Feb 162018
 

Δυο αναρτήσεις στο διαδίκτυο. Δυο εμπειρίες πάνω στο ίδιο θέμα.

Στέκι Μεταναστών Κοινωνικό Κέντρο στο facebook

Η Μέρα που ένας Έλληνας Οδηγός Ταξί με Χτύπησε Επειδή Τόλμησα να Υπερασπιστώ τους Πρόσφυγες. Και επειδή είμαι από την Αλβανία.

Το Σάββατο, 3 Φεβρουαρίου, κάλυπτα την αντιφασιστική πορεία που πραγματοποιήθηκε ενάντια στη ναζιστική φιέστα της Χρυσής Αυγής για τα Ίμια. Η πορεία τελείωσε περίπου στις 8:30 με τα πανό να μαζεύονται λίγο πιο κάτω από τη ΓΑΔΑ. Αποφάσισα να πάρω ένα ταξί για να γυρίσω στο σπίτι μου. Λίγες ώρες αργότερα ένα άλλο ταξί θα με άφηνε και πάλι στη ΓΑΔΑ, για να υποβάλλω μήνυση στο Τμήμα Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας.

Μπαίνοντας στο πρώτο ταξί με προορισμό την Καλλιθέα, δεν είχα ιδιαίτερη διάθεση για κουβέντα. Ο οδηγός το αντίθετο. Περνώντας από τα Εξάρχεια, είδαμε μια ομάδα ατόμων να περνάει με μαυροκόκκινες σημαίες, προφανώς επιστρέφοντας από την αντιφασιστική κινητοποίηση, η οποία έληξε ειρηνικά.

«Βγήκαν για φασαρίες», είπε ο οδηγός μόλις τους είδε. Του απάντησα πως μάλλον δεν είναι έτσι τα πράγματα και πως καθετί έχει την αιτία του. «Άκουσε με, δεν έχουν άλλη δουλειά αυτά τα τσογλάνια», είπε ξανά. Τον ενημέρωσα τότε πως η Αθήνα περνούσε ένα πολύ δύσκολο Σαββατοκύριακο. Πως πριν από λίγη ώρα η Χρυσή Αυγή είχε συγκέντρωση και φυσικά του ανέφερα πως την επόμενη μέρα το συλλαλητήριο για το Μακεδονικό έκρυβε αρκετούς κινδύνους, τόσο για τα Εξάρχεια, τον Άγιο Παντελεήμονα και άλλες περιοχές, όσο και για τους μετανάστες της πόλης που είχαν ειδοποιηθεί να μην κυκλοφορούν διότι μπορεί να κινδύνευαν. Κάτι που επιβεβαιώθηκε την επόμενη ημέρα από επεισόδια που δημιούργησαν ομάδες ακροδεξιών κατά τη διάρκεια του συλλαλητηρίου, αλλά και από την προσπάθεια τους να πλησιάσουν με άγριες διαθέσεις την περιοχή των Εξαρχείων, καθώς και καταλήψεις.

Του εξήγησα, διότι μπορεί να μην ήταν ενήμερος, πως λίγες μέρες πριν σε αντίστοιχη συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη, φασίστες έκαψαν μια κατάληψη και επιχείρησαν να κάνουν το ίδιο σε άλλη μια. Του επεσήμανα λοιπόν, πως σε μια τόσο ταραγμένη κοινωνικοπολιτικά κατάσταση στην οποία ακραία φασιστικά φαινόμενα βρίσκουν χώρο και ανθίζουν, είναι λογικό να υπάρξει προσπάθεια από την άλλη πλευρά να περιφρουρηθεί.

Ο οδηγός του ταξί δεν άργησε να αναπτύξει μια ακροδεξιά ρητορική κατά τη διάρκεια της διαδρομής. Άρχισε να αναφέρεται στους Σύρους πρόσφυγες με τη λέξη «βρωμολαθρομετανάστες» και «λαθροπιθήκια», να ισχυρίζεται ενοχλημένα πως «τους ταΐζει» και πως του «κουβαλήθηκαν εδώ για να τρώνε τσάμπα όπως και τόσοι άλλοι». Απάντησα τότε πως «είμαι και η ίδια μετανάστρια, κατάγομαι από την Αλβανία και ότι ουδέποτε με τάισε κανένας». Τότε σοκαρίστηκε γιατί μάλλον δεν το είχε καταλάβει. Εξήγησα -γιατί για κάποιο λόγο βρέθηκα υπόλογη για την ύπαρξη μου- πως «είμαι μέρος μιας κοινωνίας στην οποία συνεισφέρω οικονομικά πληρώνοντας φόρους, πως εργάζομαι και ζω από τους κόπους μου χωρίς κανένας να μου χαρίζει τίποτα». Ο οδηγός είχε αρχίσει να εκνευρίζεται, να ξεφυσάει και να επιταχύνει. Κι εγώ ήδη ένιωθα φόβο. Ένα φόβο που δεν είχα νιώσει ποτέ ξανά στη ζωή μου, σε όποια κατάσταση κι αν βρέθηκα έως τώρα.

Άρχισε να μου φωνάζει εξαγριωμένα σε ένα φασιστικό παραλήρημα «Να τους πάρεις σπίτι σου να μείνετε όλοι μαζί». Του απάντησα τότε ότι «με χαρά όταν χρειάστηκε είχα φιλοξενήσει μια έγκυο γυναίκα από το Χαλέπι και ακόμη μια γυναίκα με το ενός έτους παιδί της από τη Χομς της Συρίας, πριν φύγουν για τη Γερμανία». Του τόνισα πως με χαρά θα το ξαναέκανα. Τότε άρχισε να εκνευρίζεται περισσότερο. Του ζήτησα να με αφήσει νωρίτερα από τον προορισμό που είχα ζητήσει αρχικά και του είπα πως δεν μπορώ να βρίσκομαι στον ίδιο περιβάλλον όπου ακούγονται φασιστικά τσιτάτα. Έκανε μια απότομη κίνηση, έστριψε το αμάξι δεξιά, σταμάτησε επί της Θησέως, έναν πολυσύχναστο, κεντρικό δρόμο της Καλλιθέας, και τότε άνοιξα την πόρτα για να νιώσω ασφαλής. Του έδωσα τα χρήματα που έγραφε στο ταξίμετρο ενόσω εκείνος συνέχιζε να βρίζει και τους πρόσφυγες και εμένα. Πέταξε τα ρέστα επάνω μου, άρχισε να φωνάζει «κατέβα κάτω μωρή καριόλα», βγήκα από το αμάξι, του είπα «άντε γεια φασίστα» και έκλεισα την πόρτα. Όταν πήγα να διασχίσω το δρόμο, ο οδηγός βγήκε από το αμάξι, κινήθηκε προς το μέρος μου απειλητικά, άρχισε να βαράει με μπουνιές το σακίδιο μου, και όταν με έριξε κάτω με κλώτσησε με δύναμη στο πόδι βρίζοντας με ξανά.

Ο κόσμος είχε σταματήσει, κυρίως για να δει τι γίνεται. Κάποιοι φώναζαν «τι κάνεις ρε στην κοπέλα», και τότε εκείνος έφυγε από πάνω μου και προχώρησε προς το αμάξι του. Εκείνη τη στιγμή το μόνο που φώναξα ήταν να πάρει κάποιος τον αριθμό, όπως και έγινε. Η αδρεναλίνη μου ήταν τόση που δεν ένιωθα να πονάω. Το ένιωσα όμως λίγη ώρα μετά. Το αιμάτωμα και ο πόνος στο πόδι μου εμφανίστηκαν την επόμενη ημέρα και τα κουβαλάω ακόμη, μια εβδομάδα μετά το περιστατικό. Ο κόσμος ρωτούσε αν είμαι καλά και γιατί με χτύπησε. Τους εξήγησα. Κάποιοι έφυγαν και στο τέλος μια κυρία που είχε βγάλει βόλτα το σκύλο της και είχε δει τι είχε συμβεί με ρώτησε αν είμαι καλά και αν χρειάζομαι βοήθεια. Ζήτησα μόνο τα στοιχεία της, γιατί είχα ήδη αποφασίσει να πάω στην αστυνομία. Μου τα έδωσε, μου πρότεινε να με μεταφέρει όπου ήθελα και καλόπιστα μου είπε «αφού τους ξέρεις τους φασίστες, έχει γεμίσει ο κόσμος από δαύτους, γιατί βάζεις τον εαυτό σου σε κίνδυνο;».

Στη συνέχεια απευθύνθηκα πρώτα στο Αστυνομικό Τμήμα Καλλιθέας. Εκεί ο Αξιωματικός Υπηρεσίας με παρέπεμψε στο Τμήμα Αντιμετώπισης Ρατσιστικής Βίας της ΓΑΔΑ, διότι το κίνητρο του ανθρώπου αυτού ήταν δομημένα ρατσιστικό από την αρχή μέχρι το τέλος του. Εκεί αντιμετωπίστηκα όχι μόνο όπως έπρεπε, αλλά με περισσή καλοσύνη και κατανόηση. Παράλληλα είχα δίπλα μου ανθρώπους που με έκαναν να νιώσω πως βρίσκομαι σε ένα προστατευμένο πλαίσιο, και δεν έμεινα ούτε στιγμή μόνη.

Κατέθεσα λοιπόν τη μήνυση, και πλέον η εξέλιξη της υπόθεσης βρίσκεται στα χέρια της Δικαιοσύνης.

Παράλληλα περιμένω από το ΣΑΤΑ, με τον οποίο έχω ήδη επικοινωνήσει, να πράξει επίσης τα δέοντα και να απομακρύνει τον συγκεκριμένο οδηγό. Δίπλα σε αυτούς που με ενθάρρυναν να καταγγείλω και να αναδείξω το περιστατικό, υπήρξαν ορισμένοι φίλοι, γνωστοί και συνάδελφοι οι οποίοι μου είπαν επίσης καλόπιστα, σαν τη μάρτυρα του περιστατικού που με βοήθησε, πως δεν έπρεπε να μιλήσω.

Όχι διότι είχα άδικο, αλλά γιατί θα μπορούσαν τα πράγματα να έχουν εξελιχθεί πολύ χειρότερα για μένα. Θα μπορούσα να μην την είχα γλιτώσει μόνο με ένα αιμάτωμα. Το αναγνωρίζω αυτό και η ίδια.
Πάντως μπαίνοντας σε ένα ταξί, δεν είναι καθόλου απίθανο κάποιος να έχει ανάλογους διαλόγους. Ειδικά αν σκεφτεί κανείς πως η Χρυσή Αυγή, έχει φτιάξει μέχρι και σωματείο με πρωτοβουλία του υπόδικου βουλευτή, Γιάννη Λαγού. Στις εκλογές του 2013 ο «Λαϊκός Σύνδεσμος Ιδιοκτητών Ταξί» όπως αποκαλούν το παραμάγαζο της Χρυσής Αυγής στο ΣΑΤΑ, είχε αναδειχθεί τρίτη δύναμη με ποσοστό 13,75%. Το αισιόδοξο πάντως είναι πως το 2017 δεν κατάφεραν να κατεβάσουν ψηφοδέλτιο.

Αυτό που ξέρω, είναι πως δεν θα μπορούσα να έχω άλλη αντίδραση. Όχι επειδή έχω άγνοια κινδύνου. Επειδή έχω αξιοπρέπεια και δεν ήμουν πρόθυμη να επιτρέψω σε κανέναν να με κάνει σάκο του μποξ για τα φασιστικά συμπλέγματα του. Επειδή στη θέση μου θα μπορούσε να είναι κάποιος μετανάστης χωρίς χαρτιά, κάποιος που αργότερα θα φοβόταν να μιλήσει και να υπερασπιστεί τον εαυτό του. Κάποιος που δεν θα ήταν τόσο τυχερός ώστε να βρεθεί όπως κι εγώ σε ένα πλέγμα αλληλεγγύης, αγάπης και συμπαράστασης.

Επειδή το να μην μιλάς σημαίνει πως τους κανονικοποιείς, σημαίνει πως αφήνεις τη φασιστική ρητορική να εξαπλώνεται, σημαίνει πως αφήνεις χώρο στο φασισμό και το ρατσισμό να υπάρξει. Άλλωστε ο άνθρωπος αυτός, δεν χτύπησε εμένα. Χτύπησε όλα εκείνα που αντιπροσωπεύω. Τη γυναίκα, τη μετανάστρια και την πολιτικά αντίθετη. Και το έκανε όταν όλη η φασιστική ρητορική γκρεμίστηκε με λογικά επιχειρήματα. Χρησιμοποίησε τη βία, γιατί για ένα φασίστα η βία δεν είναι μόνο το μέσο. Είναι και το μήνυμα που θέλει να περάσει. Και σαν μετανάστρια, σαν γυναίκα, σαν άνθρωπος που έχει ταχθεί συνειδητά ενάντια στον φασισμό, θα έκανα και πάλι το ίδιο σκεπτόμενη ξανά πως δεν θα επιτρέψω με κανένα τρόπο να κερδίσουν ούτε σπιθαμή όλοι εκείνοι που μας μαυρίζουν τον κόσμο.

Άρσις στο facebook

Ναι, οι άνθρωποι αλλάζουν…

Είναι δυνατό κάποιος άνθρωπος με εχθρική – ρατσιστική διάθεση απέναντι στους ξένους και τους πρόσφυγες να αλλάξει; Μπορεί ένας τέτοιος άνθρωπος να μάθει να συμβιώνει με τους πρόσφυγες, να τους κάνει φίλους του και κομμάτι της καθημερινότητάς του; Αυτή τη συζήτηση είχαμε προχθές στο Safe Zone της ΑΡΣΙΣ εντός της Ανοιχτής Δομής Φιλοξενίας Προσφύγων Θήβας με τους ασυνόδευτους ανήλικους που φιλοξενούμε.

Αφορμή στάθηκε η ταινία Gran Torino (2008) που προβάλαμε στα παιδιά στα πλαίσια της δράσης μας ARSIS SAFE ZONE CINEMALAB που αφορά στην προβολή κινηματογραφικών ταινιών και ντοκιμαντέρ με κοινωνικό – εκπαιδευτικό περιεχόμενο. Πάντως η άποψη του σκηνοθέτη της ταινίας Clint Eastwood που είχε και τον πρωταγωνιστικό ρόλο, είναι ότι μπορεί ένας τέτοιος άνθρωπος να αλλάξει, αφού ο ήρωας, ένας πικρόχολος ηλικιωμένος που είχε μάθει στη ζωή του να μισεί τους ξένους, έγινε τελικά φίλος με τους πρόσφυγες γείτονές του. Και αυτό συνέβη ύστερα από καθημερινή επαφή μαζί τους, και μάλιστα σταδιακά, χωρίς να το καταλάβει.

Βέβαια η ζωή δεν είναι Hollywood. Κάποια από τα παιδιά που φιλοξενούμε στη Θήβα, κατά τη διάρκεια της συζήτησης για την ταινία, διαφώνησαν με την άποψη πως οι άνθρωποι, και δη οι ξενόφοβοι αλλάζουν. Τα περισσότερα όμως από τα παιδιά έδειξαν μια διάθεση να δουν τα πράγματα πιο θετικά.

Όσο για εμάς, τους εργαζόμενους της ARSIS – Association for the Social Support of Youth, αντλώντας από την 25χρονη εμπειρία της οργάνωσης, αλλά και από τη δική μας επαφή με το προσφυγικό επιλέγουμε τη θετική σκέψη. Πιστεύουμε ότι αν επιδιώκουμε καθημερινές επαφές μεταξύ του ντόπιου πληθυσμού και των προσφύγων, αν δουλέψουμε πάνω σε αυτό που λέγεται εμπιστοσύνη – βασικό συστατικό για την επιτυχία οποιαδήποτε σχέσης – μπορούμε να καταφέρουμε να συμβιώνουμε, να συνυπάρχουμε, ίσως και να συμπαρασύρουμε σε αυτή τη συμβίωση ακόμα και ξενόφοβους.
Και όλο αυτό δεν είναι μια άποψή μας αβάσιμη και αστήριχτη. Ύστερα από προσπάθεια το έχουμε δει να συμβαίνει. Με περισσότερη προσπάθεια ευελπιστούμε να το δούμε να συμβαίνει σε μεγαλύτερη κλίμακα.

Άλλωστε είναι προς το συμφέρον όλων, καθώς η στενή σχέση μεταξύ ντόπιου και προσφυγικού πληθυσμού μπορεί να δώσει στις τοπικές κοινωνίες μια νέα δυναμική και ένα πλούτο πολύτιμο. Αυτό το πιστεύουμε και για αυτό προσπαθούμε καθημερινά.

Περισσότερα για το «ARSIS SAFE ZONE – Cinemalab»
Τα Safe Zones (Ασφαλείς Ζώνες) είναι δομές φιλοξενίας ασυνόδευτων ανηλίκων 14-18 ετών, οι οποίες λειτουργούν εντός των ανοιχτών δομών φιλοξενίας προσφύγων (camps). Αποτελούν εναλλακτικό μέτρο, αντί της κράτησης για την αντιμετώπιση επειγουσών αναγκών ασφάλειας και προστασίας των ασυνόδευτων ανηλίκων και λειτουργούν 24/7, παρέχοντας κοινωνικές, ψυχολογικές, εκπαιδευτικές, νομικές και άλλες υποστηρικτικές υπηρεσίες και προγράμματα για το βέλτιστο συμφέρον των ανηλίκων. Είναι μεταβατικές δομές φιλοξενίας πριν την ένταξη σε ξενώνες ανηλίκων ή σε άλλα προγράμματα στέγασης και υποστήριξης. Η ΑΡΣΙΣ λειτουργεί 5 Safe Zones στην Ελλάδα (Σχιστό, Θήβα, Λαγκαδίκια, Ιωάννινα, Διαβατά) με την στήριξη της UNICEF και χρηματοδότηση της Γενικής Διεύθυνσης Ευρωπαϊκής Πολιτικής Προστασίας και Επιχειρήσεων Ανθρωπιστικής Βοήθειας European Commission – Civil Protection & Humanitarian Aid Operations – ECHO