Jun 072012
 

Πηγή: protagon.gr

Μια σιωπηλή «συμμαχία»

Μόνο όσοι έχουν περάσει αυτά τα μονοπάτια, τα γνωρίζουν. Ένας λαβύρινθος αγωνίας, ελπίδας, μοναξιάς και γραφειοκρατίας, που λυγίζει ακόμα και τους «ατσάλινους». Μετά το σοκ της διάγνωσης προσγειώνεσαι σε μια νέα πραγματικότητα: άγνωστες έννοιες, βλοσυρές φυσιογνωμίες γιατρών, τρέξιμο για σφραγίδες και υπογραφές, αναμονή σε ουρές. Και στο σπίτι, ο δικός σου άνθρωπος κληνήρης, άλλοτε ανήμπορος και άλλοτε πιο δυνατός από εσένα. Και εσύ να πρέπει να είσαι «βράχος», να στηρίζεις, να παρηγορείς και να ανακουφίζεις. Να διαβεβαιώνεις ότι «όλα θα πάνε καλά», ακόμα και όταν είναι ολοφάνερο ότι το τέλος πλησιάζει.

Αυτή η περιπέτεια, που άλλοτε κρατάει μήνες και άλλοτε χρόνια, σε όλους τους οικείους των καρκινοπαθών αφήνει «κάτι». Σε άλλον άσπρισαν πρόωρα τα μάλλια, άλλος καθιέρωσε το «μισό» ζάναξ για να κοιμάται, κάποιοι απέκτησαν φοβία με τις αρρώστιες και τους γιατρούς, άλλοι στράφηκαν στην υγιεινή ζωή, τη γυμναστική, τη γιόγκα, τον βελονισμό… Σε όλους μας έμεινε ένα σφίξιμο στο στομάχι στο άκουσμα σειρήνας ασθενοφόρου, μια απέχθεια για το σύστημα υγείας, ένα παράπονο για τον συνήθως πρόωρο και επώδυνο χαμό του δικού μας. Μεταξύ μας έχει καθιερωθεί μια σιωπηλή «συμμαχία», αλληλοαναγνωριζόμαστε από τα ξεσπάσματα ευαισθησίας επί του ανθρώπινου πόνου, από το τρέμουλο της φωνής στην ανακοίνωση ενός θανάτου. Όλοι μας, «παράπλευρα» θύματα μιας δημοφιλούς μάστιγας, που ο καθένας «το παλεύει όπως ξέρει και μπορεί».

Αναμασώ και εγώ όλες αυτές τις εικόνες εδώ και έξι χρόνια, χωρίς ποτέ να κατορθώνω να λυτρωθώ. Άλλωστε, η ασθένεια και ο θάνατος της δίκης μου μητέρας αναπαριστάται καρέ καρέ μέσα από ανάλογες περιπέτειες των γονιών φίλων μου- που δυστυχώς πληθαίνουν. Μια από τις κορυφαίες σκηνές του δράματος, ο εαυτός μου να καταρρέει σε ένα άθλιο υποκατάστημα του ΙΚΑ κοντά στην Ομόνοια, όταν έφυγα με χέρια αδειανά λόγω έλλειψης του σκευάσματος… Και βέβαια η σχέση εμπιστοσύνης με μια «γενναία» φαρμακοποιό, στην οποία κατέφευγα μια που μου χορηγούσε το φάρμακο μερικά εικοσιτετράωρα προτού αυτό εγκριθεί. Εκείνη «έπαιζε» το κεφάλι της, εγώ προσέφερα «κάτι» παραπάνω στον άνθρωπό μου, στον αγώνα με τον χρόνο και τα καρκινικά κύτταρα.

Οι δικές μου, όμως, περιπέτειες από το 2006 ωχριούν μπροστά στις σημερινές. Δεν είχα το ψυχικό σθένος να διαβάσω λεπτομερώς τις καταγγελίες των εκατοντάδων συγγενών, που παλεύουν με πενιχρή πλέον οικονομική δυνατότητα για να εξασφαλίσουν το φάρμακο της χημειοθεραπείας και μια θέση πιο «ψηλά» στις λίστες αναμονής για ακτινοθεραπεία. Νιώθω, όμως, την απελπισία τους. Την πιο δύσκολη στιγμή τους, που προσπαθούν «όσο μπορούν» να κρατήσουν ζωντανή την ελπίδα, να διασώσουν μέσα στον πόνο την αξιοπρέπεια τους, να ρυθμίσουν «εκκρεμότητες» μιας ζωής, να δώσουν τη μάχη μέχρις εσχάτων- και ό,τι βγει-, το σύστημα τους ωθεί μια ώρα αρχύτερα στην (ψυχική πρωτίστως) άβυσσο. Αναλογιζόμενη όλα αυτά, ένιωσα για πρώτη φορά μια γλυκόπικρη ανακούφιση: «καλύτερα», σκέφτηκα «που έφυγε τότε».

*Η Ιωάννα Φωτιάδη είναι δημοσιογράφος στην Καθημερινή.

 Leave a Reply

(required)

(required)