένα παραμύθι της σειράς για την καταπολέμηση της ομοφοβίας που έγραψε ένας νηπιαγωγός. Πρόσφατα ένα δημοτικό σχολείο στη Γκράβα με μεγάλο ποσοστό αλλόγλωσσων μαθητών/τριών διοργάνωσε, στο πλαίσιο ενός project, ένα φεστιβάλ με θέμα τη ζωή στις οικογένειές όπου παρουσιάσθηκαν τα έργα των παιδιών, αποτέλεσμα μιας δημιουργικά κριτικής διαδικασίας πάνω στο φαινόμενο. Οι γονείς και οι επισκέπτες είχαν την ευκαιρία να θαυμάσουν έργα από ποικίλες μορφές τέχνης, όπως φωτογραφία, βίντεο, ζωγραφική, θεατρικό δρώμενο, μουσική σύνθεση /τραγούδι, χορό, κείμενο πεζό ή ποιητικό, κολάζ και αφίσα.

Εκπαιδευτικοί που διδάσκουν σε μικρά παιδιά χρησιμοποιούν στην τάξη τους και τα παλιά κλασικά παραμύθια αλλά ζητούν από τα παιδιά να σταθούν κριτικά σ’ αυτά και να κάνουν τις δικές τους ιστορίες με τις δικές τους οικογενειακές διαδρομές. Πρόσφατα μάλιστα μια ομάδα εκπαιδευτικών /συγγραφέων παιδικής λογοτεχνίας διαμόρφωσαν έναν κατάλογο με ερωτήσεις που βοηθούν γονείς και εκπαιδευτικούς να εντοπίσουν άμεσα αν τα βιβλία ανταποκρίνονται στα νέα δεδομένα για τις οικογένειες.[1]

Άλλοι εκπαιδευτικοί έχουν επιχειρήσει να αλλάζουν την προκατάληψη που υπάρχει για πολλές μη συμβατικές μορφές οικογενειακής οργάνωσης εισάγοντας στην τάξη τη μελέτη θεμάτων που έχουν σχέση με τις οικογένειες σε πολλές περιοχές του αναλυτικού προγράμματος. Πολλά παιδιά έχουν δουλέψει σε projects όπου μελετούσαν την εικόνα των οικογενειών στις διαφημίσεις, στις εφημερίδες, στην τηλεόραση, στα νεανικά περιοδικά και στα κόμικς κ.ά.. Πολλοί γονείς και μέλη της τοπικής κοινωνίας έχουν προσκληθεί στα σχολεία για να αποτελέσουν “ζωντανά” παραδείγματα στον τομέα της οικογενειακής ποικιλομορφίας. Το θεατρικό παιχνίδι, η θεατρική ομάδα, τα εικαστικά αποτελούν επίσης ιδανική συνθήκη για τη συζήτηση αυτών των θεμάτων.

Η εκπαίδευση/μετεκπαίδευση των εκπαιδευτικών περιλαμβάνει μαθήματα σχετικά με τις μορφές οικογενειακής οργάνωσης στις σύγχρονες κοινωνίες.

Τα περισσότερα τμήματα εκπαίδευσης/μετεκπαίδευσης των εκπαιδευτικών έχουν συμπεριλάβει στα προγράμματά τους τη διερεύνηση θεμάτων σχετικών με τις οικογένειες έτσι ώστε οι εκπαιδευτικοί να μπορούν να χειριστούν την ρευστή πραγματικότητα των εξελισσόμενων οικογενειακών δομών και την οικογενειακή ποικιλομορφία στην οποία ζει ένα συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό μαθητών και μαθητριών. Οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί αποφοιτούν σωστά ενημερωμένοι/ες για τα ζητήματα αυτά έτσι ώστε να μπορούν να καταπολεμήσουν στερεότυπα και προκαταλήψεις που υπάρχουν για μη κυρίαρχες μορφές οικογενειακής οργάνωσης στο σχολείο και να σταθούν δίπλα στα παιδιά όταν βιώνουν δυσκολίες. Για παράδειγμα, αποκτούν την κατάλληλη τεχνογνωσία ώστε να επιλέγουν και πρόσθετα υλικά που εμπεριέχουν την οικογενειακή ποικιλομορφία γιατί δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι εκτός από τη μετάδοση γνώσεων και δεξιοτήτων στους μαθητές και στις μαθήτριες, το εκπαιδευτικό υλικό αποτελεί πηγή από την οποία αντλούνται γνώσεις και πληροφορίες για τον κόσμο και τον πολιτισμό και γι’ αυτό πρέπει να επιλέγεται προσεκτικά. Οι εκπαιδευτικοί μαθαίνουν πως να χειριστούν το υπάρχον υλικό με διαφορετικό τρόπο και να επιλέξουν επιπρόσθετο υλικό ανάλογα με την ηλικία των παιδιών από τους τομείς της καθημερινής τους ενασχόλησης (εφημερίδες, περιοδικά, λογοτεχνικά έργα, μελέτες, τραγούδια, ταινίες, σκίτσα, σχετικές δικτυακές ιστοσελίδες κ.ά.).

Σύγχρονες μορφές οικογενειακής οργάνωσης και σχολείο: η πραγματικότητα

Όπως θα καταλάβατε, τα παραπάνω δεν αντανακλούν την ελληνική πραγματικότητα. Είναι ένα ιδεατό σενάριο, αν και ορισμένα στοιχεία του είναι πραγματικά.

Πάντως οι βαθιές πολιτισμικές αλλαγές που άλλαξαν ριζικά την εικόνα των ευρωπαϊκών κοινωνιών στις τελευταίες δεκαετίες και απαιτούν τη μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος συνδέονται –μεταξύ των άλλων –και με το φαινόμενο του πλουραλισμού των μορφών διαβίωσης και της διεθνοποίησης των συνθηκών ζωής των ανθρώπων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του πλουραλισμού των μορφών διαβίωσης αποτελούν οι σύγχρονες μορφές οικογενειακής οργάνωσης. Το ζήτημα είναι αν αυτό το λαμβάνει υπόψη του το εκπαιδευτικό μας σύστημα. Άλλες κοινωνίες που είναι πολύ πιο εξοικειωμένες με το ζήτημα της ποικιλομορφίας των οικογενειών και ιδιαίτερα της ομογονεικότητας – όπως η Ολλανδία- έχουν κάνει βήματα μπροστά εδώ και χρόνια.

Πιστά στην παραδοσιακή πυρηνική οικογένεια και μακριά από τη σύγχρονη ελληνική κοινωνική πραγματικότητα των οικογενειών οι απεικονίσεις της οικογένειας στα σχολικά εγχειρίδια

Ας έρθουμε στη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Θα σας αναφέρω, ενδεικτικά, το παράδειγμα από την μελέτη των σχολικών μας εγχειριδίων του δημοτικού μιας και άρχισα με μια άσκηση στα μαθηματικά.

Από έρευνα των σχολικών εγχειριδίων της Ε’ και ΣΤ’ Δημοτικού [2] προκύπτει ότι είναι πιστά στην παραδοσιακή πυρηνική οικογένεια, δηλαδή στο έγγαμο ζευγάρι (συνήθως με δύο παιδιά) και μακριά από τη σύγχρονη ελληνική κοινωνική πραγματικότητα των οικογενειών- παρά την πρόσφατη αναθεώρησή τους. Οι άνδρες και οι γυναίκες έχουν διακριτούς ρόλους στο πλαίσιο της οικογένειας και ιεραρχημένες σχέσεις. Διαφαίνεται καθαρά η έμφυλη διάσταση του καταμερισμού των ρόλων και κατανομής της εξουσίας. Η γυναίκα προβάλλεται και δραστηριοποιείται κατά βάση μέσα στον ιδιωτικό χώρο της οικογένειας και προσδιορίζεται κυρίως μέσα από το μητρικό και συζυγικό της ρόλο. Οι άνδρες είναι συνήθως απόντες από την οικιακή ευθύνη και φροντίδα των παιδιών και εμπλέκονται στην καθημερινότητα σε έκτακτες περιπτώσεις. Παρά ταύτα, είναι κυρίαρχα πρόσωπα, προσδιορίζουν την ταυτότητα των γυναικών μέσω της χρήσης του επιθέτου τους ή της επαγγελματικής τους ιδιότητας, είναι αρχηγοί της οικογένειας, αυτοί που παίρνουν τις σοβαρές και σημαντικές αποφάσεις, υποδεικνύουν λύσεις, έχουν περισσότερη ελευθερία και δικαιώματα και στο πλαίσιο της ιδιωτικής ζωής. Ιδιαίτερη εμφανίζεται η σχέση της μητέρας με το γιο, ενώ ο πατέρας δίνει κυρίως βαρύτητα στη διαπαιδαγώγηση του γιου τους. Δεν αναδεικνύεται καθόλου η αναγκαιότητα εναρμόνισης των εργασιακής και οικογενειακής ζωής – όχι μόνον για τις μητέρες, αλλά και για τους πατέρες -, ούτε αναγνωρίζεται η σημαντική και όχι αυτονόητη αξία της οικιακής εργασίας. Οι σχέσεις του ζευγαριού συνήθως αποσιωπούνται, αλλά ακόμη και όταν παρουσιάζονται είναι μη ρεαλιστικές και εξιδανικευμένες. Πρόκειται για ζευγάρια που ποτέ δε μαλώνουν, ποτέ δεν έχουν συγκρούσεις αλλά και που ποτέ σχεδόν δεν εκδηλώνουν αισθήματα αγάπης και τρυφερότητας.

Γενικά υπάρχει απουσία κειμένων που να αντιπροσωπεύουν τη σύγχρονη πραγμα­τικότητα της οικογενειακής οργάνωσης στην οποία ζουν οι μαθητές και οι μαθήτριες, τόσο ως προς τη δομή των οικογενειών, όσο και ως προς τη δυναμική που αναπτύσσεται στο εσωτερικό τους και τις ποιοτικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί στις σχέσεις των μελών της και τις διαγενεακές σχέσεις.

Εμφανής είναι η ταύτιση της οικογένειας με το θεσμό του γάμου. Για παράδειγμα, υπάρχουν ελάχιστες αναφορές σε μονογονεϊκές οικογέ­νειες από χηρεία, απουσιάζουν οι ανασυσταμένες οικογένειες, ούτε λόγος να γίνεται για οικογένειες από ομόφυλα ζευγάρια. Δεν υπάρχουν ανάδοχες οικογένειες, δεν γίνονται αναφορές στη θετή γονεικότητα. Δεν υπάρχουν διαπολιτισμικές οικογένειες, άτομα που ζουν μόνα τους. Δεν παρουσιάζονται οικογένειες σε διαφορετικά στάδια του κύκλου ζωής τους, οικογένειες σε περιοχές με εμπόλεμες συγκρούσεις. Δεν γίνεται εμφανές ότι οι οικογένειες ανήκουν σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις γεγονός που συνδέεται με διαφορετικό βαθμό πρόσβασης σε δημόσια και κοινωνικά αγαθά, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην ευημερία των μελών της οικογένειας κ.ά.[3]

Η ομογονεικότητα θα συναντήσει πάρα πολλές δυσκολίες για να ενταχθεί στο παιδαγωγικό υλικό ενός σχολείου που προωθεί τις σεξουαλικές «κανονικότητες» με πολλούς τρόπους.

Εκτιμώ ότι η ομογονεικότητα θα συναντήσει πάρα πολλές δυσκολίες για να ενταχθεί στο παιδαγωγικό υλικό του σχολείου γιατί παρά τη συνήθη ρητορική για ελεύθερη και ολόπλευρη ανάπτυξη της υποκειμενικότητας των μαθητών/τριών, εφαρμόζεται διαφορετική πολιτική όταν υπάρχει το ενδεχόμενο να παραβιαστούν οι κανόνες της ετεροσεξιστικής μας κοινωνίας. Εξάλλου το σχολείο προωθεί τις σεξουαλικές «κανονικότητες» με πολλούς τρόπους. Αυτό δεν γίνεται μόνον μέσα από το παιδαγωγικό υλικό στο οποίο αναφερθήκαμε παραπάνω, αλλά και μέσω των αναλυτικών προγραμμάτων, της οργάνωσης και διοίκησης, του κρυφού αναλυτικού προγράμματος κ.ά. Τα όρια της σεξουαλικότητας μπορεί να καθορίζονται από το σχολείο, αλλά διαπραγματεύονται, δοκιμάζονται και αμφισβητούνται από τους/τις μαθητές/τριες που εμπλέκονται ενεργά στην όλη διαδικασία. Υπάρχουν χαρακτηριστικές αναφορές σε διάφορες έρευνες για το πως η ιδεολογία της ετεροσεξουαλικότητας εμπλέκεται καθημερινά σε ποικίλες σχολικές πρακτικές. Για παράδειγμα, όταν προτρέπουμε ένα μικρό αγόρι να γίνει «αληθινός» άνδρας, η προτροπή αυτή εννοείται μέσα στο πλαίσιο ενός ετεροσεξουαλικού αυτονόητου που το σχολείο επικυρώνει, επιδοκιμάζει και παρουσιάζει ως αδιαμφισβήτητο κοινωνικό και ηθικό κανόνα.[4]

Η ετεροσεξουαλικότητα αποτελεί και την κύρια μήτρα μέσω της οποίας το κοινωνικό φύλο κατανοείται από τους μαθητές και τις μαθήτριες, καθώς και από την πλειονότητα των εκπαιδευτικών. Το «αρσενικό» δεν έχει κάποιο νόημα αν δε συσχετιστεί με την ετεροσεξουαλική του σχέση με το «θηλυκό». Και βέβαια αυτός ο Λόγος περί ετεροσεξουαλικότητας μέσα στον οποίο τα αγόρια συγκροτούν τους ανδρισμούς τους είναι άμεσα συνδεδεμένος με Λόγους περί ομοφυλοφοβίας[5] και μισογυνισμού[6]. Έτσι, η ετεροσεξουαλικότητα, ο μισογυνισμός και η ομοφυλοφοβία δρουν στο πλαίσιο του σχολείου αφήνοντάς ελάχιστα περιθώρια αντίδρασης στους περισσότερους μαθητές, μαθήτριες και στους εκπαιδευτικούς.

Η εκπαίδευση, λοιπόν, αποτελεί χώρο μέσα στον οποίο ασκούνται καθημερινά πρακτικές σεξουαλικότητας, αν και συχνά δεν αναγνωρίζονται ως τέτοιες από τους/τις εκπαιδευτικούς και αυτό συμβαίνει ανεξάρτητα από την ύπαρξη θεσμοθετημένου μαθήματος σεξουαλικής ή διαφυλικής αγωγής.

Να μη ξεχνάμε βέβαια ότι αυτά που συζητάμε και συμβαίνουν στο πλαίσιο της εκπαίδευσης, επηρεάζονται από τους κυρίαρχους / ηγεμονικούς ετεροσεξουαλικούς και ομοφυλοφοβικούς Λόγους που βρίσκονται εκτός σχολείου, όπως παρουσιάζονται στη δημόσια σφαίρα της μαζικής κουλτούρας, της πολιτικής και της πολιτείας.

Συνοψίζοντας: Η αντι-ετερο-σεξιστική εκπαιδευτική πολιτική ως μέσον για την καταπολέμηση του σεξισμού, του ρατσισμού και της ομοφοβίας

Το σχολείο μπορεί να αποτελέσει ένα προνομιακό πεδίο προς την κατεύθυνση της άρσης του σεξισμού, του ρατσισμού και της ομοφοβίας –σε συνεργασία και με άλλους θεσμούς – προς όφελος των ίδιων των υποκειμένων και γενικότερα της κοινωνίας. Για την επίτευξη αυτών των στόχων απαιτείται πολιτική βούληση και κατάλληλη τεχνογνωσία για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας αντι-ετερο-σεξιστικής εκπαιδευτικής πολιτικής –παράμετροι εντελώς αλληλένδετοι.

[1] Αναφέρω ενδεικτικά ερωτήματα:

Γίνονται αναφορές στην οικογενειακή ζωή των ατόμων; Πώς κατανέμονται οι ευθύνες, τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις στα μέλη της οικογένειας; Ποιος τύπος οικογένειας προβάλλεται κυρίως; Πώς σκιαγραφούνται οι γονεϊκοί ρόλοι σε όλες τις μορφές οικογενειακής οργάνωσης; Πώς κατανέμεται ο ελεύθερος χρόνος στα μέλη της οικογένειας; Σε ποιους τομείς της οικογενειακής ζωής δραστηριοποιούνται οι άνδρες και οι γυναίκες; Εμπεριέχονται εναλλακτικές θεωρήσεις, ακριβείς και ρεαλιστικές, χαρακτήρων των μητέρων και πατέρων και εναλλακτικοί τρόποι οργάνωσης της οικογενειακής ζωής σε όλα τα επίπεδα; Αν ναι, ποιες αξιολογικές κρίσεις και σχόλια διατυπώνονται;

[2] Κογκίδου Δ. Υποστηρικτικό διδακτικό υλικό για τα σχολικά εγχειρίδια μαθημάτων θεωρητικής κατεύθυνσης –Δημοτικό Σχολείο. Πρόκειται για υλικό που εκπονήθηκε στο πλαίσιο του έργου: «Παραγωγή βοηθητικού εκπαιδευτικού υλικού για την εισαγωγή θεμάτων σχετικά με τα φύλα στην εκπαιδευτική διαδικασία». ΕΠΕΑΕΚ ΙΙ, (Πράξη 4.1.1.δ), ΥΠΕΠΘ. 2004 -2007.

Για την επίτευξη του συγκεκριμένου στόχου εκπονήθηκε έντυπο, οπτικοακουστικό και ηλεκτρονικό βοηθητικό εκπαιδευτικό υλικό. Όλο το υλικό είναι ανηρτημένο στο διαδικτυακό τόπο www.isotita-epeaek.gr

[3] Επιλογή παραδειγμάτων σχετικά με τη δομή, τις λειτουργίες της οικογένειας και το ρόλο των μελών της.:

«Η μαμά σου έχει φτιάξει ένα μικρό ορθογώνιο κέικ…»
«Για ένα πετυχημένο ρόφημα σοκολάτα η μαμά βάζει 1 κουταλιά κακάο…..»
«Η γιαγιά έδωσε από μια σοκολάτα 120 γραμμαρίων στις δύο εγγονές της…»
«Οι γυναίκες τάιζαν τα μωρά, τα τύλιγαν με χράμια και τα’ αποκοίμιζαν»
«Κάθε φορά όλο και κάποιος βρισκόταν και μετάνιωνε την τελευταία στιγμή, κι εκεί που πήγαινε ν’ ανέβει στο τρένο, ξανάπαιρνε τα μπογαλάκια του, έπαιρνε τη φαμίλια του και γύριζε σπίτι»
«…και το πρωί που ξύπνησα, στο κρεβάτι μου κοιμόταν η μαμά καθιστή»
«…έχει κοντά του και την αγαπημένη του γυναίκα, που τον εμπνέει και του ομορφαίνει τη ζωή»
«Οικογένεια δημιουργείται όταν ένας άνδρας και μια γυναίκα αποφασίζουν να ζήσουν μαζί ως νόμιμο ζευγάρι», «οικογένεια, σύμφωνα με το νόμο, δημιουργείται μόνο μετά το γάμο»
«Ο πατέρας (είναι) ανάγκη να είναι το σύμβολο της ενότητας και να διακρίνεται για το κύρος του. Η μητέρα να διακρίνεται για τη σεμνότητα και τη στοργή της» (Βιβλίο για το δάσκαλο)

[4] Βλ. Φ. Πολίτης (2006) Οι «Ανδρικές Ταυτότητες» στο Σχολείο -Ετεροσεξουαλικότητα, Ομοφυλοφοβία και Μισογυνισμός, Προλογικό Σημείωμα: Δ. Κογκίδου. Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

[5] Τα αγόρια συγκροτούν ετεροσεξιστικούς ανδρισμούς μέσα από ένα σύστημα στιγματισμού, το οποίο περιπολεί και αστυνομεύει κάθε τι το θηλυκό ή/και μη-ανδρικό με την απειλή της ομοφυλοφοβίας Οι ετεροσεξουαλικές, λοιπόν, μορφές ανδρισμού θεωρούνται ως οι μόνες «κανονικές», «ορθές», υγιείς και «φυσιολογικές», ενώ οι υπόλοιπες αυτόματα θεωρούνται «αποκλίνουσες», με συνέπεια όχι μόνο να μη-διεκδικούνται από τα υποκείμενα, αλλά και να επιτηρούνται και να αστυνομεύονται.

[6] Άμεση είναι η διασύνδεση ομοφυλοφοβίας και μισογυνισμού. «Αποτελεί βρισιά για ένα αγόρι να αποκαλεστεί ‘γυναίκα’», γιατί «με το να είναι όμοιο με τα κορίτσια συνδέεται με μια χαμηλότερης κοινωνικής θέσης ομάδα’’. Η ομοφυλοφοβία, λοιπόν, αποτελεί μέσο παγίωσης της σεξουαλικότητας και του φύλου, μέσω της συκοφάντησης της θηλυκότητας και του συσχετισμού της με την ομοφυλοφιλία.

*Η Δήμητρα Κογκίδου είναι Καθηγήτρια στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΑΠΘ

Feb 132014
 

(φωτογραφία: Purple Sherbet Photography/Flickr)

Πηγή: protagon.gr

Το τέλειο τεστ ρατσισμού
του Λύο Καλοβυρνά

Έχετε αμφιβολίες αν κάποιος γνωστός σας είναι πραγματικά ανοιχτόμυαλος ή απλώς το παίζει προοδευτικός για μόστρα; Ανησυχείτε αν εσείς οι ίδιοι δεν είστε τόσο απαλλαγμένοι από ομοφοβικές αγκυλώσεις όσο θα θέλατε; Υπάρχει ένα τέλειο τεστ για να το εξακριβώσετε!

«Δεν έχω τίποτα εναντίον των γκέι, έχω φίλους γκέι, αλλά δεν συμφωνώ ότι είναι εντάξει να κάνουν παιδιά. Τα παιδιά χρειάζονται σωστά πρότυπα άντρα και γυναίκας, μια μαμά κι έναν μπαμπά για να μεγαλώσουν σωστά».

Σας ακούγεται γνώριμο αυτό; Η ειρωνεία είναι ότι πολλοί άνθρωποι που κάνουν τέτοιες δηλώσεις ειλικρινά πιστεύουν στα δικαιώματα των γκέι. Ειλικρινά πιστεύουν ότι ένα παιδί χρειάζεται δύο γονείς διαφορετικού φύλου για να ανατραφεί «σωστά».

Το θέμα είναι ότι το πιστεύουν- δεν το ξέρουν. Είναι πίστη, προσωπική άποψη, όχι αποτέλεσμα γνώσεων και ενημέρωσης. Τέτοια επιχειρήματα παρουσιάζονται ως αυταπόδεικτα ορθά, αλλά πώς ξέρουμε ότι πράγματι ισχύουν; Με βάση ποιες έρευνες; Ή μήπως πρόκειται για σκέτες γνώμες, βασισμένες σε μια αντανακλαστική παράδοση: έτσι γινόταν μέχρι τώρα, έτσι είναι καλό να γίνεται.

Αντιθέτως, έχουμε απτά στοιχεία από πανεπιστημιακές έρευνες σε βάθος τριακονταετίας ότι τα παιδιά που ανατρέφονται από ομοφυλόφιλους γονείς όχι μόνο μεγαλώνουν φυσιολογικά και χωρίς δυσκολίες προσαρμογής ή κοινωνικής ένταξης, αλλά συχνά εμφανίζουν καλύτερες επιδόσεις και ικανοποίηση με τη ζωή. Σύμφωνα με τις έρευνες, δεν εντοπίστηκε καμία διαφορά ανάμεσα στα παιδιά που μεγαλώνουν με γκέι ή με στρέιτ γονείς, όσον αφορά την αυτοπεποίθηση των παιδιών, τη συναισθηματική υγεία ή τον χρόνο που περνούν με τους γονείς τους. Αντιθέτως, οι ομοφυλόφιλες οικογένειες με παιδιά εμφάνισαν καλύτερες επιδόσεις όσον αφορά τη γενική υγεία της οικογένειας και την οικογενειακή συνοχή. Επίσης, σύμφωνα με τις έρευνες, τα παιδιά γκέι γονιών δεν επηρεάστηκαν ως προς τον δικό τους σεξουαλικό προσανατολισμό από τους γονείς τους. Άλλο ένα καρφί στο φέρετρο της αναπόδεικτης άποψης ότι οι γκέι γονείς βγάζουν γκέι παιδιά.

Βγάζει νόημα αυτό: ένα ομόφυλο ζευγάρι ποτέ δεν κάνει παιδί στην τύχη, όπως τόσα και τόσα ετεροφυλόφιλα ζευγάρια. Για να πάρει την απόφαση να κάνει παιδί ένα γκέι ζευγάρι, το έχει σκεφτεί πολύ σοβαρά, έχει περάσει από πολλές διαδικασίες και έχει κληθεί να επιβεβαιώσει αυτή την απόφαση επανειλημμένως. Τα παιδιά που μεγαλώνουν με ομοφυλόφιλους γονείς είναι παιδιά που οι γονείς τους τα ήθελαν πραγματικά κι όχι επειδή έμεινε έγκυος η γυναίκα και είπαν να το κρατήσουν, ούτε επειδή η γιαγιά πιέζει σαν τρελή να δει εγγονάκι.

«Κι η κοινωνική κατακραυγή; Το παιδί με γκέι γονείς δεν θ’ αντιμετωπίσει χλεύη και βία από τον περίγυρό του;» είναι ένα συχνό αντεπιχείρημα. Πράγματι, είναι πιθανό. Όπως εξίσου πιθανό είναι ένα παιδί να αντιμετωπίσει χλεύη και βία για πολλά «προβλήματα» των γονιών του: επειδή είναι ξένοι, χοντροί ή φτωχοί, επειδή ο μπαμπάς είναι σκουπιδιάρης κ.λπ. Σε τέτοιες περιπτώσεις γιατί δεν αμφισβητούμε το δικαίωμα των γονιών να έχουν παιδί στο όνομα της ψυχικής υγείας του παιδιού; Γιατί ξέρουμε ότι τέτοιες δυσκολίες είναι αντιμετωπίσιμες, όταν υπάρχει αγάπη και στήριξη εντός της οικογένειας.

Παρότι είναι πολύ πιθανό τα παιδιά γκέι γονιών να αντιμετωπίσουν χλεύη στο σχολείο, πώς γίνεται και βγαίνουν τόσο υγιή; Η υπόθεση που κάνουν οι ερευνητές είναι ότι δεδομένης της κοινωνικής απαξίωσης των ομογονεϊκών οικογενειών, αυτοί οι γονείς είναι γενικά πιο πρόθυμοι και προετοιμασμένοι για επικοινωνία με το παιδί τους, ώστε να το βοηθήσουν να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που ενδεχομένως βιώνει, όπως ο εκφοβισμός ή τα πειράγματα -αρκεί βέβαια οι ίδιοι οι γονείς να έχουν επεξεργαστεί τη δική τους ομοφοβία, ώστε να είναι ικανοί να στηρίξουν το παιδί τους, προσθέτω εγώ.

Η πυρηνική οικογένεια (μαμά-μπαμπάς-παιδί/ά) δεν είναι παρά μία μόνο μορφή οικογένειας στην ιστορία της ανθρωπότητας. Δεν είναι η φυσιολογική, είναι η πιο διαδεδομένη -ή μάλλον ήταν μέχρι πρόσφατα. Το 51% των παιδιών στη Σουηδία γεννιέται σε μονογονεϊκές οικογένειες, ενώ και στην Ελλάδα αυτό το ποσοστό συνεχώς αυξάνεται, καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι διαχωρίζουν την ιδιότητα του γονέα από τη ζευγαροσύνη. Ακόμα και στη δική μας χώρα, μέχρι πριν από πενήντα χρόνια θεωρούνταν φυσιολογικό μια οικογένεια να ζει με τη γιαγιά και τον παππού, τη χήρα θεία, τον ανύπαντρο θείο, όλοι μαζί στο ίδιο σπίτι. Τώρα πια αυτό το μοντέλο οικογένειας θεωρείται «αφύσικο», επιβλαβές για την υγιή σχέση του ζευγαριού και τη συνοχή της οικογένειας.

Κάποια πράγματα θεωρούνται εντελώς προφανή -τόσο προφανή και φυσιολογικά, που αγανακτούμε όταν κάποιος τα αμφισβητεί. Λόγου χάρη, το γεγονός ότι οι γυναίκες έχουν δικαίωμα να αυτοδιαχειρίζονται οι ίδιες το σώμα τους ή να ψηφίζουν ή να μην εξαναγκάζονται από τον πατέρα τους να παντρευτούν αυτόν που θέλει εκείνος στα 14. Εξίσου προφανές και φυσιολογικό θεωρούμε ότι δεν πρέπει να κάνουμε σεξ με παιδιά πέντε χρονών, ούτε να τα βάζουμε να δουλεύουν σε ορυχεία ή σε χωράφια από τα έξι τους.

Δεν ήταν πάντα έτσι όμως -ούτε και τώρα είναι σε όλες τις χώρες του κόσμου, όπου τα παραπάνω δεν θεωρούνται ούτε αυτονόητα ούτε φυσιολογικά. Το αντίθετο μάλιστα! Μέχρι πρόσφατα γίνονταν συζητήσεις επί συζητήσεων για το αν οι γυναίκες έχουν την ίδια ευφυΐα με τους άντρες. Η επιστήμη πιστοποιούσε ότι δεν είχαν. Ο πολιτικός κόσμος επιχειρηματολογούσε ότι θα καταστραφεί ο κοινωνικός ιστός, αν επιτραπεί στις γυναίκες να ψηφίζουν, καθώς λόγω της ορμονικής διαταραχής που προκαλεί η έμμηνος ρύση τους, θα ψήφιζαν με υπερβολικό συναισθηματισμό.

Αυτές οι κουβέντες μας φαίνονται αστείες σήμερα -αν όχι προσβλητικές. Θα έρθει σίγουρα η μέρα -και μάλιστα πολύ σύντομα- που θα μας φαίνεται εξίσου αστείο και προσβλητικό που κουβεντιάζουμε σήμερα αν οι ομοφυλόφιλοι άνθρωποι πρέπει να έχουν δικαίωμα να παντρεύονται και να κάνουν παιδιά. Ήδη έχει έρθει η μέρα σε πολλές χώρες που αυτές οι συζητήσεις θεωρούνται παρωχημένες.

«Η αγάπη δημιουργεί τις οικογένειες» είναι η ημερίδα με θέμα την ομογονεϊκότητα που οργανώνεται την Παρασκευή, 14 Φεβρουαρίου, 17:00-20:.00 στο ξενοδοχείο Τιτάνια (Πανεπιστημίου 32), με συμμετοχή πανεπιστημιακών από όλη την Ελλάδα:

  • Δήμητρα Κογκίδου, ΠΤΔΕ Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσ/νίκης
  • Θεοφανώ Παπαζήση, Νομική Σχολή Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θες/νίκης
  • Βενετία Καντσά & Άσπα Χαλκίδου, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Πανεπιστήμιο Αιγαίου
  • Κώστας Γιαννακόπουλος, Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Πανεπιστήμιο Αιγαίου
  • Αθηνά Αθανασίου, Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Πάντειο Πανεπιστήμιο
  • Αλεξάνδρα Χαλκιά, Τμήμα Κοινωνιολογίας Πάντειο Πανεπιστήμιο
Feb 122014
 

c

Πηγή: A User’s Guide to Power

How to get things done? Talk.
by Julie Diamond

Driving to work last month, I was listening to the news about the start of the Syrian peace talks. I found myself imagining the room and the people involved. It was probably a large conference room or council room, and they probably sat at around a large conference table, or in tiered rows. And there must have been translators present, and security personnel, as well as assistants, staff members, and the media. And each person would have been wearing badges and name tags.

And how did the actual talks, go, I wondered? Were they really “talking?” There was a strict agenda, known ahead of time; therefore each member probably didn’t speak extemporaneously, but would have a prepared position, list of points , or a script or strategy they intend to follow. And given the size of it, there would have been a facilitator, and perhaps signaling devices that people used to indicate when they wanted to speak. I just can’t see people raising their hands to get the floor. Maybe there wasn’t even space for that; perhaps people were just assigned a time to speak, and had to simply weigh in on the proposal.

However it was structured, everything about it ensured that the members did not have direct contact, that spontaneous talk was limited, and straightforward interaction non-existent. And then it struck me. This is the basis of war: separate the players, ensure maximum distance, and at all costs, prevent the humanizing effect of face-to-face, informal, and personal interaction. Because in order for compromise, resolution, give and take, and the like to occur, people have to actually interact. The entire set up predicted the lack of outcome. How the heck can anything constructive happen in that atmosphere? And why are they called “talks?” Could I solve my conflicts in that atmosphere? Could you? Are those players any different from you or I?

Methods like Deep Democracy, Multi-track Diplomacy and others understand the need for informal, facilitated forums where personal interaction can occur, where people can engage with other viewpoints, and ultimately find points of human commonality.

The point I want to make is not how to solve conflict, but about the vital importance of dialogue. At the risk of making too broad a generalization, everything that humans accomplish, from peace accords to heart surgery to landing on the moon happen through a single, indispensable mechanism: talk. Whether something succeeds or fails hinges on the quality of dialogue between people. And nowhere is this truer than with conflict: no matter how politically complex, intractable, or widespread the conflict, solutions ultimately depend on how well people talk with each other.

This is why I’ve been focusing lately on feedback and performance conversations: they are microcosms of bigger and gnarlier conflicts, and involve this one central, yet vital set of skills: the ability to have and hold a conversation. Talk is our primary tool as humans. It’s a unique evolutionary advantage, up there with opposable appendages. While talk is an essential human skill, doing it well requires training. Talking is a lot like eating. We all do it. In fact, we have to do it, but it can be done with more or less awareness, with better and worse results, in healthy or unhealthy ways. Talk creates peace, and also incites war.

What are the skills of dialogue? What do we need to be able to do to have productive dialogue? Some of the skills are: Having to say difficult things and make yourself understood without shutting down the other person. Challenging assumptions while inviting dialogue. Staying present and focused when things get hot. Fielding challenge and criticism without defense. Surfacing topics that no one wants to talk about in a way that fosters engagements. Ram Charan, organizational consultant and author, sums up the power of talk in organizational contexts this way:

Dialogue is the basic unit of work in an organization. The quality of the dialogue determines how people gather and process information, how they make decisions, and how they feel about one another and about the outcome of these decisions. Dialogue can lead to new ideas and speed as a competitive advantage. It is the single-most important factor underlying the productivity and growth of the knowledge worker. Indeed, the tone and content of dialogue shapes people’s behaviors and beliefs—that is, the corporate culture—faster and more permanently than any reward system, structural change, or vision statement I’ve seen.

This topic is going to be front and center in my year-long training on Deep Democracy facilitation with Anima Leadership which starts March 28. And while the group might start out with name tags, I bet they won’t be needed for long.

 

Feb 082014
 

douzinas-345x230

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών

Ποιος είναι ο «άνθρωπος» των ανθρωπίνων δικαιωμάτων;

του Κώστα Δουζίνα*

Κάθε ιστορική εποχή έχει χρησιμοποιήσει τον δικό της (φιλοσοφικό ή εμπειρικό) ορισμό της ανθρωπότητας για να διαχωρίσει τους κυρίαρχους, τους υποτελείς και τους αποκλεισμένους. Εκείνοι που δεν μιλάνε τη γλώσσα μας, δεν μοιράζονται τη θρησκεία μας, ανήκουν στη λάθος τάξη, έχουν λάθος φύλο, χρώμα ή σεξουαλικότητα μένουν πάντα έξω από την «ανθρωπότητα», όπως ορίζεται στην κάθε χώρα και εποχή

Σε όλες τις μεγάλες ευρωπαϊκές μητροπόλεις, μια υπόγεια ανθρωπότητα χωρίς στέγη, τροφή ή το δικαίωμα στην εργασία επιβιώνει με λιγότερο από ένα ευρώ την ημέρα. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι 300 της Υπατίας, οι μετανάστες στα στρατόπεδα «υποδοχής», οι άνεργοι νέοι και ηλικιωμένοι, οι άστεγοι.

Σε ένα βίντεο της αγγλικής οργάνωσης για μετανάστες Parfras, ο Τζάμι, που κοιμάται σε ένα πάρκο του Λονδίνου, συγκρίνει τον εαυτό του με τους φίλους του που έχουν «χαρτιά» και με τους υπόλοιπους εμάς. «Εχουμε όλοι δύο χέρια, δύο μάτια, δύο πόδια. Είναι κι εκείνοι άνθρωποι, σαν κι εμένα». Απευθυνόμενος σ’ αυτούς που από την άνεση της πολυθρόνας τους διακηρύσσουν την πίστη τους στα «ανθρώπινα» δικαιώματα προσθέτει: «Πού είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα για εκείνους που ζητούν άσυλο και κοιμούνται σε παγκάκια;».

Ο Τζάμι διατυπώνει μια αναμφισβήτητη και τρομακτική αλήθεια: μπορεί να είμαστε όλοι άνθρωποι, αλλά η ανθρωπότητα πάντα απεχθανόταν, υποβάθμιζε και απέκλειε πολλά μέλη της. Σαν σύγχρονος Διογένης, ο Τζάμι απαντά στους καλούς φιλελεύθερους που πιστεύουν ότι τα δικαιώματα ανήκουν στους ανθρώπους απλώς επειδή είναι άνθρωποι, ότι αποτελούν κάτι το φυσικό, σαν τα μάτια, τα χέρια, τα πόδια. Η άποψη αυτή ακούγεται αισιόδοξη, καθησυχάζει τις συνειδήσεις. Αλλά αν την εξετάσουμε προσεκτικά, φαίνεται να είναι σαν μισή αλήθεια και μισός μύθος.

Σύμφωνα με πρόσφατες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, οι συνθήκες κράτησης των αιτούντων άσυλο στην Ελλάδα ισοδυναμούν με βασανιστήρια και απάνθρωπη και ταπεινωτική μεταχείριση. Το 2011, το Βέλγιο καταδικάστηκε επειδή θεώρησε την Ελλάδα ευνομούμενο κράτος στο οποίο μπορούσε να στείλει πίσω έναν Αφγανό πρόσφυγα, όπως υποχρεούται από το διεθνές δίκαιο. Η επαναπροώθηση προσφύγων στην Ελλάδα απαγορεύτηκε μετά την απόφαση λόγω των συνθηκών κράτησης και επειδή η Ελλάδα ουσιαστικά δεν δίνει ποτέ άσυλο στους αιτούντες πρόσφυγες.

Η Ελλάδα των μνημονίων αποτελεί επιβεβαίωση της αλήθειας ότι η ανθρωπότητα δεν είναι μία και κοινή για όλους: ήταν πάντα χωρισμένη ανάμεσα στους πλήρως και τους λιγότερο ανθρώπους ή ανάμεσα στις ελίτ, τους υπάκουους υπηκόους και τους αποκλεισμένους.

Η ιδέα της «ανθρωπότητας» ανήκει στη νεωτερικότητα. Στην αρχαία Αθήνα και τη Ρώμη υπήρχαν Αθηναίοι και Ρωμαίοι, αλλά όχι «άνθρωποι», με την έννοια των μελών του ανθρώπινου είδους. Η λέξη humanitas εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη Ρωμαϊκή Δημοκρατία και σήμαινε eruditio et institutio in bonas artes (γνώση και εκπαίδευση στα ήθη και τις τέχνες). Η ανθρώπινη ιδιότητα δεν ήταν κάτι κοινό αλλά, όπως έλεγε ο Κικέρωνας, ένα πρότυπο συμπεριφοράς το οποίο διέκρινε τους hominess humani (τους πραγματικούς ανθρώπους, δηλαδή τους μορφωμένους Ρωμαίους) από τους homines barbari (τους βάρβαρους, όλους τους υπόλοιπους). Και παραμένει η «ανθρωπότητα» έκτοτε ένας τέτοιος όρος διάκρισης μεταξύ των πλήρως και των λιγότερο ανθρώπων.

Ο χριστιανισμός υπονόμευσε τις ιεραρχίες του κλασικού κόσμου. Η διακήρυξη του Αποστόλου Παύλου ότι δεν υπάρχει Ελληνας ή Εβραίος, άνδρας ή γυναίκα, ελεύθερος ή δούλος (Επιστολή προς Γαλάτες 3:28) εισάγει έναν πνευματικό οικουμενισμό. Ολοι οι άνθρωποι έχουν ψυχή και μπορούν να συμμετάσχουν στο θεϊκό σχέδιο σωτηρίας. Πρέπει όμως να ασπαστούν τον χριστιανισμό γιατί οι άπιστοι δεν έχουν θέση στο σχέδιο της θείας πρόνοιας. Αυτός ο ριζικός διαχωρισμός θεμελίωσε την οικουμενική αποστολή της Εκκλησίας και της αυτοκρατορίας όπως και την επιμονή τους στον προσηλυτισμό των αλλοθρήσκων. Η αναγγελία της αγάπης και σωτηρίας έγινε ταυτόχρονα και πολεμική ιαχή: να φέρουμε τους παγανιστές στη Θεία Χάρη, να επιβάλουμε στον κόσμο το μήνυμα της αλήθειας.

Στη Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και σε εκείνες που τη διαδέχτηκαν, η διαχωριστική γραμμή μεταξύ ανθρώπων και βαρβάρων συνέπεσε μ’ αυτή μεταξύ πιστών και απίστων.

Η χριστιανική έννοια της ανθρωπότητας συζητήθηκε δημόσια σε μία από τις σημαντικότερες αντιπαραθέσεις στην Ιστορία. Το 1550, στο Βαγιαδολίδ της Ισπανίας, ο αριστοτελικός φιλόσοφος Χινές ντε Σεπούλβεδα και ο κληρικός Βαρθολομαίος ντε λας Κάσας αντιπαρατέθηκαν σχετικά με τη στάση των Ισπανών κατακτητών απέναντι στους Ινδιάνους του Μεξικού.

«Απολύτως δικαιωματικά»…

Ο Σεπούλβεδα υποστήριξε ότι «οι Ισπανοί κυβερνούν απολύτως δικαιωματικά τους βαρβάρους, οι οποίοι στη σωφροσύνη, τα χαρίσματα, την αρετή και την ανθρωπιά είναι τόσο κατώτεροι από τους Ισπανούς όσο και τα παιδιά από τους ενήλικους, οι γυναίκες από τους άνδρες, οι άγριοι και σκληροί από τους ήπιους και ευγενείς, θα τολμούσα να πω όσο ο πίθηκος από τον άνθρωπο».

Ο Λας Κάσας διαφώνησε, λέγοντας ότι οι Ινδιάνοι είχαν εδραιωμένα έθιμα και καθιερωμένο τρόπο ζωής. Είναι «ασύνειδα» χριστιανοί, έλεγε, όπως ο Αδάμ πριν από την Πτώση. Αν οι κατακτητές σεβαστούν τις παραδόσεις, τους νόμους και τον πολιτισμό τους θα ασπαστούν τον χριστιανισμό, αλλά και θα αποδεχτούν την εξουσία των κατακτητών. Ο Λας Κάσας συνδύαζε τη θεολογία με την πολιτική σκοπιμότητα σε ένα πρώιμο παράδειγμα πολυπολιτισμικότητας. Αλλά ο χριστιανικός οικουμενισμός του, όπως κάθε οικουμενισμός, βασιζόταν σε αποκλεισμούς. Καταδίκασε κατ’ επανάληψη τους «Τούρκους και τους Μαυριτανούς, τους πραγματικούς βάρβαρους απόβλητους των εθνών». Οι μουσουλμάνοι, σε αντίθεση με τους Ινδιάνους, είχαν μάθει τη διδασκαλία του Χριστού, αλλά την απέρριψαν και επομένως δεν υπάρχουν περιορισμοί στην αντιμετώπισή τους.

Ο Λας Κάσας νίκησε το debate, αλλά η άποψη του Σεπούλβεδα ήταν εκείνη που υιοθετήθηκε από αποικιοκράτες και ιμπεριαλιστές. Ηταν η άποψή του που ακούσαμε για τους Σέρβους, τους Ιρακινούς και τους Αφγανούς από τους Δυτικούς, αλλά και για τους Αλβανούς ή τους Κούρδους από τους άλλους.

Το επόμενο βήμα στην ιστορία του «ανθρώπου» έγινε από τους πολιτικούς φιλοσόφους και τους επαναστάτες του 18ου αιώνα. Η γαλλική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη δηλώνει ότι «οι άνθρωποι γεννιούνται και παραμένουν ελεύθεροι και με ίσα δικαιώματα», αλλά στη συνέχεια αποδίδει τα δικαιώματα αυτά, με την πραγματική νομική και πολιτική τους έννοια, μόνο σε ορισμένους Γάλλους: τους πολίτες. Στο κενό ανάμεσα στον οικουμενικό «άνθρωπο» και τον εθνικό πολίτη βρίσκονται οι ξένοι – δεν έχουν δικαιώματα επειδή δεν είναι πολίτες και κατά συνέπεια δεν είναι πλήρως άνθρωποι, κάτι που έχει γενικευθεί σήμερα με τους πρόσφυγες και τους οικονομικούς μετανάστες.

Η γαλλική Διακήρυξη, διαχωρίζοντας την ιδιότητα του ανθρώπου από την ιδιότητα του πολίτη, δημιούργησε 2 εναλλακτικές προσεγγίσεις: τον ιμπεριαλισμό, στον οποίο η πόλις, το έθνος, το μερικό ισχυρίζεται ότι αποτελεί την έκφραση του κόσμου, της ανθρωπότητας, του καθολικού. Δικαιούται επομένως το μερικό να διαδώσει τον πολιτισμό με πολέμους και κατακτήσεις.

Ενα πρώιμο παράδειγμα ήταν οι ναπολεόντειοι πόλεμοι και η «εκπολιτιστική αποστολή» της αποικιοκρατίας, ένα σύγχρονο, το Ιράκ. Η εναλλακτική άποψη, ο κοσμοπολιτισμός, επιβάλλει το καθολικό στο μερικό έτσι ώστε οι οικουμενικές αξίες να ξεπερνούν τοπικές ιδιοσυγκρασίες. Η δεύτερη προσέγγιση παραμένει μια ουτοπία όμως που ίσως υπάρξει στο μέλλον.

Μόνο η Αϊτινή Επανάσταση, που απελευθέρωσε τους σκλάβους και έδωσε πολιτικά δικαιώματα στον αποικιοκρατούμενο πληθυσμό της μετά την ανεξαρτησία του νησιού το 1804, ήταν εκείνη που ανέλαβε να υποστηρίξει τις αξίες του οικουμενισμού. Επρεπε βέβαια να το κάνει ενάντια στους αποικιοκράτες Γάλλους που επινόησαν τα «οικουμενικά» δικαιώματα αλλά τα έδωσαν μόνο στους λευκούς Γάλλους άνδρες. Και αυτό το πλήρωσε. Μέχρι τη δεκαετία του 1980, η Αϊτή πλήρωνε αποζημιώσεις στη Γαλλία για τη ζημιά που έπαθαν οι δουλοκτήτες. Κάθε φορά που η ελευθερία και η ιδιοκτησία συγκρούονται, η ιδιοκτησία επιβάλλεται. Να σημειώσουμε επίσης ότι η ελεύθερη Αϊτή ήταν το πρώτο κράτος που αναγνώρισε την Ελλάδα μετά την Επανάσταση.

Ο «άνθρωπος» των «δικαιωμάτων του ανθρώπου» δεν είχε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, εκτός από την ελεύθερη βούληση, τη λογική και την ψυχή. Αυτά τα καθολικά χαρακτηριστικά εκκοσμίκευσαν τη χριστιανική πίστη στην ιερότητα της ζωής και προίκισαν την ανθρωπότητα με αξιοπρέπεια και σεβασμό. Ο «άνθρωπος» ή το «υποκείμενο» των δικαιωμάτων είναι μια αφαίρεση. Δεν έχει σώμα, χρώμα, φύλο ή ιστορία, όπως έχουν υποστηρίξει ο Χέγκελ, ο Μπερκ και ο Μαρξ. Ωστόσο, ο πραγματικός άνθρωπος που απολάμβανε τα δικαιώματα ήταν ο ευκατάστατος, λευκός, χριστιανός, αστός, ετεροφυλόφιλος άνδρας. Συγκέντρωνε στο πρόσωπό του την αφηρημένη αξιοπρέπεια του ανθρώπου και τα συγκεκριμένα προνόμια του ισχυρού. Από τότε, η πλήρης «ανθρώπινη ιδιότητα» κατασκευάζεται με φόντο τη «μη ανθρωπότητα», αυτούς που ανήκουν σε λάθος τάξη, φύλο, φυλετική καταγωγή, θρησκεία ή σεξουαλικότητα.

Αν τα δικαιώματα είναι οικουμενικά, τότε οι πρόσφυγες, οι «παράνομοι» μετανάστες, οι άνεργοι ή οι κρατούμενοι του Γκουαντάναμο, οι οποίοι είναι απλώς «άνθρωποι» και δεν έχουν χώρα ή δίκαιο για να τους προστατεύει, θα έπρεπε να έχουν τα δικαιώματα των ανθρώπων. Ωστόσο δεν έχουν κανένα – αποτελούν μόνο γυμνή, απροστάτευτη ζωή.

Το κίνημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορεί να θεωρηθεί συνεχής αλλά αποτυχημένος αγώνας να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στον αφηρημένο άνθρωπο των Διακηρύξεων και το εμπειρικό ανθρώπινο ον. Οι συμβάσεις κατά των διακρίσεων εις βάρος των έγχρωμων, των γυναικών, των παιδιών, των γκέι και των λεσβιών δίνουν σάρκα, οστά και φύλο στο χλομό σκαρίφημα του «ανθρώπου». Εχουν επιτύχει; Ναι και όχι. Η έννοια της κοινής «ανθρώπινης ιδιότητας» μας προικίζει όλους με αξιοπρέπεια. Εν τούτοις, η Ιστορία μάς έχει διδάξει ότι δεν υπάρχει κάποιος ιερός και απαράβατος ορισμός της ανθρώπινης ιδιότητας. Η ανθρώπινη δύναμη, εκκοσμίκευση της παντοδυναμίας του Θεού, αλλάζει συνεχώς τον ορισμό του ανθρώπου.

Η διαλεκτική του Διαφωτισμού οδήγησε στη χειραφέτηση αλλά και στον ναζισμό. Τα δικαιώματα είναι τρόπος προστασίας του ατόμου αλλά και εργαλείο των κυβερνήσεων για να πειθαρχούν τους ανθρώπους, τις κοινωνίες και, εσχάτως, τον κόσμο. Αν οι αποικιοκράτες έστελναν πρώτα τους ιεραποστόλους και μετά τις κανονιοφόρους, η σύγχρονη αυτοκρατορία στέλνει πρώτα τις ΜΚΟ για τα ανθρώπινα δικαιώματα και μετά τα βομβαρδιστικά. Είναι κομμάτια της ίδιας ιστορίας: της προσφοράς του «πολιτισμού» στους βαρβάρους.

Σε κάθε εποχή

Κάθε ιστορική εποχή έχει χρησιμοποιήσει τον δικό της (φιλοσοφικό ή εμπειρικό) ορισμό της ανθρωπότητας για να διαχωρίσει τους κυρίαρχους, τους υποτελείς και τους αποκλεισμένους. Εκείνοι που δεν μιλάνε τη γλώσσα μας, δεν μοιράζονται τη θρησκεία μας, ανήκουν στη λάθος τάξη, έχουν λάθος φύλο, χρώμα ή σεξουαλικότητα μένουν πάντα έξω από την «ανθρωπότητα», όπως ορίζεται στην κάθε χώρα και εποχή. Ολες οι παλιότερες κατηγορίες αποκλεισμού παραμένουν ενεργές σήμερα. Εχουν προστεθεί σ’ αυτές οι «οικονομικά ανενεργοί», τα «ανθρώπινα σκουπίδια», οι απόβλητοι του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού.

Παρά τους ισχυρισμούς περί του αντιθέτου, η ανθρώπινη ιδιότητα δεν αποτελεί το κανονιστικό θεμέλιο των δικαιωμάτων. Το νόημα που παίρνει σε κάθε ιστορική περίοδο και χώρα είναι αποτέλεσμα ιδεολογικής διαπάλης και πολιτικών μαχών, που επεκτείνουν τα δικαιώματα σε κάποιες κατηγορίες (κάνοντας τα μέλη τους περισσότερο «ανθρώπους») και τα περιορίζουν από άλλες. Τα ανθρώπινα δικαιώματα λοιπόν δεν «ανήκουν» στους ανθρώπους. Αντίθετα συνιστούν μια διαβαθμισμένη «ανθρωπότητα», με πλήρεις ανθρώπους στο ένα άκρο, τους αποκλεισμένους στο άλλο και τη μεγάλη μάζα των υπηκόων στο μέσο.

* Καθηγητής της Νομικής, αντιπρύτανης και διευθυντής του Ινστιτούτου Ανθρωπιστικών Ερευνών στο Κολέγιο Μπίρκμπεκ του Πανεπιστημίου του Λονδίνου

Μετάφραση: Μιχάλης Λαλιώτης

Jan 262014
 

Francis Bacon, «Χωρίς τίτλο», 1952

 

Πηγή: Unfollow

Ψυχιατρείο και Νοσοκομείο Φυλακών Κορυδαλλού: Εικόνες που με κατατρέχουν

της Βασιλικής Κατριβάνου

Μου παίρνει πάντα χρόνο να συνέλθω από επισκέψεις σε κέντρα κράτησης και φυλακές. Από την τελευταία επίσκεψη που κάναμε, ως επιτροπή της Βουλής για το σωφρονιστικό, την Τρίτη 21 Ιανουαρίου, στο νοσοκομείο και το ψυχιατρείο των φυλακών του Κορυδαλλού, οι εικόνες μένουν ανεξίτηλες, με κυνηγούν…

Στο ψυχιατρείο των φυλακών Κορυδαλλού. Με παιδεύει η εικόνα ενός ανθρώπου ψυχικά ασθενούς, κλεισμένου σε ένα δωμάτιο απομόνωσης, με τοίχους επενδυμένους με νοβοπάν (υλικό μαλακότερο από το τσιμέντο για να μη σπάσει το κεφάλι του, αλλά αρκετά σκληρό για να μην το ξηλώσει), γυμνός –για να μην προξενήσει, λέει, κακό στον εαυτό του, προσπαθώντας π.χ. να επιχειρήσει να στραγγαλιστεί–, στο πάτωμα, χωρίς στρώμα. Στην ερώτησή μου πόσο μπορεί να μείνει εκεί, ένας φύλακας μου απάντησε ίσως και πέντε μέρες. Αν θέλει να πάει τουαλέτα και είναι σε θέση να κτυπήσει την πόρτα βγαίνει, αλλιώς τουαλέτα γίνεται το δωμάτιο. Υπάρχουν τρία τέτοια δωμάτια απομόνωσης, γνωστά και ως «μπλε δωμάτια».

Η πρακτική να μπαίνουν στην απομόνωση σε τέτοια δωμάτια άνθρωποι που βρίσκονται σε ψυχική διέγερση εφαρμόζεται και σε κάποια ψυχιατρεία, στη χώρα μας και το εξωτερικό. Είναι αμφιλεγόμενο αν είναι προτιμότερη από την πρακτική της καθήλωσης, στην οποία έχουμε καλύτερη επιτήρηση και όχι τέτοια απομόνωση· σε κάθε περίπτωση, πάντως, πρέπει να χρησιμοποιείται σε ακραίες περιπτώσεις, με αυστηρούς όρους και πρωτόκολλο. Στις άλλες δομές που εφαρμόζεται, ο άνθρωπος δεν είναι γυμνός, υπάρχει στρώμα στο πάτωμα και δεν παραμένει στην απομόνωση για τόσο καιρό. Η εγκατάλειψη του ανθρώπου στον εαυτό του δεν είναι θεραπεία· είναι απλώς ένας τρόπος διαχείρισης της κατάστασης της διέγερσης, όταν δεν ξέρεις τι να τον κάνεις.

Η νοσηλεύτρια μάς είπε ότι οι κρατούμενοι δείχνουν την ευγνωμοσύνη τους στο προσωπικό, φιλώντας του τα χέρια. Εγώ σκέφτομαι ότι αυτές είναι βάναυσες πρακτικές ασύλου. Ένας άνθρωπος τρελαίνεται ή αποτρελαίνεται, αν μένει απομονωμένος για μέρες σε τέτοιες συνθήκες. Τα πράγματα γίνονται ακόμα χειρότερα, καθώς υπάρχουν καταγγελίες ότι η πρακτική αυτή χρησιμοποιείται ως καψόνι ή τρόπος «πειθάρχησης». Πρόκειται για μια πρακτική που έχει τα χαρακτηριστικά της απομόνωσης του ψυχιατρείου και της πειθαρχικής απομόνωσης του κελιού. Οι άνθρωποι υπόκεινται στις δυσμένειες και των δύο, χωρίς τα δικαιώματα ούτε του ψυχικά ασθενούς ούτε του ποινικού κρατούμενου.

Στο Ψυχιατρείο της φυλακής του Κορυδαλλού νοσηλεύονται αυτή τη στιγμή 259 άτομα, ενώ η χωρητικότητα είναι 160. Ανάμεσά τους υπάρχουν και 4 ανήλικοι, που κρατούνται μαζί με τους ενήλικους.

Υπάρχουν και βαριά περιστατικά -τάσεις αυτοκτονίας, σχιζοφρένεια, βαριά κατάθλιψη, διπλή διάγνωση (ψυχιατρική και τοξικοεξάρτησης)-, αλλά δεν υπάρχει μόνιμος ψυχίατρος· μόνο εφημερεύοντες και μια ομάδα από γιατρούς, που επισκέπτονται τους ασθενείς δύο φορές την εβδομάδα. Αδιανόητο είναι ένα ψυχιατρείο χωρίς ψυχίατρο. Και επίσης χωρίς ψυχολόγο. Σ’ έναν τέτοιο χώρο, οι ασθενείς χρειάζονται συνεχή παρακολούθηση, ψυχολογική φροντίδα, υποστήριξη, σε πολλές περιπτώσεις και ψυχοθεραπεία – και όχι απλώς συνταγογράφηση. Υπάρχουν μόνο τρεις νοσοκόμοι, ο ένας από τους οποίους ηλικιωμένος, και έτσι κάποιοι σωφρονιστικοί τελούν χρέη νοσοκόμου. Για τους τοξικοεξαρτημένους δεν υπάρχουν προγράμματα απεξάρτησης, παρά μόνο συνταγογράφηση και άπειρα ηρεμιστικά για τη διαχείριση των ανθρώπων. Το 18 ΑΝΩ επισκέπτεται το ψυχιατρείο μια φορά την εβδομάδα, όχι όμως για θεραπεία αλλά για ενημέρωση και κάποια ψυχολογική υποστήριξη. Με λίγα λόγια, το Ψυχιατρείο των φυλακών δεν πληροί τους όρους της νοσηλείας και της θεραπείας, αλλά περισσότερο του στοιβάγματος των ανθρώπων και της διαχείρισής τους.

Στο νοσοκομείο των φυλακών. Νοσηλεύονται σ’ αυτό 209 ασθενείς, ενώ υπάρχουν μόνο 60 κλίνες. Πώς γίνεται αυτό το μαγικό; Οι 128 οροθετικοί στοιβάζονται σε διπλά κρεβάτια, πάνω-κάτω, με ελάχιστη απόσταση μεταξύ τους. Σε ένα δωμάτιο με προδιαγραφές για 7 άτομα νοσηλεύονταν 17 οροθετικοί, οι οποίοι μπορεί και να εκτίσουν όλο το διάστημα της ποινής στους σ’αυτό τον χώρο. Οι οροθετικοί, λόγω των μειωμένων αντιστάσεων του ανοσοποιητικού τους συστήματος, είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι: η γρίπη ή η ίωση του ενός εξαπλώνεται σε όλους, καθώς βέβαια και η ηπατίτιδα. Είδαμε ασθενείς να τρώνε στο κρεβάτι, μιας και στους θαλάμους δεν υπάρχουν αρκετές καρέκλες και τραπέζια. Κάποιος ασθενής μάς έδειξε ένα ρολό πεπιεσμένου χαρτιού πάνω στο οποίο καθόταν, αντί καρέκλας.

Πολλοί μας μίλησαν για τις μεγάλες καθυστερήσεις. Αργούν πολύ, μας είπαν, να φτάσουν τα φάρμακά τους ή τα αποτελέσματα των εξετάσεών τους. Και, όπως ξέρουμε, είναι πολύ επικίνδυνο για την υγεία ενός οροθετικού να διακόψει τη θεραπεία, γιατί δεν έχει έρθει έγκαιρα το φάρμακό του.

Νοσηλεύονται, ακόμα, άνθρωποι με πολυανθεκτική φυματίωση, η οποία θεραπεύεται δύσκολα και ενδέχεται να είναι θανατηφόρα. Κινδυνεύουν να κολλήσουν άλλοι κρατούμενοι και το σωφρονιστικό προσωπικό, ενώ ιδιαίτερα κινδυνεύουν οι οροθετικοί. Υπάρχουν, επιπλέον, περιπτώσεις φυματικών που συγχρόνως είναι και οροθετικοί.

Υπάρχει και η συνέχεια. Όταν έρθει η στιγμή να αποφυλακιστεί κάποιος που εκτίει την ποινή του στο νοσοκομείο, πάσχοντας από πολυανθεκτική φυματίωση, αν είναι φτωχός και ανασφάλιστος, όπως συμβαίνει πολύ συχνά, βγαίνει από τη φυλακή χωρίς καμία μέριμνα και δυνατότητα να συνεχίσει τη θεραπεία του, με κίνδυνο για τη δική του υγεία και ζωή, αλλά και του περίγυρού του.

Σοβαρό επίσης είναι το πρόβλημα με την ηπατίτιδα C, με αυξημένο αριθμό κρουσμάτων, και στους κρατούμενους και στους σωφρονιστικούς υπαλλήλους.

Όπως μας ενημέρωσαν οι γιατροί, στην πρότασή τους όλοι οι κρατούμενοι να κάνουν εξέταση αίματος όταν μπαίνουν στη φυλακή, το Υπουργείο απαντάει ότι δεν υπάρχει το ανάλογο κονδύλι και εργαστήρια. Και, ακόμα, λέει, ότι μετά δεν θα ξέρουν τι να κάνουν τους (πολλούς) οροθετικούς που θα προκύψουν! Ας σημειωθεί, μόνο, ότι η εξέταση αίματος στοιχίζει μόλις 2,5 ευρώ ανά άτομο, την ίδια στιγμή που διατίθενται μεγάλα κονδύλια για τη δημιουργία φυλακών υψίστης ασφαλείας…

Επίσης, οι γιατροί θεωρούν απαραίτητο οι ασθενείς κατά την εισαγωγή να κάνουν οπωσδήποτε εξέταση πτυέλων και ακτινογραφία θώρακος, πράγμα που δεν συμβαίνει. Και, βέβαια, όλοι τονίζουν την αναγκαιότητα περαιτέρω φροντίδας και θεραπείας όσων απολύονται με φυματίωση και είναι ανασφάλιστοι.

Κατά τη γνώμη των γιατρών, από τους 128 οροθετικούς, οι 110 θα μπορούσε να μη βρίσκονται στο νοσοκομείο, αλλά να παραμένουν στη φυλακή, σε καλές συνθήκες διαβίωσης, να παρακολουθούνται από μονάδες λοιμώξεων του νοσοκομείου της περιοχής, να τους βλέπουν οι δικοί τους και να μην απομονώνονται.

* * *

Μετά απ’ αυτήν την εμπειρία μόνο αγανάκτηση νιώθω ακούγοντας τον συνεχή θόρυβο περί ασφάλειας, για την ανάγκη δημιουργίας φυλακών υψίστης ασφαλείας, παρακολουθώντας την όλη τρομολαγνία και τον «ηθικό πανικό» για το ζήτημα των αδειών. Αγανάκτηση, γιατί η πραγματική ασφάλεια έγκειται στην αλλαγή των απάνθρωπων και εξευτελιστικών συνθηκών κράτησης, καθώς και στην εξασφάλιση της υγείας των φυλακισμένων, του σωφρονιστικού προσωπικού και της δημόσιας υγείας συνολικά.

Jan 142014
 

M.Vainanidi_Old-School8(M.Vainanidi /Old-School)

Πηγή: Χρόνος

για μια προσπάθεια ακόμη…

Τρεις καθηγητές μιλούν για το σχολείο στην εποχή της κρίσης

Σωτήρης Γκαρμπούνης, Χριστίνα Παπαγγελή, Βασίλης Συμεωνίδης

Η συζήτηση γύρω από το σχολείο και τους πολίτες που θα θέλαμε να προετοιμάζει μοιάζει να επαναλαμβάνεται εδώ και πολλά χρόνια. Άλλωστε οποιαδήποτε κουβέντα και πολιτική πρακτική αφορά τη ρύθμιση της σχολικής ζωής και γνώσης, από μόνη της μας οδηγεί στους πολίτες που θέλουμε να φτιάξει το σχολείο. Σήμερα όμως, στην πραγματικότητα, μια κοινωνία σε κρίση καλείται να μιλήσει για ένα σχολείο σε κρίση και πώς μπορεί αυτό να καθοδηγήσει τους νέους ανθρώπους να διαμορφώσουν μια άλλη πολιτική υπόσταση που να ξεπερνά τις αγκυλώσεις και να δίνει προοπτική στις επόμενες δεκαετίες. Επομένως, είναι αναπόφευκτα μια συζήτηση με αναδρομές στο παρελθόν, με αυστηρή πολιτική κριτική, αιχμές, αυτοκριτική στάση για μας τους εκπαιδευτικούς και έντονη αγωνία για την τύχη και τις προοπτικές των παιδιών που αναζητούν διέξοδο από μια παρωχημένη σχολική πραγματικότητα.

Αυτό που η κρίση αναδεικνύει ακόμη πιο έντονα πλέον μέσα στη σχολική αίθουσα είναι η παθητικότητα και ένα αίσθημα ηττοπάθειας, η ματαιωμένη επιθυμία να αυτενεργήσουν οι μαθητές και να αποκτήσουν κριτική στάση απέναντι στη γνώση και στα πράγματα. Καθηλωμένοι για ώρες μέσα σε στεγνές και απρόσωπες αίθουσες, οι νέοι καλούνται να ακούν και να αναπαράγουν χωρίς πρακτικά να δημιουργούν, χωρίς να μπορούν να προτείνουν, χωρίς πρωτοβουλίες και δοκιμές, χωρίς συμμετοχή που να προκαλεί αλλαγές στη ρουτίνα της εκπαιδευτικής διαδικασίας, δηλαδή χωρίς σχολική ζωή. Με ένα μοντέλο μετωπικό και αυστηρά ιεραρχημένο που στηρίζεται στην αποστήθιση και στη δικαίωσή της μέσα από αλλεπάλληλες εξετάσεις καλούμαστε να διαμορφώσουμε πολίτες. Η αντίφαση είναι ξεκάθαρη. Για μας τους εκπαιδευτικούς γίνεται ακόμη πιο σκληρή όταν προσπαθούμε να συζητήσουμε με τους μαθητές μας για έννοιες όπως δημοκρατία, συμμετοχή, πολίτης και διαπιστώνουμε τη δυσκολία να συνειδητοποιήσουν το περιεχόμενό τους. Και τότε μαθήματα όπως η Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή, η Ιστορία ή η Φιλοσοφία κλείνουν ειρωνικά το μάτι και επιβεβαιώνουν την παθητικότητα του σχολικού μοντέλου.

Μεγαλύτερος εχθρός φαντάζει πολλές φορές ο φόβος και η έλλειψη αυτοπεποίθησης και εμπιστοσύνης· δεν εντοπίζεται μόνο στο σχολείο, αλλά ίσως έχει την πρώιμη αφετηρία του εκεί. Φόβος για τους βαθμούς, φόβος για τις εξετάσεις, φόβος για την αποτυχία, φόβος για την ενδεχόμενη ματαιότητα της προσπάθειας και κυρίως φόβος για τη ζωή μετά το σχολείο. Συχνά εμφανίζεται σαν το μοναδικό κίνητρο υπακοής και προσαρμογής στις απαιτήσεις του σχολείου. Ιδιαίτερα από τη στιγμή που τα παιδιά μεγαλώνοντας απομυθοποιούν πολλούς από τους διακηρυγμένους στόχους του. Φοβισμένοι πολίτες λοιπόν; Άλλη μια αντίφαση. Κι αν ο φόβος μοιάζει υπερβολή, δύσκολα θα αρνηθεί κάποιος που έρχεται σε επαφή με τους μαθητές καθημερινά την έλλειψη αυτοπεποίθησης αλλά και την έλλειψη εμπιστοσύνης προς τον ίδιο τον σχολικό θεσμό. Στάση που προβάλλει ισχυρότερη όταν αυτή η διαδρομή φτάνει προς το τέλος της. Εκεί η παρέμβασή μας γίνεται πιο ουσιαστική και ξεπερνά τα όρια της διεκπεραίωσης. Αλλά και όταν φαίνεται στα μάτια των παιδιών ότι το στοίχημα κερδίζεται, υπάρχει πάλι η αγωνία μήπως όλα μείνουν μια μεμονωμένη προσπάθεια που θα σβήσει από δυνάμεις ισχυρότερες έξω από τη σχολική αίθουσα.

Βεβαίως υπάρχει συνείδηση της ευθύνης να συνεχίσουμε στην ίδια κατεύθυνση, αλλά πάντα η αγωνία για το αποτέλεσμα που δεν έρχεται φέρνει θλίψη και μειώνει το κουράγιο. Άλλωστε γραφειοκρατικές δεσμεύσεις, η εμμονή στο αντικείμενο, η συμβατική προτεραιότητα να διεκπεραιωθεί η ύλη, η ανταγωνιστική βαθμολογία και η μέγγενη των εξετάσεων αφαιρούν πολύτιμο χρόνο ώστε να αναδειχτούν οι μαθητές ως υποκείμενα συνεργασίας τόσο μεταξύ τους όσο και μ’ εμάς τους δασκάλους τους. Κι έτσι επανέρχεται το ερώτημα πώς να αντιμετωπιστεί η νεανική απογοήτευση, η στροφή των μαθητών σε στάσεις και συμπεριφορές που κινούνται σε μια ιδιωτική αντίληψη για τον κοινό βίο, η καταφυγή σε εύκολες και ανιστόρητες απαντήσεις για τα ζητήματα που θέτει η κρίσιμη συγκυρία κατά την οποία ολοκληρώνουν την προσωπικότητά τους και διαμορφώνουν την ταυτότητά τους σε σχέση με τα οξυμμένα πολιτικά προβλήματα της εποχής.

Στην αναζήτηση γύρω από αυτά τα θέματα εύλογα στρεφόμαστε όλοι και στην πρόσφατη μεταπολιτευτική ιστορία της εκπαίδευσης. Σε μια περίοδο που έδειξε να ανοίγει παράθυρα δημιουργικότητας και συνεργασίας κυρίως μέσα από προγράμματα πολιτισμού, περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, τοπικής ιστορίας ή της ευέλικτης ζώνης και καινοτομίες όπως οι σχολικές βιβλιοθήκες, οι ερευνητικές εργασίες, η χρήση νέων τεχνολογιών και ο ομαδοσυνεργατικός τρόπος δουλειάς. Ένα πεδίο που φωτίστηκε από πολλές πρωτότυπες και ουσιαστικές παρεμβάσεις δασκάλων και μαθητών. Ωστόσο φάνηκε ότι όλα αυτά αντί να λειτουργήσουν σαν δούρειος ίππος απέναντι στο ασφυκτικό πλαίσιο που περιγράψαμε, ώστε να αλλάξουν την εκπαιδευτική πραγματικότητα και να δώσουν άλλη προοπτική, τελικά λειτούργησαν στο περιθώριο –και πετσοκομμένα πια εξακολουθούν να λειτουργούν– σαν άλλοθι εκσυγχρονισμού ή σαν δίοδος για την απορρόφηση ευρωπαϊκών χρηματοδοτήσεων.

Τι πήγε λοιπόν στραβά; Για ποιους λόγους έμειναν αναξιοποίητες όλες αυτές οι ευκαιρίες; Πού οφείλεται η δυσπιστία να υιοθετηθούν ως διευρυμένες εκπαιδευτικές πρακτικές; Είναι άραγε ευθύνη των εκπαιδευτικών που καλούμαστε να τις εφαρμόσουμε; Και πώς μπορούμε να παλέψουμε την αντίφαση σε σχέση με τον σκληρό πυρήνα του εκπαιδευτικού πλαισίου; Πολλές από αυτές τις εκπαιδευτικές πρακτικές αναιρέθηκαν ή βρίσκονται υπό αίρεση μέσα από μια αντιμεταρρυθμιστική προσπάθεια που προβάλλει την ανταγωνιστικότητα μαθητών, δασκάλων και σχολείων σαν λύση στο αδιέξοδο της κρίσης. Προσδίδει μ’ άλλα λόγια ποσοτικά γνωρίσματα σε μια διαδικασία που έχει ποιοτικά χαρακτηριστικά. Άλλη μια αντίφαση λοιπόν.

Εδώ, σε τέτοια ερωτήματα συνήθως κολλάμε…, αλλά δεν έχουμε επιλογές και ξαναπιάνουμε το νήμα για μια προσπάθεια ακόμη.

ΧΡΟΝΟΣ 09 (01.2014)

Jan 092014
 

Πηγή: Φύλο Συκής

Έρευνα για τα χαρακτηριστικά των γυναικών θυμάτων έμφυλης βίας

Την έρευνα που ακολουθεί, μας έστειλε για δημοσίευση η ερευνήτρια κ. Τζαμαλούκα, ερευνήτρια, Δρ. Κοινωνική Ψυχολόγος, συνεργάτης του Εργαστηρίου Μελέτης Συμπεριφορών Υγείας και Οδικής Ασφάλειας, μετά από πρόσφατη γνωριμία μας και την ευχαριστούμε. Στην έρευνα συμμετείχαν και οι κυρίες Γ.Γαλάτη και Γ. Κοσματοπούλου, κοινωνικοί λειτουργοί των ΤΕΙ – Κρήτης.

Στόχος της έρευνας ήταν η διερεύνηση της σχέσης μεταξύ των στερεοτυπικών ανδρόγυνων χαρακτηριστικών σε δείγμα 310 γυναικών με τις πιθανότητες βίαιης συμπεριφοράς εναντίον αυτών των γυναικών από τους συντρόφους τους. Η έρευνα πραγματοποιήθηκε το 2008 στους Δήμους Ν. Φιλαδέλφειας και Χολαργού με την τεχνική της τυχαίας στρωματοποίησης.

Φυσικά το θέμα είναι από τα σημαντικά ενδιαφέροντα της Φεμινιστικής Πρωτοβουλίας για την Εξάλειψη της Βίας κατά των γυναικών, το δε Φύλο Συκής φιλοξενεί τακτικά ειδήσεις και αναλύσεις πάνω σ’ αυτό το θέμα, πιστεύοντας ότι συμβάλλει στη συνειδητοποίηση της σοβαρότητας του φαινομένου και στην παρουσία και συζήτησή του στο δημόσιο χώρο. Συχνά ο τρόπος προσέγγισης των στερεοτύπων για τα φύλα και η διαχείρισή τους μπορεί να διαφέρουν, με συνέπεια να αναπτύσσεται μια συζήτηση που μπορεί πάντα να οδηγήσει σε καλύτερη κατανόηση.

Σίσσυ Βωβού

——————————

Τα ανδρόγυνα χαρακτηριστικά των γυναικών – προστασία από την κακοποίηση

Κύριος άξονας αυτής της εργασίας ήταν η μελέτη των δυναμικών χαρακτηριστικών που μπορεί να διαθέτει μια γυναίκα. Λέγοντας δυναμικά χαρακτηριστικά εννοούμε  τα «θετικά στερεοτυπικά αντρικά χαρακτηριστικά». Για την κατανόηση της παραπάνω έννοιας, είναι σκόπιμο να αναφέρουμε τα γενικά αντρικά στερεοτυπικά χαρακτηριστικά  τα οποία είναι: ανεξαρτησία, ανταγωνιστικότητα, αποδοτικότητα, δυνατή προσωπικότητα, φιλοδοξία, επιθετικότητα, ηγετικές ικανότητες, δυναμισμός, αυτοεκτίμηση, οργανωτικότητα, σιγουριά, ασφάλεια, ρεαλισμός, σκληρότητα, ανωτερότητα.

Έτσι, είναι σωστό να προσθέσουμε ότι η υψηλή αυτοεκτίμηση, η ανεξαρτησία και η αποδοτικότητα είναι τα κύρια δυναμικά χαρακτηριστικά μιας γυναίκας και ότι οι γυναίκες με αυτά τα στοιχεία προέρχονται από οποιοδήποτε μορφωτικό, οικονομικό, πολιτιστικό και κοινωνικό επίπεδο και δεν ανήκουν σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία, είτε ανώτερη είτε κατώτερη.

Τα ανδρόγυνα χαρακτηριστικά είναι ένας συνδυασμός στερεοτυπικών αντρικών και θηλυκών τύπων ή συμπεριφορών (συναισθηματικών και εκφραστικών). Παραδοσιακά, κάποιες συγκεκριμένες συμπεριφορές είναι σχετισμένες με τους άντρες (π.χ επιθετικός,  ανεξάρτητος), ενώ άλλες με τις γυναίκες (π.χ ευαίσθητη, κοινωνική). Η παραδοσιακή ανδρογυνία φέρεται ως μια ταυτότητα φύλου που εμπεριέχει μια ισορροπία από θετικά θηλυκά και  αρσενικά χαρακτηριστικά.

Πολλοί άνθρωποι είναι αρσενικοί ή θηλυκοί, ορισμένοι όμως, είναι αρσενικοί και θηλυκοί ταυτόχρονα. π.χ. μια γυναίκα που διαθέτει έναν συνδυασμό αντρικών και θηλυκών χαρακτηριστικών (είναι ανεξάρτητη, ήρεμη και σίγουρη) και θεωρείται ανδρόγυνος τύπος.

Έρευνες έχουν δείξει ότι γυναίκες που κατέχουν κάποια από τα στερεοτυπικά αντρικά χαρακτηριστικά  έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες για ψυχική υγεία και ευεξία. Γνωρίζουμε επίσης ότι η ψυχική υγεία και η ευεξία συνδέονται με τα δυναμικά χαρακτηριστικά μιας γυναίκας και ότι η κακοποίηση ενδέχεται να επιδρά αρνητικά σ’ αυτούς τους δύο τομείς ζωής.

Η ανδρόγυνη συμπεριφορά συνδέεται και με την δημιουργικότητα ενός ατόμου. Ευρήματα  στηρίζουν την άποψη ότι η δημιουργικότητα απαιτεί το ίδιο αντρικά και θηλυκά χαρακτηριστικά, όπως για παράδειγμα ανεξαρτησία σκέψης κι ευαισθησία. Σε νεότερη έρευνα επικυρώνεται η παραπάνω θέση, δηλαδή ότι άνθρωποι που διαθέτουν συνδυασμό αντρικών και θηλυκών χαρακτηριστικών είναι και πιο δημιουργικοί.

Πέρα από την δημιουργικότητα, τα άτομα που παρουσιάζουν ανδρόγυνη συμπεριφορά έχουν πιο υψηλούς δείκτες αυτοεκτίμησης.

Τα ανδρόγυνα χαρακτηριστικά, αναφέρονται σε θηλυκούς και αντρικούς τύπους συμπεριφοράς, που μπορεί να διαθέτει ταυτόχρονα ένα άτομο, αντίθετα από εκείνο που διαθέτει κυρίως θηλυκούς παραδοσιακούς τύπους ή αντίστοιχα αρσενικούς. «Θηλυκό» άτομο χαρακτηρίζεται εκείνο που διαθέτει τα στερεοτυπικά γυναικεία χαρακτηριστικά, όπως για παράδειγμα τρυφερότητα, ντροπαλότητα, υψηλή έκφραση συναισθημάτων κ.λ.π. Αντίθετα, «αρσενικό» άτομο εκείνο που έχει τους στερεοτυπικούς αντρικούς ρόλους, όπως: δυναμισμό, αποφασιστικότητα, σκληρότητα κ.λ.π.

Η ανδρογυνία είναι μια ισορροπία αυτών των χαρακτηριστικών από τις δύο πλευρές, ένας συνδυασμός αντρικών και θηλυκών στερεοτυπικών ρόλων. Στην σύγχρονη κοινωνία βλέπουμε καθαρά θηλυκούς τύπους ή αρσενικούς, αλλά και ανδρόγυνους. Η ανδρογυνία σε σχέση με άλλους τομείς της καθημερινής ζωής του ανθρώπου έχει μελετηθεί από μια σειρά ερευνητών.

Χαρακτηριστικά ανδρογυνίας ως αποτρεπτικοί παράγοντες γυναικείας κακοποίησης

Η παρούσα έρευνα εστίασε το ενδιαφέρον της στη μελέτη των ανδρόγυνων χαρακτηριστικών των γυναικών και κατά πόσον αυτά τα χαρακτηριστικά μπορούν να αποτελέσουν προστατευτικούς παράγοντες από την βία των συντρόφων τους.

Αναλυτικότερα, σκοπός της έρευνας αυτής ήταν:

α) να διερευνήσει τα ανδρόγυνα χαρακτηριστικά ενήλικων γυναικών αστικού πληθυσμού που συμβιώνουν με το άλλο φύλο,

β) να καταγράψει περιστατικά Σωματικής, Ψυχολογικής, Συναισθηματικής και Σεξουαλικής κακοποίησης, έτσι όπως αυτά δηλώθηκαν από τις γυναίκες -θύματα.

γ) να αναζητήσει ενδεχόμενες συσχετίσεις ανάμεσα στα ανδρόγυνα χαρακτηριστικά των γυναικών με τις τέσσερις μορφές κακοποίησης που υπέστησαν.

Η ταυτότητα της έρευνας

Μελετήθηκε ένα δείγμα 310 γυναικών στους Δήμους Ν. Φιλαδέλφειας και Χολαργού με την τεχνική της τυχαίας στρωματοποίησης. Ως κριτήρια επιλογής των ερωτηθέντων ήταν η ηλικία και η συμβίωση με το άλλο φύλο για ένα τουλάχιστον έτος. Οι γυναίκες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγιο με ερωτήσεις κλειστού τύπου. Η μελέτη πραγματοποιήθηκε το καλοκαίρι του 2008.

Χρησιμοποιήθηκαν κλίμακες μέτρησης της ανδρογυνίας (Bem,1974) και της κακοποίησης (Tzamalouka et.al., 2007)  προκειμένου να ελεγχθεί η υπόθεση ότι γυναίκες με χαμηλούς δείκτες ανδρόγυνων (ανδρικών και γυναικείων) χαρακτηριστικών επιτρέπουν στους συντρόφους τους οποιαδήποτε μορφή κακοποίησης.

Μέτρηση ανδρόγυνων χαρακτηριστικών

Χρησιμοποιήθηκαν 40 ερωτήσεις για να εκτιμήσουν την ύπαρξη ανδρόγυνων χαρακτηριστικών στην προσωπικότητα των γυναικών που μελετήσαμε.

Πιο αναλυτικά:

  • 16 ερωτήσεις αφορούσαν σε στερεοτυπικά αρσενικά χαρακτηριστικά, (π.χ. δυναμική, ανεξάρτητη, ηγέτης, επιθετική)
  • 14 ερωτήσεις αναφερόντουσαν σε στερεοτυπικά θηλυκά χαρακτηριστικά (π.χ. αποδοτική, χαρούμενη, αφελής, τρυφερή κ.λ.π) και
  • 10 ερωτήσεις εκτιμούσαν τα ουδέτερα χαρακτηριστικά (π.χ. μυστικοπαθής, σκυθρωπή, φιλική, απρόβλεπτη κ.λ.π)
  • Όσοι ερωτηθέντες απαντούσαν τείνοντας προς το 7 σε αρσενικά και θηλυκά χαρακτηριστικά, προσδιορίζονταν ως ανδρόγυνοι.
  • Όσοι ερωτηθέντες απαντούσαν τείνοντας προς το 1 σε αρσενικά και θηλυκά χαρακτηριστικά, προσδιορίζονταν ως αδιαφοροποίητοι.
  • Όσοι απαντούσαν τείνοντας προς το 7 σε αρσενικά χαρακτηριστικά, προσδιορίζονταν ως αρσενικοί.
  • Όσοι ερωτηθέντες απαντούσαν τείνοντας προς το 7 σε θηλυκά χαρακτηριστικά, προσδιορίζονταν ως θηλυκοί. (Bem, 1981)

Συμπεριφορές κακοποίησης (σωματικής, σεξουαλικής, και ψυχολογικής)

Οι διαφορετικές μορφές κακοποίησης διερευνήθηκαν με 30 ερωτήσεις που υποβλήθηκαν στις γυναίκες και περιέγραφαν συμπεριφορές που υιοθετούσαν οι σύντροφοι απέναντι στις ερωτηθείσες, σε καθημερινά θέματα.

Πιο συγκεκριμένα, υποβλήθηκαν:

  • 4 ερωτήσεις που αφορούσαν καταστάσεις σωματικής βίας που τους ασκήθηκε όπως: «κούνημα, άρπαγμα, χαστούκι, δαγκώματα, χτυπήματα» κ.λ.π.
  • 6 ερωτήσεις που αναφέρονταν σε καταστάσεις σεξουαλικής βίας όπως: «πρόκληση πόνου στην διάρκεια της σεξουαλικής πράξης παρά την θέλησή τους, έλλειψη σεξουαλικής ικανοποίησης, υποτιμητικά σεξουαλικά υπονοούμενα» κ.λ.π.
  • 12 ερωτήσεις που εκτιμούσαν την άσκηση συναισθηματικής βίας, όπως: «στέρηση της προσωπικής σας ζωής, υποχρεωτικά καθήκοντα, βρίσιμο, χυδαιολογία, ειρωνεία» κ.λ.π.
  • 7 ερωτήσεις που μετρούσαν την άσκηση ψυχολογικής βίας, όπως: «ψυχολογική πίεση ή εκβιασμός για τα οφέλη των συζύγων, απειλές παρακράτησης παιδιών, κατηγορία για φλέρτ με άλλους άντρες» κ.λ.π.

Η αθροιστική επίδοση όλων των παραπάνω μεταβλητών-ερωτήσεων, συνέθεσε τους αντίστοιχους δείκτες μέτρησης των συμπεριφορών σωματικής, σεξουαλικής, συναισθηματικής και ψυχολογικής κακοποίησης.

Αποτελέσματα

Πίνακας 1. Κατανομή του δείγματος ως προς το κοινωνιολογικό του προφίλ

  Μεταβλητές Συχνότητα Ποσοστό  %
Επάγγελμα    
Δημόσια υπάλληλος

101

32,6

Ιδιωτική υπάλληλος

84

27,1

Έμπορος

13

4,2

Οικιακά

46

14,8

Φοιτήτρια

32

10,3

Άνεργη

4

1,3

Επιστήμονες κ.λπ

30

9,6

Οικογενειακή κατάσταση    
Άγαμη

107

34,5

Έγγαμη

182

58,7

Άλλο

21

6,7

 

Μ.Τ

Σ.Α

Ηλικία

34,7

10,1

Έτη σπουδών

12,7

3,98

Έτη συμβίωσης

10,11

10,0

 

Πίνακας 2. Απλές κατανομές αυτο-αναφορών αρσενικών, θηλυκών και ουδέτερων ανδρόγυνων χαρακτηριστικών (%)

  Ανδρόγυνα χαρακτηριστικά Ποτέ εως Σπάνια Συνήθως ναι εως σχεδόν πάντα       Μ.Τ. *
  Αρσενικά      
1. Έχετε εμπιστοσύνη στον εαυτό σας; 15,3 84,8 5,1
2. Υπερασπίζεστε τα πιστεύω σας; 8,0 92,0 5,5
3. Είστε ανεξάρτητη; 16,0 84,0 5,0
4. Είστε αθλητικός τύπος; 51,3 48,7 3,7
5. Υποστηρίζετε τους άλλους; 5,4 94,6 5,5
6. Έχετε δυνατή προσωπικότητα; 18,7 81,3 5,0
7 Είστε δυναμική; 19,4 80,6 5,0
8. Έχετε ηγετικές ικανότητες; 39,9 60,1 4,1
9. Παίρνετε ρίσκο στη ζωή σας; 38,7 61,3 4,2
10. Παίρνεται εύκολα αποφάσεις; 35,3 64,7 4,3
11. Νιώθετε επαρκής με τον εαυτό σας; 32,0 68,0 4,4
12. Είστε επιθετική; 82,0 18,0 2,5
13. Συμπεριφέρεστε σαν αρχηγός; 72,0 28,0 2,8
14. Είστε ατομικίστρια; 90,6 9,4 2,0
15. Είστε συγκαταβατική; 46,0 54,0 4,0
16. Είστε φιλόδοξη; 34,6 65,4 4,6
  Θηλυκά      
17. Είστε αποδοτική στη δουλειά σας; 5,40 94,6 5,7
18. Είστε χαρούμενη; 20,7 79,3 4,8
19. Είστε ντροπαλή; 73,4 26,6 2,8
20. Είστε κολακευτική; 71,3 28,7 2,9
21. Είστε πιστή; 2,6 97,4 6,5
22. Είστε φεμινίστρια; 48,0 52,0 3,8
23. Είστε συμπονετική; 5,3 94,7 5,8
24. Νοιάζεστε για τις ανάγκες των άλλων; 2,7 97,3 5,8
25. Έχετε κατανόηση για τους άλλους; 4,7 95,3 5,7
26. Είστε συναισθηματική; 13,3 86,7 5,3
27. Είστε τρυφερή; 10,7 89,3 5,3
28. Είστε αφελής; 84,6 15,4 2,4
29. Έχετε παιδαριώδη συμπεριφορά; 91,3 8,7 1,9
30. Αγαπάτε τα παιδιά; 1,3 98,7 6,6
  Ουδέτερα      
31. Βοηθάτε τους άλλους; 3,4 96,6 5,7
32. Είστε σκυθρωπή; 90,7 9,3 2,5
33. Νοιάζεστε για τους άλλους; 4,6 95,4 5,8
34. Είστε απρόβλεπτη; 48,0 52,0 4,0
35. Είστε αξιόπιστη; 2,0 98,0 5,8
36. Ζηλεύετε; 70,7 29,3 3,1
37. Είστε μυστικοπαθής; 84,7 15,3 2,4
38. Είστε αλαζονική; 86,6 13,4 2,0
39. Είστε φιλική με τους άλλους; 5,4 94,6 5,6
40. Είστε μη αποδοτική; 97,4 2,6 1,7

 

Πίνακας 3. Απλές κατανομές αυτο-αναφορών  Συναισθηματικής, Ψυχολογικής, Σωματικής και Σεξουαλικής κακοποίησης (%)

 

    Ποτέ Σπάνια εως πολύ Συχνά  

     Μ.Τ.*

  Συναισθηματική κακοποίηση      
1 Στέρηση της προσωπικής σας ζωής 35,3 64,7 2,2
2 Υποχρεωτικά καθήκοντα (μαγείρεμα ,πλύσιμο κλπ)  29,3 70,7 2,8
3 Βρίσιμο ,χυδαιολογία ,ειρωνεία ,κλπ  72,7 27,3 1,4
4 Προσβολή, απαξίωση (π.χ. για το παρελθόν 81,3 18,7 1,3
5 Αγάπη, τρυφερότητα υπό όρους (π.χ. «θα σε αγαπάω αν κάνεις αυτό που θέλω») 73,3 26,7 1,4
6 Απαγόρευση δραστηριοτήτων εξέλιξης (π.χ. επαγγελματική, κοινωνική εξέλιξη) 68,0 32,0 1,6
7 Γκρίνιες ,παράπονα 14,7 85,3 3,1
8 Παραμέληση προς εσάς ,αδιαφορία για την κατάστασή σας σε δύσκολες στιγμές  61,3 38,7 1,7
9 Απόδοση κατηγοριών ,ευθυνών σε εσάς 34,0 66,0 2,3
10 Επίκληση στο συναίσθημα μετά από σύγκρουση (π.χ. κλάμα, μετάνοια, δώρα, αλλαγή συμπεριφοράς) 56,7 43,3 1,8
11 Συνεχείς διαφωνίες σε καθημερινά θέματα 28,0 72,0 2,6
12 Απαίτηση για διαχείριση των οικονομικών σας 75,3 24,7 1,4
  Ψυχολογική κακοποίηση      
13 Ψυχολογική πίεση ή εκβιασμός για τα δικά του οφέλη 81,3 18,7 1,3
14 Απειλές παρακράτησης παιδιών (π.χ. «αν χωρίσουμε θα έχω εγώ τα παιδιά») 95,3 4,7 1,1
15 Απειλές για φυσική ή συναισθηματική κακοποίηση (π.χ. απειλητικό βλέμμα ,εύκολη απώλεια ψυχραιμίας) 83,3 16,7 1,3
16 Επιμονή όταν διαφωνείτε να περάσει το δικό του 24,0 76,0 2,9
17 Κατηγορία για φλερτ με άλλους 44,7 55,3 1,9
18 Χρησιμοποίηση της σιωπής ως όπλο 46,7 53,3 2,0
19 Ανικανότητα ή άρνηση επικοινωνίας 65,3 34,7 1,6
20 Απουσία εκδήλωσης συναισθήματος 75,3 24,7 1,3
  Σωματική κακοποίηση      
21 Κούνημα, άρπαγμα, πίεση τσιμπήματα, γρατσούνισμα 90,0 10,0 1,1
22 Χαστούκι, δαγκώματα, χτυπήματα, τράβηγμα μαλλιών, στρίψιμο χεριών 94 6,0 1,1
23 Γρονθοκόπημα, κάψιμο, κόψιμο, πνίξιμο, χρήση όπλων 97,3 2,7 1,1
24 Συμμετοχή σε ανεπιθύμητες πράξεις που προκαλούν δυσφορία ,αηδία κλπ 99,3 0,7 1,0
  Σεξουαλική κακοποίηση      
25 Πρόκληση πόνου στη διάρκεια της σεξουαλικής πράξεις παρά τη θέλησή σας 92,0 8,0 1,1
26 Έλλειψη σεξουαλικής ικανοποίησης 84,0 16,0 1,2
27 Υποτιμητικά σεξουαλικά υπονοούμενα 96,0 4,0 1,1
28 Υποχρεωτικό σεξ 80,7 19,3 1,3
29 Διακοπή ύπνου για σεξ 48,7 51,3 2,0
30 Ενοχλητικά ερωτικά αγγίγματα μπροστά σε τρίτους 92,7 7,3 1,1

 

Ο ρόλος των ανδρόγυνων χαρακτηριστικών στην αποδοχή της κακοποίησης

Βρέθηκαν με αυξημένες πιθανότητες να κακοποιούνται σωματικά και συναισθηματικά από τους συντρόφους τους γυναίκες με χαμηλή βαθμολογία στα αρσενικά και θηλυκά χαρακτηριστικά τους.

Ομοίως, βρέθηκαν με αυξημένες πιθανότητες να κακοποιούνται σεξουαλικά και ψυχολογικά  από τους συντρόφους τους γυναίκες με χαμηλή βαθμολογία στα θηλυκά χαρακτηριστικά τους.

Επίσης, οι έγγαμες γυναίκες και οι γυναίκες που έχουν παιδιά έχουν περισσότερες πιθανότητες να υποστούν οποιαδήποτε από τις 4 μορφές κακοποίησης.

Το επάγγελμα και το μορφωτικό επίπεδο δεν βρέθηκαν να σχετίζονται με καμία μορφή κακοποίησης.

Συζήτηση

Συμπερασματικά, λοιπόν, με βάση τα ευρήματα της έρευνάς μας, επιβεβαιώθηκε η υπόθεση εργασίας μας και μπορούμε να πούμε ότι όσα λιγότερα «ανδρόγυνα» χαρακτηριστικά έχει μια γυναίκα, τόσο περισσότερο κακοποιείται από τον σύντροφό της- με οποιαδήποτε μορφή κακοποίησης.

Όταν διαθέτει υψηλή αυτοεκτίμηση, δυναμισμό και έχει εμπιστοσύνη στον εαυτό της (ανδρόγυνα χαρακτηριστικά), νοιώθει επαρκής και δεν έχει καμία ανάγκη προστασίας, καθοδήγησης και υποταγής. Μία γυναίκα τέτοιου τύπου, διαθέτει την ικανότητα να αντιμετωπίσει κάθε δυσκολία σε οποιοδήποτε τομέα της ζωής της, έτσι λοιπόν και στην συντροφική της σχέση δεν θα επιτρέψει οποιαδήποτε καταστροφική συμπεριφορά προς αυτήν.

Είναι απαραίτητο να τονίσουμε ότι οι γυναίκες που χαρακτηρίζονται ως άτομα με δυναμική προσωπικότητα, και με εμπιστοσύνη στον εαυτό τους (στερεοτυπικά αντρικά χαρακτηριστικά), δεν υστερούν από άλλα στοιχεία που διακρίνουν το γυναικείο φύλο, όπως το να είναι δηλαδή τρυφερές, ευαίσθητες και θηλυκές. Θα μπορούσαμε να πούμε, ότι αντιθέτως βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση εφόσον διαθέτουν έναν συνδυασμό στερεοτυπικών αντρικών και γυναικείων χαρακτηριστικών στη συμπεριφορά τους. Μια γυναίκα δηλαδή μπορεί να είναι «θηλυκός τύπος» – εξάλλου είναι ευνόητο κάτι τέτοιο εφόσον αυτή είναι η φύση της – αλλά μπορεί να διαθέτει και αντρικά χαρακτηριστικά τα οποία θα την βοηθούν να είναι πιο διεκδικητική στη σχέση της.

Συγκριτικά με τις έρευνες Dutton et all (1994), βρήκαμε πως μια γυναίκα με αντρικούς στερεοτυπικούς τύπους συμπεριφοράς και μέσα σ’ αυτούς και την υψηλή εικόνα του εαυτού, δεν κακοποιείται (η χαμηλή αυτοεκτίμηση θεωρείται θηλυκό στερεοτυπικό χαρακτηριστικό).

Η παρούσα έρευνα, λοιπόν, έδειξε πως γυναίκες που υιοθετούν έστω και κάποια από τα ανδρόγυνα χαρακτηριστικά (αρσενικά, θηλυκά ή ουδέτερα), είναι λιγότερο ευάλωτες στην θυματοποίηση από τον σύντροφό τους. Αυτό φέρνει μια νέα προοπτική και προβληματισμό για την αναζήτηση περισσότερων στοιχείων που θα εμπλουτίσουν και θα επαυξήσουν την συγκεκριμένη άποψη και την στροφή της Κοινωνικής Πολιτικής του κράτους στην καταπολέμηση και εξαφάνιση αυτού του φαινομένου (της κακοποίησης) καθώς και την παρέμβαση σε πρωτοβάθμια εκπαίδευση όσον αφορά την έκφραση ανδρόγυνων χαρακτηριστικών από την παιδική ηλικία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Bem Sandra (1974). The measurement of psychological androgyny. Journal of Consulting and Clinical Psychology 42, 155-162.

Bem,S.L.(1981). Gender schema theory: A cognitive account of sex typing. Psychological Review, 88, 354–364

Dutton, D. G., Saunders, K., Starzomski, A., & Bartholomew, K. (1994). Intimacy anger and insecure attachment as precursors of abuse in intimate relationships. Journal of Applied Social Psychology, 24 (15), 1367-1386.

Tzamalouka, G., Parlalis, S., Soultatou, P. y Chliaoutakis J. (2007). Applying the concept of lifestyle in association with aggression and violence in Greek couples: Aggressive Behaviour. 33:73-85.