May 082008
 

Από την ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ της 6.5.2008

Της ΙΩΑΝΝΑΣ ΣΩΤΗΡΧΟΥ

Κατά κύματα φτάνουν οι καραβιές των απελπισμένων στα νησιά του Αιγαίου.

Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι που προσπαθούν να ξεφύγουν από ανέχεια, συγκρούσεις, περιβαλλοντικές καταστροφές, εσχάτως και την πείνα μετά την κρίση στα τρόφιμα, που ξεσήκωσε τους λαούς σε περισσότερες από 15 χώρες.

Και δυστυχώς, πύλη εισόδου στην Ε.Ε. -παράδεισο στη φαντασία των φτωχών- είναι και η χώρα μας, που καλείται να διαχειριστεί ένα πρόβλημα το οποίο την ξεπερνά.

Ωστόσο, η χώρα μας θα πρέπει να σέβεται την αξία του ανθρώπου στο πρόσωπο όσων βρίσκονται, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, στην επικράτειά της, σύμφωνα με το βοηθό Συνήγορο του Πολίτη στον Κύκλο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Ανδρέα Τάκη, με τον οποίο συζητήσαμε για το πρόβλημα και τις πιθανές λύσεις του.

Μιλώντας με ρεαλισμό προτείνει:


* να εγκαταλειφθεί η συλλήβδην κράτηση στα σύνορα ώστε να εκλείψουν τα φαινόμενα εξαθλίωσης και να αναλάβουν από κοινού οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες τα βάρη της διαχείρισης των μεταναστευτικών ρευμάτων στις μεθοριακές χώρες,

* να υπάρξει θεσμική μέριμνα τακτοποίησης όσων είναι αδύνατον να απελαθούν προκειμένου να ανασυρθεί στην επιφάνεια της κοινωνικής ζωής και της προστασίας του νόμου ο σκοτεινός αριθμός των σύγχρονων εν δυνάμει δουλοπάροικων, καθώς όσοι ήρθαν στη χώρα μετά το 2004 αντιμετωπίζουν το θεσμικό αδιέξοδο να μην μπορούν να υπαχθούν σε καμία διαδικασία νομιμοποίησης.

Τον περασμένο Μάρτιο ο γενικός γραμματέας του υπουργείου Εσωτερικών Αθ. Ανδρεουλάκος, σε εκδήλωση της Υπατης Αρμοστείας για τους πρόσφυγες ανέφερε τη σύλληψη 112.000 επίδοξων μεταναστών στα σύνορα μόνο για φέτος. Αναμφισβήτητα πρόκειται για ένα μεγάλο θέμα. Πού εντοπίζετε τις αιτίες του;

«Σε εμάς αυτό το πρόβλημα εμφανίζεται ως συνέπεια όλου του γεωπολιτικού περιβάλλοντος και των εντάσεων που το χαρακτηρίζουν, ενώ το εισπράττουν και άλλοι με διαφορους τρόπους: το Ιράν έχει 7,5 εκατομμύρια πρόσφυγες από το Αφγανιστάν, από τη σοβιετική εισβολή ώς αυτή του ΝΑΤΟ, και απ’ αυτούς σημαντικός αριθμός έχει σκοπό να μετακινηθεί. Η άλλη πηγή είναι φυσικά το Ιράκ, οι ροές από το οποίο δημιουργήθηκαν όχι άμεσα με την εισβολή αλλά με την επιδείνωση της κατάστασης λόγω του εμφυλίου που ξέσπασε. Το Κουρδικό πάντα αποτελεί μια πρόσθετη πηγή από όλες αυτές τις χώρες αλλά και την Τουρκία. Υπάρχει η βιοτική κατάσταση των πληθυσμών σε νοτιοανατολική Ασία, ειδικά Πακιστάν-Μπανγκλαντές και αντίστοιχα και στις χώρες της υποσαχάριας Αφρικής, όπου η οικονομική ανέχεια συναντά τις πολιτικές ταραχές (Σουδάν, Νιγηρία) που αποτελούν διογκούμενες πηγές και δεν πρόκειται να κοπάσουν στο μέλλον. Αυτοί είναι που εμφανίζονται και στις ελληνικές ακτές. Με αυτή την έννοια είναι ένα φαινόμενο που μας υπερβαίνει ως εθνική οντότητα κατά πολύ».

Αυτό το ακούμε σαν δικαιολογία από τις ελληνικές αρχές…

«Και είναι μέχρι ενός σημείου ορθή σαν επισήμανση, αλλά σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει δικαιολογία για ορισμένες πτυχές της μεταχείρισης που εμείς επιφυλάσσουμε».

Συγκεκριμένα τι συμβαίνει αλλά και τι μπορεί να γίνει;

«Για το τι θα πρέπει να γίνει σε επίπεδο διεθνοπολιτικό, ειδικά στην Ε.Ε., εμείς μπορούμε και πρέπει να έχουμε ουσιώδη συμβολή και πρωτοβουλία, να υποδείξουμε και να προτείνουμε πολιτικές αντί απλώς να σηκώνουμε τα χέρια από την αδυναμία να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση.

Το ζήτημα της μετανάστευσης είναι κάτι το οποίο ορθά έχει καταστεί επίκεντρο κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής. Σε ορισμένο βαθμό έχουν δίκιο να νιώθουν αδικημένες οι ελληνικές αρχές, λέγοντας στους Βορειοευρωπαίους ομολόγους “μιλάτε για άσχημη μεταχείριση αλλοδαπών αλλά δεν ξέρετε από κοντά πώς είναι το πρόβλημα διαχείρισης αυτής της ροής”: με την υφιστάμενη ρύθμιση του κανονισμού “Δουβλίνο 2” οι χώρες πρώτης εισόδου στην Ε.Ε. στις οποίες καταγράφεται ο αλλοδαπός, αναλαμβάνουν και τη διαχείριση της ευθύνης του. Ως εκ τούτου η τυχόν σύλληψή του ως μη τακτοποιημένου αλλοδαπού σε άλλη χώρα συνεπάγεται την επιστροφή του στην αρχική χώρα εισόδου. Ετσι μοιραία οι χώρες της μεθορίου της Ε.Ε. είναι αυτές οι οποίες εκ των πραγμάτων αναλαμβάνουν την ευθύνη των προσώπων αυτών κι ας έχουν ως απώτερο στόχο την εγκατάσταση σε μια άλλη χώρα ευελπιστώντας σε καλύτερες προοπτικές.

Οπότε το να μέμφεται κανείς την Ελλάδα για τη δυσμενή μεταχείριση που επιφυλάσσει στους αλλοδαπούς και να το κάνει με το να μη στέλνει πίσω πλέον στην Ελλάδα τους διελθόντες μέσα από αυτήν, όπως έκανε η Νορβηγία και την ακολούθησαν και άλλες χώρες (Σουηδία), είναι υποκριτικό εάν δεν συνοδεύεται θετικά από μια συγκεκριμένη πρόταση για το πώς θα ήταν δυνατόν να αναδεχτούν όλες οι ευρωπαϊκές χώρες από κοινού τα βάρη και τις συνέπειες των μεταναστευτικών ρευμάτων στο πλαίσιο μιας νέας κατανομής ευθυνών και αρμοδιοτήτων και της ανάληψης κοινών δράσεων, γιατί όχι και της φύλαξης της ελληνικής μεθορίου».

Ωστόσο τι μπορεί να κάνει η χώρα μας μέχρι να υπάρξει μια νέα ρύθμιση σε ευρωπαϊκό επίπεδο;

«Σε κάθε περίπτωση η χώρα μας είναι αναγκαίο να τιμά το Σύνταγμα και τις διεθνείς δεσμεύσεις για τα δικαιώματα των ανθρώπων που ζουν στην επικράτειά της ή μπαίνουν σε αυτή, είτε αυτοί είναι νόμιμοι είτε παράνομοι. Και οι οποιεσδήπτε διοικητικές δυσκολίες, έλλειψη πόρων και υποδομών ή ακόμα και αυτές οι ανησυχίες για τη δημόσια ασφάλεια από την ανεξέλεγκτη ροή αλλοδαπών μέσα στην εποχή της διεθνούς ανησυχίας για την τρομοκρατία, δεν μπορούν να υποσκελίζουν αυτό που για τη δημοκρατία μας είναι απολύτως απαραβίαστο: η αξία του προσώπου. Και σε αυτό το πεδίο δυστυχώς η χώρα μας έχει πολύ κακό μητρώο: υπάρχει μια σειρά από αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του Στρασβούργου για την απάνθρωπη μεταχείριση που συνιστά η υπό συνθήκες αθλιότητας κράτησή τους. Σ’ αυτό εστιάζεται μέχρι τώρα το ενδιαφέρον, αλλά γι’ αυτό δυστυχώς νομίζω ότι έχουμε καταλήξει να κοιτάμε το δέντρο και να χάνουμε το δάσος, γιατί χωρίς να υποτιμώ την ανθρώπινη ευαισθησία οι δυσμενείς συνθήκες κράτησης είναι η παράπλευρη συνέπεια μιας πολύ σοβαρότερης δυσλειτουργίας που κατατρέχει το σύστημα προστασίας των αιτούντων άσυλο στη χώρα μας και αυτό είναι η γενικευμένη υποβολή σε καθεστώς κράτησης όλων όσοι εισέρχονται στη χώρα μας με σκοπό την απέλαση, χωρίς να εξετάζεται καν από πριν εάν αυτοί μπορούν ή πρόκειται να υπαχθούν σε μια συγκεκριμένη κατηγορία που θα τους επιτρέψει να παραμείνουν στη χώρα μας».

Δηλαδή;

«Δεν τους δίνεται η δυνατότητα να ζητήσουν πολιτικό άσυλο παρά αφότου έχουν κρατηθεί και έχει εκδοθεί πράξη απέλασής τους. Ετσι ναι μεν δεν απελαύνονται μέχρι να κριθεί το αίτημά τους αλλά συχνότατα παραμένουν κρατούμενοι τρεις μήνες που ορίζει ο νόμος – οπότε και αφήνονται ελεύθεροι, ενώ αυτό θα μπορούσε να έχει γίνει ήδη πολύ πριν. Ή απορρίπτεται το αίτημά τους και προσφεύγουν κατά της απόρριψης. Αυτό λέγεται ότι έχει οδηγήσει πολλούς αλλοδαπούς να αποφεύγουν να ζητούν άσυλο ακόμη και αν ενδεχομένως το δικαιούνται».

Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι αυτό αποτελεί μια αποθαρρυντική στάση των ελληνικών αρχών;

«Δεν χωρεί αμφιβολία ότι στην πλειονότητά τους όσοι έρχονται από τις χώρες αυτές δεν διώκονται προσωπικά ώστε να υπάγονται πράγματι στην κατηγορία του δικαιούμενου άσυλο, αλλά η προσέλευσή τους οφείλεται στην αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης ή στην αποφυγή των δυσμενών συνεπειών της σύγκρουσης και της φτώχειας στη χώρα προέλευσης. Οι άνθρωποι αυτοί που είναι πια η μεγάλη μάζα του πληθυσμού των τελευταίων ετών είναι πρόσωπα που δεν μπορούν να επωφεληθούν οιασδήποτε μορφής τακτοποίησης, καθώς οι λεγόμενες νομιμοποιήσεις παρανόμως εισερχομένων έχουν ένα ιστορικό όριο -το 2004 και το νόμο 3386. Από το 2004 και εντεύθεν οι άνθρωποι δεν μπορούν να τακτοποιηθούν: αυτό σημαίνει ότι η χώρα μας έχει ένα σκοτεινό αλλά διαρκώς αύξοντα αριθμό αλλοδαπών, χωρίς χαρτιά, που δεν μπορούν να φύγουν και ο νόμος τούς στερεί τη δυνατότητα οιασδήποτε κοινωνικής μέριμνας εφόσον δεν είναι νομιμοποιημένοι. Ετσι, αυτοί ωθούνται στην εξαθλίωση και κυρίως στην εκμετάλλευση: εξ ου και τα φαινόμενα της ακραίας εκμετάλλευσης σε όλες τις αγροτικές περιφέρειες όπως με τις φράουλες στην Πελοπόννησο. Αυτοί είναι ο σκοτεινός αριθμός των νέων εν δυνάμει δουλοπάροικων». *

 Leave a Reply

(required)

(required)